Προσχέδιο έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον «εθιστικό σχεδιασμό» των διαδικτυακών υπηρεσιών, καταδικάζει τις συνέπειες που προκύπτουν στην ψυχική υγεία από τον υπερβολικό χρόνο μπροστά από μια οθόνη, ζητώντας νέους ευρωπαϊκούς κανόνες για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Σύμφωνα με το προσχέδιο, κατά μέσο όρο, ένα στα τέσσερα παιδιά και νέοι, ιδίως 16–24 ετών, περνούν πάνω από επτά ώρες την ημέρα στο Διαδίκτυο. Περισσότερες από δύο έως τρεις ώρες μπροστά από μια οθόνη καταγράφονται ως υπερβολικός χρόνος.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στα διαδικτυακά παιχνίδια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τις υπηρεσίες streaming για ταινίες, σειρές ή μουσική, τα ηλεκτρονικά καταστήματα και τις εφαρμογές γνωριμιών, που έχουν σχεδιαστεί ώστε οι χρήστες να ξοδεύουν το μέγιστο χρόνο ή χρήμα στην εκάστοτε πλατφόρμα.
Το προσχέδιο υποστηρίζει ότι το YouTube, το Netflix και το Spotify προσφέρουν λειτουργίες όπως το infinite scroll και η προεπιλεγμένη αυτόματη αναπαραγωγή, τις οποίες η έκθεση ορίζει ως «ψυχολογικά κόλπα για να κρατούν τους καταναλωτές στο διαδίκτυο». Άλλα εθιστικά χαρακτηριστικά στη σχεδίαση περιλαμβάνουν τη δυνατότητα «pull-to-refresh» και τις εξατομικευμένες προτάσεις.
Τέτοια χαρακτηριστικά επηρεάζουν τις «ψυχολογικές ανάγκες, τα τρωτά σημεία και τις επιθυμίες των καταναλωτών όπως το κοινωνικό άγχος ή ο φόβος της απώλειας». Ένα παράδειγμα του τελευταίου είναι οι προσωρινά διαθέσιμες πληροφορίες, όπως οι λειτουργίες «stories» και τα μηνύματα τύπου «is typing…».
Η πρωτοβουλία ανατέθηκε στην ευρωβουλευτή των Πρασίνων, Kim van Sparrentak, η οποία δημοσίευσε το προσχέδιο της έκθεσής την περασμένη εβδομάδα, παρέχοντας λεπτομερή περιγραφή των κινδύνων για την ψυχική υγεία. Για την van Sparrentak, ο εθισμός που σχετίζεται με τη χρήση του Διαδικτύου έχει παρόμοιες παρενέργειες με τον εθισμό που σχετίζεται με ουσίες που ρυθμίζονται αυστηρότερα.
Η ευρωβουλευτής τόνισε ότι οι εθισμένοι χρήστες έχουν διπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση, διαταραχές της εικόνας του σώματος, διατροφικές διαταραχές, άγχος, υψηλά επίπεδα στρες, παραμέληση οικογένειας και φίλων ή έλλειψη ύπνου.
Υπάρχει, επίσης, ο κίνδυνος ιδεοψυχαναγκαστικών συμπτωμάτων, όπως οι καταναγκαστικές αγορές ή τα προβλήματα με την ολοκλήρωση καθημερινών υποχρεώσεων, με αποτέλεσμα τη μείωση των βαθμών, την κακή σχολική και ακαδημαϊκή επίδοση και την κακή απόδοση στην εργασία.
Ο υπερβολικός χρόνος μπροστά από μια οθόνη και τα πολλά μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσουν ελλείμματα προσοχής, μικρότερη διάρκεια προσοχής, παρορμητικότητα, νευροαναπτυξιακές διαταραχές, περιορισμένη γνωστική ικανότητα και δυσκολίες στη μάθηση και τη μνήμη, όπως σημειώνει η έκθεση.
Αναφέρεται, επίσης, ότι η κατάχρηση των ψηφιακών τεχνολογιών μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα φαιάς ουσίας σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου, κάτι που συμβαίνει όταν κάποιος είναι εθισμένος, για παράδειγμα, στο αλκοόλ ή την ηρωίνη. Επιπλέον, υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος στρες και εξουθένωσης.
Το προσχέδιο της έκθεσης τονίζει ότι η θέσπιση χρονικών ορίων στις διαδικτυακές υπηρεσίες δεν αρκεί για την επίλυση των προβλημάτων εθισμού, κυρίως επειδή «οι πλατφόρμες που προσφέρουν χρονικά όρια μετατοπίζουν το βάρος στο άτομο αντί να αντιμετωπίζουν το βασικό ζήτημα του σκόπιμου εθιστικού σχεδιασμού για το κέρδος».
Η έκθεση καλεί την Κομισιόν να «καλύψει επειγόντως τα υπάρχοντα κανονιστικά κενά στις ευπάθειες», να παρουσιάσει νομοθεσία κατά του εθιστικού σχεδιασμού και να επανεξετάσει την οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, την οδηγία για τα δικαιώματα των καταναλωτών και την οδηγία για τους αθέμιτους όρους συμβάσεων.
Η έκθεση δεν έχει νομοθετική αξία. Ωστόσο, προορίζεται να δώσει ένα πολιτικό μήνυμα, τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αξιολογεί εάν οι κανόνες της για την προστασία των καταναλωτών εξακολουθούν να είναι κατάλληλοι για το σκοπό τους.