Όπως λέει ο σοφός λαός, «υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια». Γιατί σας το λέμε αυτό; Γιατί η Meta δείχνει να αγνοεί πλήρως τη συγκεκριμένη παροιμία, έχοντας αφήσει την πορτοκαλιά του Facebook να ξεραθεί κάτω από τον καυτό ήλιο του ανταγωνισμού.
Πριν από μερικές ημέρες, άγνωστοι κατάφεραν να αποκτήσουν πρόσβαση διαχειριστή στη Facebook page του Ελληνικού Μουσείου Πληροφορικής. Από εκείνο το σημείο και μετά (και μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές), η σελίδα του Μουσείου δεν φιλοξενεί παλιούς υπολογιστές και κονσόλες, τεχνολογική ιστορία και άλλο παρόμοιο υλικό, αλλά… άλλου τύπου αναρτήσεις – για να το θέσουμε κομψά. Αν είστε σε δημόσιο χώρο, σας προτείνουμε να μην ψάξετε αυτές τις αναρτήσεις.
Ο founder του Μουσείου, Γιώργος Τσεκούρας, έχει καταβάλει κάθε προσπάθεια για να επανέλθει η διαχείριση της σελίδας στα χέρια του, χωρίς αποτέλεσμα. Επί της ουσίας, οι λύσεις που του δίνονται τον μπλέκουν σε μια γραφειοκρατική «λούπα» εντός των υπηρεσιών της Meta, από την οποία δεν έχει προκύψει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Θέλουμε να πιστεύουμε πως το πρόβλημα θα λυθεί. Αλλά το θέμα μας δεν είναι το Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής και το πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή. Το θέμα μας είναι το ίδιο το Facebook και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Για παράδειγμα, η ιστορία με το Μουσείο μας θύμισε κάτι παρόμοιο που είχε συμβεί με το Public, πριν από λίγο καιρό. Έγραφε τότε ο Νίκος Βαρβαδούκας, Vice President Brand, Customer & Omnichannel της εταιρείας, σε ανάρτηση του στο (ανταγωνιστικό) LinkedIn: «η σελίδα της εταιρείας μας στο Facebook, με πάνω από 1 εκατομμύριο followers, είναι ανεξήγητα εκτός λειτουργίας εδώ και αρκετό καιρό. Αυτή η σιωπή (σ.σ: της Meta) είναι εκκωφαντική, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι το Public Group έχει ξοδέψει εκατομμύρια ευρώ στη Meta τα τελευταία 15 χρόνια!
Οι προσπάθειές μας να προσεγγίσουμε τους account managers της Meta έμειναν αναπάντητες. Αυτό είναι το είδος της υποστήριξης που μπορούν να περιμένουν τα μεγάλα brands; Προφανώς, οι δαπάνες εκατομμυρίων σε διαφημίσεις δεν εγγυώνται ούτε τη βασική εξυπηρέτηση του πελάτη». Δεν συνδέουμε άμεσα τα δύο θέματα, αλλά λίγο καιρό μετά έγινε το λανσάρισμα των Public Ads, με την εταιρεία να δείχνει ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι με τους οποίους ένα brand μπορεί να αποκτήσει visibility, έξω από τα κοινωνικά δίκτυα και τα «παραδοσιακά» μοντέλα.
Και δεν θα σας μεταφέρουμε μόνο τις ιστορίες τρίτων. Πέρα από το ότι είμαστε βέβαιοι πως έχετε και εσείς παρόμοια περιστατικά, θα σας πούμε και τις δικές μας «μαρτυρίες». Όταν πριν από λίγο καιρό, μια σελίδα μας με δεκάδες χιλιάδες followers «χακεύτηκε» (σε απλά ελληνικά), οι διαδικασίες για να την πάρουμε πάλι στα χέρια μας ήταν, όχι απλώς δύσκολες, αλλά πολύ δύσκολες. Η άκρη, τελικά, βγήκε μέσω μιας επαφής που μπόρεσε να επικοινωνήσει με πιο άμεσο τρόπο το πρόβλημα προς την ίδια την Meta και να το επιλύσει. Σε απλά ελληνικά, για να γίνει το αυτονόητο χρειάστηκε «κονέ».
