Η ταχεία υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των μισθών, αλλά μέχρι στιγμής δημιουργεί και δεν «καταστρέφει» θέσεις εργασίας, ειδικά για νέους και υψηλά ειδικευμένους, όπως έδειξε έρευνα που δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι εταιρείες έχουν επενδύσει πολλά στην τεχνητή νοημοσύνη, κάτι που έχει οδηγήσει τους οικονομολόγους να προσπαθούν να κατανοήσουν τον αντίκτυπο που έχει υπάρξει -και που θα υπάρξει- στην αγορά εργασίας, εν μέσω ανησυχιών από το ευρύτερο κοινό για το μέλλον των θέσεων εργασίας. Την ίδια στιγμή, οι εργοδότες αγωνίζονται για να βρουν ειδικευμένο προσωπικό.
Σε δείγμα 16 ευρωπαϊκών χωρών, το μερίδιο απασχόλησης των τομέων που εκτίθενται στην τεχνητή νοημοσύνη αυξήθηκε, με τις θέσεις εργασίας χαμηλής και μεσαίας ειδίκευσης να παραμένουν, σε μεγάλο βαθμό, ανεπηρέαστες και τις θέσεις υψηλής ειδίκευσης να λαμβάνουν τη μεγαλύτερη ώθηση, σύμφωνα με την έρευνα που δημοσίευσε η ΕΚΤ.
Αλλά η ίδια αναφέρθηκε, επίσης, σε «ουδέτερες έως ελαφρώς αρνητικές επιπτώσεις» στα κέρδη, κάτι που, όπως τόνισε, ενδέχεται να αυξηθεί.
«Αυτά τα αποτελέσματα δεν ισοδυναμούν με αθώωση», ανέφερε η μελέτη. «Οι τεχνολογίες που υποστηρίζουν την τεχνητή νοημοσύνη συνεχίζουν να αναπτύσσονται και να υιοθετούνται. Το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσεών τους στην απασχόληση και τους μισθούς -και επομένως στην ανάπτυξη και την ισότητα- δεν έχει ακόμη φανεί».
Τα ευρήματα έρχονται σε αντίθεση με προηγούμενα «τεχνολογικά κύματα», σημείωσε, όταν η μηχανογράφηση μείωσε «το σχετικό μερίδιο της απασχόλησης των εργαζομένων μεσαίας ειδίκευσης, με αποτέλεσμα την “πόλωση”».