Οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής. Σύμφωνα με μελέτη της EY, καλούνται να αναζητήσουν νέους τρόπους διαφοροποίησης πέρα από την ποιότητα του δικτύου και να προσαρμοστούν στα μεταβαλλόμενα οικοσυστήματα και τις δομές της αγοράς για να ευδοκιμήσουν στο μέλλον. Παρά τις σταθερές προοπτικές ανάπτυξης που βασίζονται στη βασική συνδεσιμότητα και τη συνεχή διαχείριση κόστους, οι leaders της βιομηχανίας προβλέπουν σημαντικές αλλαγές, που απαιτούν μια πιο ριζοσπαστική προσέγγιση.
Η έρευνα της EY περιλαμβάνει συνεντεύξεις με περισσότερα από 60 ανώτατα στελέχη, από πάνω από 50 τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Αυτές οι συνεντεύξεις αποκάλυψαν ότι οι αμυντικές στρατηγικές που βασίζονται στην ποιότητα του δικτύου και την βελτιστοποίηση κόστους δεν είναι αρκετές για τον ουσιαστικά μετασχηματισμό που χρειάζονται οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες. Οι τρέχουσες στρατηγικές πρέπει να επανεκτιμηθούν και να επεκταθούν, ώστε να περιλαμβάνουν νέες προτάσεις για τους εργαζόμενους και θέσεις στο οικοσύστημα.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα έχουν γενικά μια θετική προοπτική για την ανάπτυξη του τομέα. Πάνω από τους μισούς προβλέπουν αύξηση εσόδων και EBITDA κατά 3% ή περισσότερο τα επόμενα τρία χρόνια. Επίσης, είναι βέβαιοι για την απόδοσή τους σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους, με τα τρία τέταρτα να αναμένουν πως θα υπεραποδώσουν στην αγορά. Οι αυξήσεις τιμών στις συνδρομές έχουν υποστηρίξει αυτήν την ανθεκτικότητα σε ορισμένες αγορές, δείχνοντας μια ευρύτερη ανθεκτικότητα, στην οποία οι καταναλωτικές δαπάνες διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα, παρά την κρίση του κόστους ζωής.
Κοιτάζοντας προς το μέλλον, οι δύο κύριοι παράγοντες κερδοφόρας ανάπτυξης, σύμφωνα με τα στελέχη, είναι η ανάπτυξη στην βασική δραστηριότητα συνδεσιμότητας και η βελτίωση των περιθωρίων μέσω επιπρόσθετων μειώσεων κόστους και αποδοτικότητας. Αυτές οι δύο δυνάμεις ξεπερνούν κατά πολύ άλλους παράγοντες, όπως τα πιο καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα, με μόνο το ένα τρίτο των ερωτηθέντων να τονίζει την ανάπτυξη πέρα από την βασική δραστηριότητα ή την ανάπτυξη σε πλατφόρμες, οικοσυστήματα ή μοντέλα επιχειρήσεων «ως υπηρεσία». Ωστόσο, υπάρχουν περιφερειακές διαφορές. Οι telcos στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού είναι πολύ πιο δεκτικοί στην ανάπτυξη μέσω πλατφορμών ή οικοσυστημάτων, όπως σημείωσαν τέσσερις στους έξι leaders της περιοχής.
Οι προσδοκίες ανάπτυξης της βιομηχανίας συνοδεύονται, επίσης, από μια στρατηγική που τείνει να ευνοεί την ποιότητα του δικτύου. Όταν ερωτήθηκαν ποια στρατηγική «persona» αντικατοπτρίζει καλύτερα την μακροπρόθεσμη τοποθέτηση του οργανισμού τους, η ηγεσία στην ποιότητα του δικτύου αναδείχθηκε ως η πιο δημοφιλής επιλογή, ακολουθούμενη από την παροχή ενός συνόλου ψηφιακών υπηρεσιών. Και οι δύο στρατηγικές έχουν ως θεμέλιο την υψηλής ποιότητας συνδεσιμότητα. Η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο «persona» είναι το εύρος του χαρτοφυλακίου υπηρεσιών.