Και θα το πάμε και ένα βήμα παραπέρα. Την ίδια στιγμή που η Meta κάνει τόσο δύσκολη και γραφειοκρατική την επαναφορά μιας σελίδας στη δική της πορτοκαλιά, δυσχεραίνει τη λειτουργία της υπηρεσίας της σε άλλα επίπεδα. Για παράδειγμα, τόσο δικές μας pages και προσωπικά προφίλ όσο και άλλων, βρίσκονται αντιμέτωπες με πολύ συχνές αφαιρέσεις αναρτήσεων, λόγω του ότι, όπως λέει το σχετικό μήνυμα, «ήταν spam και ζητούσαν like» – κάτι που δεν έκαναν ποτέ, αφού ήταν κυρίως αναρτήσεις για ειδησεογραφικά θέματα. Η αίτηση για review της απόφασης, η οποία μπορεί να εκδοθεί μετά από κάποιες μέρες (όταν το post δεν είναι πια επίκαιρο) δεν φέρνει καμία επίλυση.
Την ίδια στιγμή που ο αγαπητός Mark Zuckerberg προσπαθεί να γίνει χίπστερ, ανεβάζει αναρτήσεις στις οποίες μας δείχνει τι μπορεί να κάνει το AI της Meta και reels στα οποία πίνει μπύρα σερφάροντας, brands και χρήστες των κοινωνικών δικτύων της εταιρείας του βρίσκονται αντιμέτωπα με μια γραφειοκρατία από δημόσια υπηρεσία των αρχών της δεκαετίας του ’90 και συστήματα τεχνητής νοημοσύνης τα οποία δεν μπορούν να ξεχωρίσουν πότε μια ανάρτηση ζητάει like και πότε είναι ένα απλό post για κάτι που έχει συμβεί στον κόσμο. Φυσικά, μην ξεχνάμε και το όνειρο της Meta για το metaverse – αλλά ας μην το συζητήσουμε τώρα αυτό.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε και κάτι πολύ σημαντικό. Το Facebook ξεκίνησε ζητώντας από τις σελίδες να μαζέψουν κόσμο – ώστε να αυξηθεί η βάση των users. Στη συνέχεια, αφού ήρθε ο κόσμος, η προσέγγιση του κοινού έγινε δυσκολότερη, αφού η Meta έπρεπε να αυξήσει τα έσοδά της, πουλώντας περισσότερο διαφημιστικό χώρο και reach. Μην παρεξηγηθούμε: δεν κατακρίνουμε το ότι χρειάζεται διαφημίσεις για να έχει έσοδα. Αλλά, αυτή τη στιγμή, απαιτείται μια σοβαρή επένδυση από τα brands για να έρθουν αποτελέσματα. Στο πλαίσιο που λειτουργεί σήμερα το Facebook, δικαιολογείται, άραγε, αυτή η πολύ σοβαρή οικονομική επένδυση;
Τι θέλουμε να πούμε με όλα τα παραπάνω; Ζούμε σε μια εποχή που τα κοινωνικά δίκτυα βρίσκονται σε μια εξαιρετικά μεταβατική (και ασταθή) φάση. Οι χρήστες μεταφέρονται προς νέα social που έχουν περισσότερο αντίκτυπο, κάποια άλλα αλλάζουν ιδιοκτησιακό καθεστώς (υιοθετώντας αμφιλεγόμενες πολιτικές και στρατηγικές) και κάποια άλλα δείχνουν να μένουν πίσω, καθώς οι μητρικές τους στρέφουν το ενδιαφέρον τους προς νέες «wannabe» καινοτομίες και όνειρα. Για το Facebook συγκεκριμένα, αν ρωτήσετε κάποιον από την Generation Z, θα σας πει πως είναι ένα μέρος για ανθρώπους που είναι μεγάλοι σε ηλικία (για να το θέσουμε κομψά). Αυτό δεν είναι τυχαίο.
Εν κατακλείδι, αν και η Meta συνεχίζει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της κοινωνικής δικτύωσης, θα πρέπει να κάνει ένα σοβαρό «reality check» για να δει το σήμερα και το αύριο των υπηρεσιών της και το πώς θα λειτουργούν ως πραγματικά κοινωνικά δίκτυα, στηρίζοντας τους χρήστες και τα brands που τα επιλέγουν, που αυξάνουν τα έσοδά, του δίνουν περιεχόμενο, click και κέρδη. Η φράση «υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές» ισχύει για όλους, πόσο μάλλον όταν τα οφέλη αυτού που παρέχεις, προς αυτούς που το χρησιμοποιούν, έχουν αρχίσει να περιορίζονται σημαντικά.