Αρνητική είναι η πρώτη αντίδραση του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης στην πρόταση που προωθεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού να αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο και να θεσπιστεί συναρμοδιότητα με την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) για τα θέματα ανταγωνισμού στην αγορά των τηλεπικοινωνιών. Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου τα θέματα ανταγωνισμού στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών εξετάζονται επαρκώς από την ΕΕΤΤ.
Όπως σημειώνεται οι αρμοδιότητες ανταγωνισμού ασκούνται αποτελεσματικά από την ΕΕΤΤ από το 2000. Η ΕΕΤΤ έχει εκδώσει πάνω από 100 αποφάσεις κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας του ανταγωνισμού. Το 80% αφορά τη διερεύνηση παραβάσεων των άρθρων 1 και 2 του ν.3959/2011 (και πρώην ν.703/77), περί εναρμονισμένων πρακτικών και καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης μεταξύ επιχειρήσεων, ενώ το υπόλοιπο 20% αφορά ελέγχους συγκεντρώσεων στις αγορές των τηλεπικοινωνιών (και των ταχυδρομείων που επίσης είναι αρμοδιότητα της ΕΕΤΤ).
Το ισχύον πλαίσιο δίνει στην ΕΕΤΤ τη «διττή αρμοδιότητα» της ex ante (εκ των προτέρων) εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού στο πλαίσιο του ρυθμιστικού της ρόλου, ως Εθνική Ρυθμιστική Αρχή, αλλά και της ex post (εκ των υστέρων) εφαρμογής του, εθνικού και ενωσιακού, δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού. Το μοντέλο αυτό έχει επιλεγεί ως βέλτιστη επιλογή του νομοθέτη για μια σειρά από λόγους.
Προσφέρει τη μέγιστη αποτελεσματικότητα σε επίπεδο διοικητικής οργάνωσης, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των υποθέσεων που ανακύπτουν προς διερεύνηση από την ΕΕΤΤ ενέχουν και τις δύο πτυχές (εκ των προτέρων και εκ των υστέρων). Χρησιμοποιούνται τα ίδια νομικά εργαλεία στο πλαίσιο των δύο ρυθμίσεων και οποιαδήποτε προσπάθεια να αλλάξει η «διττή» αρμοδιότητα της ΕΕΤΤ θα έχει πολλαπλές δυσμενείς συνέπειες και θα αποβεί εν τέλει εις βάρος της ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού και αυτό γιατί:
- Θα αυξηθεί η διοικητική πολυπλοκότητα (όταν η τάση παγκοσμίως είναι η μονοαπευθυντική διαδικασία – «one stop shop») την στιγμή που ειδικά στην Ελλάδα, το μοντέλο της συναρμοδιότητας σε όλους τους τομείς είναι μη αποδοτικό.
- Θα προκύψει ανάγκη εκ νέου εκπαίδευσης και εξειδίκευσης του προσωπικού της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αφού έως τώρα δεν έχει αναπτύξει καμία τεχνογνωσία στις τηλεπικοινωνίες και στα ταχυδρομεία/ταχυμεταφορές.
- Ελλοχεύει κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων.
Η πρόταση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για συναρμοδιότητα με την ΕΕΤΤ στα θέματα ανταγωνισμού γίνεται στο περιθώριο μιας άλλης διαδικασίας (της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2019/1 (ECN+) όταν είναι προφανές ότι οποιαδήποτε αλλαγή αρμοδιοτήτων ανεξαρτήτων αρχών (στην περίπτωση αυτή εισαγωγή συναρμοδιότητας της Επιτροπής Ανταγωνισμού) αποτελεί μείζον θέμα και χρειάζεται να εξεταστεί διεξοδικά.
Σημειώνεται επίσης ότι δεν υπάρχει ένα μόνο μοντέλο κατανομής αρμοδιοτήτων σε ανεξάρτητες αρχές στην Ευρώπη αλλά αντίθετα μια μεγάλη ποικιλία προσεγγίσεων με την κάθε χώρα να προσαρμόζει την ανάθεση των αρμοδιοτήτων με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν σε αυτή και τις στρατηγικές προτεραιότητες της.