Του Δ.Τσίγκου
Είναι βέβαιο πως κάτι αλλάζει στην Ελλάδα, με αποτελέσματα που είναι πια εύκολα ορατά. Όχι, δεν αναφέρομαι στην κρίση που μαστίζει τη χώρα μας αλλά στη νεοφυή επιχειρηματικότητα. Παράλληλα με το «παραγωγικό μοντέλο» (ο Θεός να το κάνει…) που καταρρέει, ένα νέο, υγιές παραγωγικό μοντέλο γεννιέται! Σίγουρα είναι μικρό ακόμα, δεν έχει την κρίσιμη μάζα για να αλλάξει την πορεία της ελληνικής οικονομίας, είναι όμως πολύ δυναμικό και ταχέως αναπτυσσόμενο. Είναι τελικά η μοναδική μας ελπίδα.
Τι σημαίνει πραγματικά ο όρος «νεοφυής» επιχειρηματικότητα – ή απλά start-up;
Εδώ υπάρχει η μεγαλύτερη των παρανοήσεων! Έχει επικρατήσει ένα – μάλλον ξένο προς την ελληνική πραγματικότητα – μοντέλο του garage software start-up όπου μια ομάδα νεαρών, αξύριστων geeks αναπτύσσει το υπερ-software, πιθανότητα μια cloud- ή mobile-υπηρεσία στην εποχή μας, αποκλεισμένη από τον έξω κόσμο και θρεφόμενη με πίτσα, καφέ και μπύρα μέχρι να βγει το πρωτότυπο.
Όχι, δεν είναι έτσι.
Νεοφυής είναι οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία βασικά έχει τρία χαρακτηριστικά:
– Είναι νέα
– Είναι καινοτόμος
– Έχει ταχεία ανάπτυξη – Ή έχει προοπτικές ταχείας ανάπτυξης
Χαρακτηριστικότερο όλων είναι το παράδειγμα του φούρνου. Ας πούμε ότι ξεκινά κάποιος ένα συνοικιακό αρτοποιείο. Είναι start-up; Μάλλον όχι. Αν όμως ξεκινήσει αυτό το αρτοποιείο παράγοντας ένα εξαιρετικής ποιότητας ψωμί με αγνά, παραδοσιακά υλικά, αν φροντίσει να επικοινωνήσει την ανάπτυξη του προϊόντος αυτού στην αγορά με έναν έξυπνο, αποτελεσματικό τρόπο και αν έχει μελετήσει ένα επιχειρηματικό μοντέλο ώστε σιγά-σιγά από τον ένα φούρνο να κάνει ένα δίκτυο αρτοποιείων με σύγχρονα μέσα διανομής και προώθησης του προϊόντος, τότε ναι, είναι start-up.
Με άλλα λόγια λοιπόν, το αντικείμενο μιας επιχείρησης δεν έχει σχέση με το αν εκείνη είναι start-up, αντίθετα αυτό το καθορίζει η φιλοσοφία της. Νεοφυής λοιπόν είναι η επιχείρηση που ο λόγος ύπαρξής της είναι να προσφέρει μια καινοτόμο λύση σε ένα πρόβλημα ή μια επιθυμία των πελατών της και που στοχεύει να αναπτυχθεί δημιουργώντας αξία για τους πελάτες, τους μετόχους και τους εργαζομένους της.
Στην Ελλάδα όμως; Αφού δεν έχουμε επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα!
Αυτή είναι μια άλλη πολύ μεγάλη & πολύ διαδεδομένη παρανόηση. Δεν έχουμε επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα! Μάλλον δεν έχουν ακούσει όσοι εκφέρουν την άποψη αυτή ότι στη χώρα μας έχουμε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες – μερικοί τα ανεβάζουν μέχρι και στο εκατομμύριο – επαγγελματικά ΑΦΜ. Στην Ελλάδα λοιπόν είχαμε και έχουμε πολύ ανεπτυγμένη την επιχειρηματικότητα! Δυστυχώς όμως, δεν είχαμε το σωστό μοντέλο επιχειρηματικότητας. Αυτό είναι που πρέπει να αλλάξει.
Ο κλάδος της Πληροφορικής αποτυπώνει καλύτερα από καθένα το τεράστιο αυτό πρόβλημα. Οι επιχειρήσεις που μεσουράνησαν στην Ελλάδα των 90s και των 00s ήταν εκείνες των box movers, ή για να το πούμε πιο απλά, των μπακάληδων της πληροφορικής. Με μηδενική εγχώρια προστιθέμενη αξία, νόμιζαν πως μπορούν να επιβιώνουν πουλώντας καθρεφτάκια σε ιθαγενείς με ένα ισχνό περιθώριο κέρδους 500%. Οποία έκπληξη, χρεοκόπησαν άπαντες – πλην λίγων που ταλαιπωρούνται και ταλαιπωρούν ακόμα.
