Η IDC αποκάλυψε ότι οι δαπάνες για προϊόντα cloud computing και storage αυξήθηκαν κατά 14,9% από έτος σε έτος στο πρώτο τρίμηνο, φτάνοντας στα 21,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι η ζήτηση μειώθηκε κατά 11,4%, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.
Η IDC εξήγησε ότι η ασυμφωνία μεταξύ εσόδων και ζήτησης οφείλεται στον πληθωρισμό και στην υψηλότερη συγκέντρωση GPU-accelerated συστημάτων, που αναπτύσσονται από τους παρόχους. Παρά την πληθωριστική πίεση στις επιχειρήσεις, η εταιρεία αναμένει ισχυρή ζήτηση για shared cloud υποδομές.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο Kuba Stolarski, research vice president της IDC, υποστήριξε πως «οι δαπάνες για υποδομές cloud παραμένουν ανθεκτικές απέναντι στις μακροοικονομικές προκλήσεις. Ωστόσο, ο κλάδος είναι αντιμέτωπος με σημαντικές αυξήσεις τιμών και το πρώτο τρίμηνο σηματοδότησε το δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο φθίνουσας ζήτησης.
Αν και η συνολική προοπτική για το έτος παραμένει θετική, η ανάπτυξή της εξαρτάται από την προσδοκία ότι θα οδηγηθεί από τον όγκο. Η παρατεταμένη στασιμότητα της ζήτησης θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη για το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους».
Η IDC υπογράμμισε τη ζήτηση για συστήματα GPU-accelerated. Και αυτό γιατί η ανάπτυξη στην αγορά της generative τεχνητής νοημοσύνης έχει αυξήσει σημαντικά τη ζήτηση για cloud computing που βασίζεται σε GPU σχεδιασμένες για εργασίες τεχνητής νοημοσύνης.
Όσον αφορά στη γεωγραφία, η εταιρεία αναφέρει ότι οι δαπάνες για υποδομές cloud κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου αυξήθηκαν, από έτος σε έτος, σε όλες τις περιοχές, εκτός από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, την Κίνα και τον Καναδά. Οι περιοχές που σημείωσαν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη ήταν η Λατινική Αμερική, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Μέση Ανατολή και η Αφρική.
Από το 2022 έως το 2027, η IDC αναμένει σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 11,2%, με τις δαπάνες για υποδομές cloud να φτάνουν τα 153 δισεκατομμύρια δολάρια το 2027. Οι δαπάνες από τους παρόχους υπηρεσιών σε σχετικές υποδομές προβλέπεται πως θα αυξηθούν με 10,6% CAGR, φτάνοντας τα 148,2 δισεκατομμύρια δολάρια το 2027.