Η προτιμώμενη τοποθέτηση ως leader στην ποιότητα του δικτύου συνοδεύεται από επιφυλάξεις. Πολλά ανώτερα στελέχη τόνισαν ότι τα κενά στην απόδοση μεταξύ των ανταγωνιστών μειώνονται καθώς η κάλυψη της υποδομής και τα επίπεδα ταχύτητας γίνονται περισσότερο ομοιόμορφα στις αγορές. Όπως υπογράμμισε ένας CEO, «σήμερα, όλοι έχουν το ίδιο δίκτυο. Όλοι λέμε ότι έχουμε το καλύτερο δίκτυο, αλλά η διαφορά στην εμπειρία του πελάτη μεταξύ ενός καλού και ενός κακού δικτύου είναι ανεπαίσθητη για τον τελικό χρήστη».
Άλλοι αναφέρθηκαν στις προηγούμενες αποτυχίες δημιουργίας εσόδων από νέες ψηφιακές υπηρεσίες ως λόγους για να δοθεί προτεραιότητα στην ποιότητα του δικτύου, υπογραμμίζοντας τον ρόλο του σε μια βασικά αμυντική στρατηγική νοοτροπία. Συγκεκριμένα, ο εκσυγχρονισμός του δικτύου κατατάσσεται στην πέμπτη θέση από τις εννέα βραχυπρόθεσμες στρατηγικές προτεραιότητες, υποδηλώνοντας ότι οι αναβαθμίσεις δικτύου δεν είναι στην πραγματικότητα το επίκεντρο ως μια διαδρομή προς ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ενώ οι leaders του κλάδου προτιμούν αμυντικές στρατηγικές που βασίζονται στην υψηλής ποιότητας δικτυακή υποδομή, το περιβάλλον του κλάδου αλλάζει με ταχείς ρυθμούς. Αν και οι χρηματοοικονομικές επιδόσεις εμφανίζονται ανθεκτικές ενόψει των αντίθετων μακροοικονομικών ανέμων, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Οι κορυφαίες προκλήσεις για την επίτευξη κερδοφόρας ανάπτυξης, όπως αναφέρονται, είναι ο «disruptive» ανταγωνισμός και η ρυθμιστική ή πολιτική αβεβαιότητα. Οι αντιλήψεις της αστάθειας και της πολυπλοκότητας συνοδεύουν αυτά τα σημεία πόνου.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα επεσήμαναν ότι οι hyperscalers αποτελούν την κυρίαρχη απειλή για τα επόμενα πέντε χρόνια, με τους παρόχους satellite να ξεπερνούν τους virtual παρόχους κινητής. Η μόχλευση της ποιότητας του δικτύου μπορεί να βοηθήσει τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους στην αντιμετώπιση διαταραχών από το satellite, αλλά είναι λιγότερο πιθανό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην ικανότητα των hyperscalers να καινοτομούν και να διαταράσσουν. Όπως είπε ένας Διευθύνων Σύμβουλος, «οι hyperscalers τρώνε την B2B δραστηριότητα μας· θα ήταν εύκολο για αυτούς να πάρουν τον έλεγχο ενεργώντας ως μεσάζοντες, παρέχοντας συνδεσιμότητα στους πελάτες».
Εν τω μεταξύ, η ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης, των ψηφιακών αγορών και των vendors αναφέρεται από πάνω από το ένα τρίτο των στελεχών ότι θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον τομέα των τηλεπικοινωνιών τα επόμενα τρία χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η αποτελεσματική διαχείριση του φόρτου συμμόρφωσης θα απαιτήσει καλύτερη κατανόηση των οικοσυστημάτων του κλάδου εκτός της παραδοσιακής αλυσίδας αξίας των τηλεπικοινωνιών.
Καθώς οι telcos εξετάζουν τις προτεραιότητές τους για τα επόμενα τρία χρόνια, στο επίκεντρο έρχονται οι βελτιώσεις στην εμπειρία του πελάτη, με πολλούς ερωτηθέντες να τονίζουν τη σημασία της συνεχούς απλοποίησης των προϊόντων ως βασικό παράγοντα. Η βελτίωση των οργανωτικών δεξιοτήτων και των ταλέντων βρίσκεται στη δεύτερη θέση, με πολλές εταιρείες να επιθυμούν να αναθεωρήσουν το οργανωτικό τους DNA για να προσελκύσουν νεότερους ανθρώπους, με πιο «φρέσκια» σκέψη. Η ψηφιοποίηση, ο έλεγχος του κόστους και ο εκσυγχρονισμός του δικτύου συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα.
