«Η διασφάλιση ενός σταθερού και ασφαλούς επενδυτικού περιβάλλοντος, όσο και η προστασία και βελτίωση των όρων του ανταγωνισμού για τους φορείς που έχουν ήδη κάνει εκτεταμένες επενδύσεις στην Ελλάδα θα πρέπει να αποτελέσουν βασικές προτεραιότητες των στρατηγικών επιλογών της κυβέρνησης» τόνισε μιλώντας στο 17ο Συνέδριο Infocom ο διευθύνων σύμβουλος της Cyta Ελλάδος Γιάννης Κουλίας.
Όπως τόνισε «για την επίτευξη της ευρωπαϊκής ψηφιακής ενιαίας αγοράς, απαιτούνται ασφαλή και αξιόπιστα ψηφιακά δίκτυα υψηλής ταχύτητας, με προσιτό κόστος. Η αναγκαιότητα αυτή έχει εκφρασθεί με σαφήνεια μέσα από τους στόχους του Ψηφιακού Θεματολογίου για την Ευρώπη 2020. Γεννάται, όμως, ένα σημαντικό ερώτημα: από πού θα προέλθουν τα χρήματα για τις επενδύσεις που απαιτούνται; Όπως είναι γνωστό, ενώ το μέγεθος της ψηφιακής οικονομίας αυξάνεται δραματικά κάθε χρόνο, τα οφέλη από την αύξηση αυτή καρπώνονται κατά κόρον επιχειρήσεις που προσφέρουν “Over The Top” υπηρεσίες, θεωρώντας δεδομένη την ύπαρξη των απαραίτητων υποδομών. Από την άλλη πλευρά, οι ίδιες οι υποδομές, παρά την κρισιμότητα του ρόλου τους και τις υψηλές επενδύσεις που απαιτούν, τείνουν να θεωρούνται commodities, των οποίων οι ιδιοκτήτες έχουν εξαιρετικά μικρό μερίδιο των εσόδων που καθίστανται δυνατά, ακριβώς λόγω της ύπαρξης των υποδομών αυτών. Το παράδοξο αυτό, είναι κάτι που πρέπει να απασχολήσει σημαντικά τις εθνικές και διεθνείς πολιτικές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών τα επόμενα χρόνια, ώστε να μην οδηγηθούμε τελικά σε ανάσχεση της ανάπτυξης των νέων υποδομών».
Αναφορικά με την Εθνική Στρατηγική για την Ευρυζωνικότητα, στη χώρα μας η οποία έχει πρόσφατα εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο κ. Κουλίας σημείωσε πως «δίνει τις σωστές κατευθύνσεις ως προς την υιοθέτηση των τεχνολογιών που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επομένων ετών. Προσφέρει σαφή κίνητρα για την ανάπτυξη υποδομών Fibre to the Building, παρακάμπτοντας τεχνολογίες που συνεχίζουν να βασίζονται στο χαλκό και θα πρέπει και αυτές να αντικατασταθούν εκ νέου, πιθανότατα μέσα στην επόμενη προγραμματική περίοδο. Θα αποφευχθούν, κατ’ αυτόν τον τρόπο λάθη όπως εκείνα που καθυστέρησαν την έλευση των τεχνολογιών DSL και κατέστησαν για χρόνια τη χώρα μας ουραγό στους δείκτες ευρυζωνικότητας της Ευρώπης».
Όπως επίσης τόνισε «η υλοποίηση των έργων υποδομών μέσω αυτής της Εθνικής Στρατηγικής μπορεί, συνδυαζόμενη με τις κατάλληλες ενέργειες για ενθάρρυνση της χρήσης καινοτόμων υπηρεσιών, να επιφέρει σημαντική ώθηση σε όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας στους οποίους η χώρα μας έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως είναι ο κλάδος των τεχνολογιών πληροφορικής και ο κλάδος του τουρισμού».
Ακόμη, σχετικά με τη δραστηριότητα της Cyta ο διευθύνων σύμβουλος επεσήμανε: «Ο Όμιλος Cyta επενδύει συστηματικά σε διεθνή υποθαλάσσια και επίγεια δίκτυα, διασφαλίζοντας την αξιοπιστία και ευρωστία των υποδομών και την επάρκεια χωρητικότητας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Πρωτοπορεί και αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα διαρκούς καινοτομίας και ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης, στην αξιοποίηση και εμπορία των διεθνών τηλεπικοινωνιακών υποδομών, μέσω της εταιρικής υπομάρκας “Cytaglobal”. Σε αυτά τα πλαίσια, προωθεί την επέκταση των δικτύων του, σε ένα κοινό μέτωπο Κύπρου – Ελλάδος στον άξονα Μέσης Ανατολής – Βαλκανίων. Η διασύνδεση και πλήρης ενοποίηση των δικτύων του Ομίλου έγινε πρόσφατα κατορθωτή μέσω ιδιόκτητων υποθαλάσσιων οπτικών ινών υψηλής ταχύτητας, μεταξύ Αθήνας – Κρήτης – Κύπρου που επιτρέπει στον Όμιλο να αξιοποιήσει πλήρως τα εθνικά και διεθνή δίκτυα του και να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ως εναλλακτική τηλεπικοινωνιακή γέφυρα μεγάλης γεωπολιτικής αξίας, μεταξύ Ανατολής και Δύσης.»