Σε αχαρτογράφητα νερά έχει περάσει ο ΟΤΕ με την πρωτοφανή σε διάρκεια απεργία (3 εβδομάδες) που έχει προκηρύξει η ΟΜΕ ΟΤΕ και η οποία έχει ως συνέπεια να σταματήσει κάθε συνεννόηση – διαπραγμάτευση μεταξύ διοίκησης και Ομοσπονδίας για την υπογραφή νέας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΣΣΕ).
Συνδικαλιστές, που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τις αποφάσεις της σημερινής διοίκησης της Ομοσπονδίας ή και διαφωνούν με αυτές, κάνουν λόγο για ένα περίπου 30% που ακολούθησε τις αποφάσεις της ΟΜΕ ΟΤΕ αρχικά (τις πρώτες μέρες) επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι περνώντας οι γιορτές το ποσοστό αυτό γίνεται μικρότερο. Η Ομοσπονδία στις ανακοινώσεις της μιλά για καθολική συμμετοχή στην απεργία και η διοίκηση δεν δίνει επίσημα κανένα στοιχείο.
Η μεγαλύτερη δυσλειτουργία στην επιχείρηση, ορατή στην εξυπηρέτηση των πελατών, χονδρικής και λιανικής, δημιουργείται από την κινητοποίηση συνδικαλιστών που εμποδίζουν εργαζόμενους να εργαστούν κλείνοντας την είσοδο σε κεντρικά κτήρια ή σε καταστήματα. Αυτό προκάλεσε και την απόφαση της διοίκησης του ΟΤΕ να κάνει μηνύσεις σε όσους παρεμποδίζουν εργαζόμενους που επιθυμούν να πάνε στην εργασία τους, είτε γιατί διαφωνούν (ή και αδιαφορούν) με την απεργία, είτε γιατί δεν αντέχουν οικονομικά τη συμμετοχή σε αυτή τόσες πολλές μέρες.
Σε ανακοίνωσή της η διοίκηση του ΟΤΕ δήλωσε πως «όπως σέβεται το δικαίωμα στην απεργία, θα διαφυλάξει το δικαίωμα των εργαζομένων που επιθυμούν να εργαστούν, έχοντας ήδη καταθέσει μηνύσεις κατά παντός υπευθύνου. Η παρεμπόδιση των εργαζομένων να μπουν στους χώρους της δουλειάς τους, με κλείσιμο θυρών – περιφρούρηση και εκφοβισμό, είναι παράνομη και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων σε μια δημοκρατική κοινωνία. Η τακτική αυτή αναγκάζει, όσους εργαζόμενους επιθυμούν να εργαστούν, να υποστούν οικονομική ζημία και τους στερεί το δημοκρατικό δικαίωμα της ελευθερίας επιλογής.»
Αργά το βράδυ χθες η ΟΜΕ ΟΤΕ απάντησε στα παραπάνω με ανακοίνωσή υπό τον τίτλο «συλλήψεις συνδικαλιστών» στην οποία αναφέρεται ότι προσήχθησαν «εργαζόμενοι με ψευδείς καταμηνύσεις» και καταλήγει ως εξής: «Η Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού πρέπει να παραιτηθεί τώρα γιατί οδηγεί στην καταστροφή την εταιρεία και τους εργαζόμενους!».
Τη θέση ότι για το αδιέξοδο φταίει η Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού εκφράζει όταν ερωτάται σχετικά ο πρόεδρος της ΟΜΕ ΟΤΕ, Δημήτρης Φούκας, ο οποίος επίσης δηλώνει πως η Ομοσπονδία θα προσφύγει στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) γιατί, όπως υποστηρίζει, «εργολάβοι έχουν αναλάβει έργο στο δίκτυο προκειμένου να σπάσουν τον απεργιακό αγώνα» και αυτό «θα ελεγχθεί ως προς τη νομιμότητά του». Ακόμη, σκοπεύει να ζητήσει απευθείας συνάντηση με τη διοίκηση της Deutsche Telekom (βασικό μέτοχο του ΟΤΕ).