Οι «μπακάληδες» άνθισαν σε μια χώρα που στο γνωστικό αυτό αντικείμενο έχει πληθώρα ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου στελεχών τα οποία τελικά είτε αναγκάζονταν στη μετανάστευση ή ανελάμβαναν εργασίες που καμία σχέση δεν είχαν με τις γνώσεις, τις επιθυμίες και τις δυνατότητές τους. Αποτέλεσμα; Μια χαμένη γενιά επιχειρήσεων και μια χαμένη γενιά στελεχών.
Παρόμοιες ιστορίες μπορεί να βρει κανείς σε όλους τους κλάδους, τόσο στην υψηλή τεχνολογία (π.χ. φάρμακο) όσο και στην ενέργεια, στον τουρισμό, στη γαστρονομία. Η λογική του «μπακάλη», η αποθέωση του «εισαγόμενου» διέλυσε την παραγωγική ικανότητα της χώρας και μας έφερε στη σημερινή κατάσταση.
Το κίνημα της νεοφυούς επιχειρηματικότητας είναι μια ισχυρή, υγιής απάντηση στην παραπάνω κατάσταση.
Αποδεικνύεται μάλιστα από οικονομικές μελέτες πως είναι απολύτως αδιάφορο το πόσες επιχειρήσεις υπάρχουν σε μια οικονομία σε σχέση με την πορεία της οικονομίας εκείνης. Αυτό που κάνει τελικά τη διαφορά είναι το πόσες επιχειρήσεις δημιουργούνται οι οποίες εντός μιας πενταετίας από την ίδρυσή τους έχουν δημιουργήσει πολλές δεκάδες νέες θέσεις εργασίας. Τέτοιες επιχειρήσεις είναι οι νεοφυείς. Τα start-ups.
Η προώθηση της νεοφυούς επιχειρηματικότητας μπορεί λοιπόν να δώσει λύση σε δυο βασικότατα προβλήματα:
– Τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας για το υψηλού μορφωτικού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό της χώρας
– Την αναγέννηση της υπαίθρου, αφού οι δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων στην περιφέρεια νομοτελειακά θα οδηγήσει στην επιστροφή της νέας γενιάς για να καλύψει τις δημιουργούμενες θέσεις εργασίας καθώς και στη δημιουργία δορυφορικών επιχειρήσεων στους τόπους εγκατάστασης των start-ups
Aκόμα και στην ίδια την ελληνική κοινότητα της νεοφυούς επιχειρηματικότητας, τα πράγματα απέχουν πολύ από το να είναι ρόδινα. Παρατηρούμε ότι οι νέοι (όχι μόνο σε ηλικία αλλά σε δραστηριότητα) πρώτα και κύρια δεν μπορούν & δεν θέλουν να συνεργάζονται. Πληρώνουμε βαρύ τίμημα για το λάθος δομημένο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Όλοι θέλουν να γίνουν πρωταθλητές κανείς όμως δεν ενδιαφέρεται να είναι συναθλητής. Είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επιτυχή ανάπτυξη της νεοφυούς επιχειρηματικότητας να ξεπεραστεί το πρόβλημα αυτό.
Επιπλέον κάτι που φαίνεται να μην έχουν κατανοήσει σε βάθος τα ελληνικά start-ups είναι ότι για να μπορείς να είσαι ανταγωνιστικός σε μια παγκόσμια αγορά πρέπει να αναδείξεις, να αξιοποιήσεις στο μέγιστο βαθμό το στοιχείο της τοπικότητας, το μοναδικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που μπορεί να σου δώσει η παρουσία σε ένα συγκεκριμένο τόπο. Ευτυχώς πρόσφατα παρατηρούμε μια σειρά από νέα start-ups που κινούνται στην κατεύθυνση αυτή.
Τον Σεπτέμβρη συμπληρώνονται 12 χρόνια από τη δημιουργία του πρώτου φοιτητικού start-up στην Ελλάδα. Όλοι οι λόγοι που το δημιουργήσαμε, αποδείχτηκαν λανθασμένοι. Λέγαμε πως θα βγάλουμε χρήματα, τα στελέχη στις πολυεθνικές όμως έβγαλαν περισσότερα και με λιγότερες ευθύνες. Λέγαμε πως δεν θα έχουμε αφεντικά, όμως ο πελάτης είναι το πιο απαιτητικό αφεντικό. Λέγαμε πως θα έχουμε ευέλικτο ωράριο και τελικά καταλήξαμε να δουλεύουμε άπειρες ώρες, ξεχνώντας διακοπές και σαββατοκύριακα. Τελικά όμως κανείς δεν το μετάνιωσε. Γιατί είναι τεράστια η χαρά της δημιουργίας, τεράστια η πολυτέλεια να μπορείς να μαθαίνεις από τα λάθη σου.