Αυτές οι προτεραιότητες ευθυγραμμίζονται με τις ανακοινωμένες στρατηγικές, αλλά όταν ερωτώνται σχετικά με τους βασικούς μοχλούς σε κάθε τομέα, ορισμένες πτυχές μένουν πίσω. Η απλοποίηση των προϊόντων αξιολογείται με διπλάσια σημασία σε σύγκριση με την επιτάχυνση της επίλυσης προβλημάτων στις αλληλεπιδράσεις με τους πελάτες. Η προσέλκυση νέου ταλέντου κυριαρχεί στην ατζέντα, αλλά οι κίνδυνοι δημιουργίας νέων σιλό εξακολουθούν να υφίστανται. Όπως τόνισε ένας CFO, «είναι δύσκολο να αποκτήσεις το σωστό είδος ταλέντου. Σκέφτονται διαφορετικά και έχουν διαφορετική στάση εργασίας σε σύγκριση με τις παλαιότερες γενιές».
Εν τω μεταξύ, η τεχνητή νοημοσύνη κατατάσσεται πίσω από τα software-defined δίκτυα ως κρίσιμη αναδυόμενη τεχνολογία, αν και τα στελέχη αναμένουν ότι θα αυξηθεί η σημασία της τα επόμενα πέντε χρόνια. Η ψηφιακή υποδομή και η μετάβαση στο cloud δεν έχουν μεγάλη απήχηση ως παράγοντες βελτίωσης της επιχειρησιακής αποδοτικότητας. Η αναβάθμιση και η κατάργηση υποδομών ηγούνται της στρατηγικής δικτύου, με την ενεργειακή αποδοτικότητα του δικτύου και την υιοθέτηση διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών (API) δικτύου να είναι πολύ λιγότερο εμφανείς.
Οι hyperscalers θεωρούνται η κυρίαρχη απειλή για τις επιχειρήσεις των τηλεπικοινωνιακών παρόχων σε πέντε χρόνια, αλλά μόνο το 37% θεωρεί τη αλλαγή του επιχειρηματικού μοντέλου ως στρατηγική προτεραιότητα σήμερα. Μόνο οι μισοί από τους ερωτηθέντες πιστεύουν ότι η ποιότητα του δικτύου θα είναι ακόμα ο πιο σημαντικός διαφοροποιητικός παράγοντας σε πέντε χρόνια, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την πίστη τους στην βασική συνδεσιμότητα ως παράγοντα κερδοφόρας ανάπτυξης. Το 59% πιστεύει ότι το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού ανθρώπινου δυναμικού θα αναβαθμιστεί ή θα αντικατασταθεί, αλλά ελάχιστοι θεωρούν την πρόταση προς τους εργαζόμενους και τον σκοπό ως κεντρικό σημείο στην ατζέντα τους για το ανθρώπινο δυναμικό σήμερα.
Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι θα παίξουν κορυφαίο ρόλο στα διατομεακά οικοσυστήματα, αλλά η τοποθέτηση στο οικοσύστημα δεν κατατάσσεται στις πέντε πρώτες στρατηγικές προτεραιότητες. Κάποιοι αναγνωρίζουν αυτήν την αχίλλειο πτέρνα, με έναν CTO να επισημαίνει ότι «η κακή συνεργασία στο οικοσύστημα είναι πρόκληση – περισσότερο από ποτέ, είναι σημαντικό να έχεις ανθρώπους που μπορούν να αποδεχτούν συμβιβασμούς μέσα σε συνεργασίες». Τέλος, το 43% των leaders της βιομηχανίας πιστεύει ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι θα χωριστούν σε NetCos και ServCos, αλλά η ψηφιακή υποδομή μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών κατατάσσεται τελευταία ως βραχυπρόθεσμη προτεραιότητα.
Η προοπτική ανάπτυξης των τηλεπικοινωνιακών εταιρειών είναι σταθερή αλλά όχι θεαματική, βασισμένη στη βασική συνδεσιμότητα και στη συνεχή διαχείριση κόστους σε συνδυασμό με την εξάρτηση από την ποιότητα του δικτύου. Οι ηγέτες της βιομηχανίας προβλέπουν αλλαγές στον τομέα σε πέντε χρόνια, τις οποίες οι σημερινές αμυντικές στρατηγικές δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν. Εν κατακλείδι, η αναθεώρηση των επιχειρηματικών μοντέλων και των παραγόντων διαφοροποίησης, καθώς και η οικοδόμηση νέων προτάσεων για τους υπαλλήλους και θέσεων στο οικοσύστημα, είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία μέχρι το 2030.