Με βάση τα παραπάνω το τι μέλλει γενέσθαι συνοψίζεται σε δύο βασικά σενάρια:
- Να μην υπάρξει εκτόνωση και η αντιπαράθεση να συνεχιστεί και αφού λήξει η απεργία στις 12 Ιανουαρίου, χωρίς να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για νέα ΣΣΕ. Σε αυτή την περίπτωση από τις 31/1/2020 παύει να ισχύει στο σύνολό της η ΣΣΕ η ισχύ της οποίας παρατάθηκε μονομερώς για ένα μήνα από τη διοίκηση του ΟΤΕ. Αυτό θα σημαίνει ότι το τμήμα των εργαζομένων στον ΟΤΕ που σήμερα εργάζεται 35 ώρες την εβδομάδα θα γυρίσει στο 40ωρο με παράλληλη αύξηση της μισθοδοσίας του κατά περίπου 9,5%. Ωστόσο, το τελευταίο είναι επισφαλές καθώς από τη στιγμή που δεν θα υπάρχει ΣΣΕ και όλες οι συμβάσεις θα είναι ατομικές κάποιες από τις οικονομικές παροχές μπορεί να διακοπούν και έτσι να μηδενίσουν το όποιο όφελος από την επιστροφή των μισθών στο επίπεδο του 2011 (τότε με ΣΣΕ είχε συμφωνηθεί η μέση μείωση 11% στους μισθούς και το 35ωρο). Σε αυτή την περίπτωση επίσης θα πάψει να ισχύει η αποφυγή απολύσεων για οικονομοτεχνικούς λόγους. Προφανώς μια συνεχής αναταραχή στην εταιρεία δεν βολεύει επί της ουσίας καμία πλευρά.
- Να επέλθει εκτόνωση ώστε να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις της Ομοσπονδίας με τη διοίκηση του ΟΤΕ για νέα ΣΣΕ. Όπως εκτιμάται αυτό είναι δύσκολο να συμβεί όσο διαρκεί η απεργία και με δεδομένη την όξυνση που παρατηρείται. Ωστόσο, ακόμα και αν οι δύο πλευρές καθίσουν στο ίδιο τραπέζι η διαπραγμάτευση δεν θα είναι εύκολη. Η απόσταση μεταξύ των θέσεων των δύο πλευρών είναι τεράστια. Η ΟΜΕ ΟΤΕ ζητά αυξήσεις για όλους τους εργαζόμενους, επαναφορά των μισθολογικών κλιμακίων και τριετή ΣΣΕ σε όλο τον όμιλο. Η διοίκηση του ΟΤΕ προτείνει, σύμφωνα με πληροφορίες, μονοετή ΣΣΕ ώστε να υλοποιήσει τον μετασχηματισμό του ομίλου που σχεδιάζει, μηδενικές αυξήσεις στους παλαιούς εργαζόμενους και έως 3% στους νέους εργαζόμενους.
Αναφορικά με τους 6 φύλακες που επέμεναν μέχρι τέλος να μην υπογράψουν εθελουσία και απολύθηκαν στις 31/12/2019, με τη λήξη της ισχύος της ΣΣΕ, χωρίς να πάρουν την επιπλέον αποζημίωση που τους αναλογούσε με βάση το πρόγραμμα οικειοθελούς αποχώρησης, η εκτίμηση είναι ότι η διοίκηση του ΟΤΕ δεν πρόκειται να υποχωρήσει. Είχε προειδοποιήσει εδώ και μήνες για αυτή την εξέλιξη και αν κάνει πίσω θα δώσει το λάθος μήνυμα, ειδικά ενόψει των αλλαγών που θέλει να εφαρμόσει στην οργάνωση του ομίλου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα νέα δεδομένα στην εξέλιξη των τεχνολογιών και στον ανταγωνισμό μεταξύ των παρόχων. Το μόνον που πιθανολογείται ότι θα μπορούσε να δεχθεί, σε ένδειξη καλής θελήσεως προς την Ομοσπονδία, εφόσον αυτή διαφοροποιήσει τη στάση της, είναι να πάρουν οι 6 φύλακες την αυξημένη αποζημίωση που τους είχε προταθεί σε συνδυασμό με την πρόσληψή τους σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης.