Καμία πρόοδος δεν έχει σημειωθεί στην κατεύθυνση της εισόδου των εναλλακτικών τηλεπικοινωνιακών παρόχων στο VDSL (από τις υπαίθριες καμπίνες) ενάμισι περίπου χρόνο μετά την έγκριση από την ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) των τιμολογίων του ΟΤΕ και την έναρξη της δικής του δραστηριοποίησης.
Οι συνδέσεις VDSL των εναλλακτικών παρόχων με χονδρική από τον ΟΤΕ είναι ελάχιστες, ούτε καν ανακοινώνονται και η όποια ανάπτυξη της υπηρεσίας παραμένει υπόθεση του Οργανισμού.
Σύμφωνα με όσα λέγουν 4 ανώτατα στελέχη από τη Forthnet, την hellas online, τη Wind και τη Cyta Ελλάς στο infocom.gr, είναι απαγορευτικό για τους εναλλακτικούς παρόχους να δώσουν την υπηρεσία του VDSL (από το καφάο, γιατί από το αστικό κέντρο παρέχεται) εξαιτίας της συμπίεσης περιθωρίου κέρδους. Σημειώνεται σχετικά ότι οι hellas on line και Wind, το 2013 και στη συνέχεια πρόσφατα ως στοιχείο σε ακρόαση για τιμολογιακό πακέτου του ΟΤΕ, έχουν παρουσιάσει στην ΕΕΤΤ σχετική μελέτη της Wik που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα βασικότερα πακέτα του ΟΤΕ οδηγούν σε μηδενικό ή αρνητικό περιθώριο κέρδους τους εναλλακτικούς.
Το τοπίο που έχει διαμορφωθεί σχετικά με την πρώτη υπηρεσία που αυξάνει τις ταχύτητες διασύνδεσης στο διαδίκτυο δεν είναι άσχετη βεβαίως με το γεγονός ότι η αγορά των εναλλακτικών παρόχων τελεί εν αναμονή ενός νέου τοπίου. Από μέρα σε μέρα αναμένεται να ανακοινωθεί η συγχώνευση της hellas online με τη Vodafone και στη συνέχεια εκτιμάται ότι θα ξεκαθαρίσει τι θα γίνει στη Forthnet στην οποία μερίδιο του μετοχικού της κεφαλαίου κατέχουν η Wind και η Vodafone.
Την ίδια στιγμή, ακόμα και αν τα οικονομικά δεδομένα μιας από τις εταιρείες το επέτρεπαν, είναι απαγορευτικό η κάθε μια εταιρεία να επενδύσει για το δικό της δίκτυο νέας γενιάς. Απατούνται τεράστια κονδύλια. Μια ένδειξη αποτελεί η μελέτη που έχει γίνει από το υπουργείο Υποδομών και αφορά τη σύνδεση 2 εκατ. νοικοκυριών με οπτική ίνα, έργο προϋπολογισμού 1 δις. ευρώ.
Το προφανές για να αναπτυχθούν τα σταθερά δίκτυα νέας γενιάς είναι να συνεργαστούν όλοι οι πάροχοι σε ένα εναλλακτικό δίκτυο και ο ανταγωνισμός να μεταφερθεί στις υπηρεσίες. Στελέχη της αγοράς σημειώνουν μάλιστα ότι το ιδανικό θα ήταν στο δίκτυο αυτό να συμμετέχει και ο ΟΤΕ.
Ωστόσο, η ανάγκη της συνεργασίας για τα δίκτυα νέας γενιάς αναγνωρίζεται από όλες τις πλευρές χωρίς όμως να προχωρά κάτι σχετικό προς την κατεύθυνση αυτή.
Όπως επισημαίνει ο Παναγιώτης Μαυραγάνης, Ανώτερος Διευθυντής Λειτουργιών Πελατών Forthnet: «στα δίκτυα Νέας Γενιάς δεν πρέπει να οδηγηθούμε σε ανταγωνισμό υποδομών, αλλά σε ανταγωνισμό υπηρεσιών. Η δημιουργία ενός ενιαίου δικτύου, με ισότιμη πρόσβαση για όλους, που θα συνδυάζει ανάλογα με την πληθυσμιακή σύνθεση κάθε περιοχής διαφορετικές τεχνολογίες παροχής υψηλών ταχυτήτων, όπως το FFTH, το VDSL, ή ακόμα και το δορυφορικό internet, (αστικά, ημιαστικά κέντρα και απομακρυσμένες περιοχές), θεωρούμε ότι αποτελεί την ενδεδειγμένη επιλογή για την αγορά της Ελλάδας. Αυτό που απουσιάζει είναι η χάραξη ξεκάθαρης και μακροπρόθεσμης εθνικής στρατηγικής για την επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Σύγκλισης. Η κατασκευή καινούριων δικτύων είναι ανώφελη, εάν οι καταναλωτές δεν έχουν πραγματικά λόγο για να τα χρησιμοποιούν.»
O Φώτης Κωνσταντέλλος, Chief Commercial Officer της hellas online σημειώνει πως «ένα ζήτημα μείζονος σημασίας για την ελληνική αγορά και το οποίο θα συμβάλλει σημαντικά στην ψηφιακή ανάπτυξη, είναι η αλλαγή της ρύθμισης για την ενίσχυση των επενδύσεων σε δίκτυα νέας γενιάς (οπτικών ινών), μέσω ενός μοντέλου συν – επένδυσης μεταξύ ΟΤΕ, εναλλακτικών παρόχων και ενδιαφερόμενων επενδυτών, μέσω της από κοινού κατασκευής και χρήσης δικτύων, σε ένα μοντέλο εταιρείας τύπου DIGEA.»
Το στέλεχος της hellas online προσθέτει πως επιλογή της εταιρείας του ήταν με δεδομένες τις συνθήκες να μην δώσει έμφαση στο VDSL και να το παρέχει μόνο μέσω καφάο με μια λογική άμυνας αφού: «Από τη στιγμή που απουσιάζουν οι εφαρμογές που απαιτούν τέτοιες ταχύτητες και συνάμα το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών είναι περιορισμένο για επιπλέον δαπάνη, η διείσδυση είναι κάπως περιορισμένη. Παρόλα αυτά, καθώς η τεχνολογία είναι στο DNA μας και επειδή στις τηλεπικοινωνίες οι υποδομές καθορίζουν σε ένα μεγάλο ποσοστό την επόμενη μέρα, έχουμε ήδη προχωρήσει σε επενδύσεις έτσι ώστε να διαθέσουμε την υπηρεσία σε πάνω από 80 μεγάλα αστικά κέντρα.»
Από την πλευρά της Wind, η οποία έχει ενσωματώσει τη σταθερή τηλεφωνία, ο Αντώνης Τζωρτζακάκης Γενικός διευθυντής Σταθερής Τηλεφωνίας και Επιχειρησιακής Ανάπτυξης λέγει πως «μακροπρόθεσμα πρέπει να αναπτυχθεί ένα ανταγωνιστικό με αυτό του ΟΤΕ δίκτυο νέας γενιάς, έστω αρχικά κάποιες νησίδες συνεργασίας των εναλλακτικών, χωρίς να αποκλείω και την περίπτωση να συνεργαστούμε και με τον Οργανισμό ώστε η βασική υποδομή να είναι μια και η διαφοροποίηση να γίνεται στις υπηρεσίες. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει καμιά συνεννόηση προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι τέτοιο το ύψος των επενδύσεων που κανένας πάροχος δεν μπορεί να το καλύψει μόνος του, ενώ κατά τη γνώμη μου και ο ίδιος ο ΟΤΕ έχει την ανάγκη να πουλά χονδρική τις υπηρεσίες του στους ανταγωνιστές του.»
Σύμφωνα με την Μαρίνα Νικολάου Διευθύντρια Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας της Cyta Ελλάδος «για να αναπτυχθεί η «Αγορά» VDSL πρέπει να υπάρχουν κίνητρα για όλους τους παρόχους να προωθήσουν την υπηρεσία. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι, εφόσον αρθούν οι ρυθμιστικές στρεβλώσεις, η υπηρεσία θα πάρει μαζικότερο χαρακτήρα και από αυτό θα ευνοηθούν όλοι οι πάροχοι, αλλά πρωτίστως οι πελάτες».
Η Cyta έδωσε πρώτη το VDSL, το Δεκέμβριο του 2011, παρέχοντας την υπηρεσία από το Αστικό Κέντρο, λόγω έλλειψης τότε πλαισίου διάθεσης από το καφάο. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η κα Νικολάου «ακόμα και μετά την εισαγωγή πλαισίου, παραμένουμε διστακτικοί στο να προχωρήσουμε σε συμπλήρωση του δικού μας προϊόντος με προϊόν χονδρικής (VDSL από το καφάο). Οι λόγοι είναι τόσο η συμπίεση περιθωρίου κέρδους που υπάρχει στην τιμολόγηση του προϊόντος χονδρικής όσο και η δομή του προϊόντος που, δυστυχώς, απευθύνεται σε παρόχους που χρησιμοποιούν παραδοσιακά δίκτυα και όχι δίκτυα νέας γενιάς».
«Παρόλα αυτά» – προσθέτει η ίδια – «η Cyta έχει προβεί σε πιλοτικές εφαρμογές διάθεσης από το καφάο και μελετά την ευρεία παροχή της, παράλληλα με τις ενέργειες για διορθώσεις στη ρύθμιση. Πιστεύουμε στην υπηρεσία και γι’ αυτό συνεχίζουμε τις προσπάθειες μας για βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου ρύθμισης και σύγκλισής του με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις. Μας ικανοποιεί το γεγονός ότι λειτουργήσαμε ως μοχλός πίεσης για την ανάπτυξη της υπηρεσίας στη χώρα, αλλά δεν είμαστε ευχαριστημένοι με τη γενικότερη εξέλιξή της».
Ποια η εικόνα των εναλλακτικών για την αποδοχή του VDSL από τους καταναλωτές.
Τι γίνεται όμως με την αποδοχή από τους καταναλωτές της υπηρεσίας του VDSL, έστω με τα σημερινά δεδομένα; Όπως σημειώνει ο κ. Κωνσταντέλλος «ο ΟΤΕ ανακοίνωσε 55.000 συνδρομητές VDSL για το α’ τρίμηνο 2014, δηλαδή 4% διείσδυση στην ευρυζωνική βάση του. Το νούμερο αυτό, ως απόλυτος αριθμός, έχει ενδιαφέρον αλλά δεν συνάδει με την έντονη επικοινωνία (διαφήμιση στον τύπο, προώθηση σε τοπικό επίπεδο) που ακολούθησε ο ΟΤΕ τον τελευταίο 1 ½ χρόνο. Από την άλλη το ποσοστό διείσδυσης 4%, δείχνει προς το παρόν μια χαλαρή ανταπόκριση από το καταναλωτικό κοινό και μας δικαιώνει όταν λέμε πως αυτό που νοιάζει τον πελάτη είναι η σχέση αξίας – τιμής, παρά οι ταχύτητες που «ψάχνουν» να καλύψουν εφαρμογές που καλά – καλά δεν υπάρχουν.»
Στο ίδιο κλίμα ο κ. Μαυραγάνης σημειώνει πως «η βασική επιθυμία του καταναλωτή, δεν είναι η παροχή υψηλότερων ταχυτήτων internet με μεγαλύτερο κόστος, αλλά η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών οικιακής ψυχαγωγίας και αξιόπιστης επικοινωνίας, σε προσιτή τιμή.»
Σύμφωνα επίσης με τον κ. Τζωρτζακάκη «η πορεία του VDSL θυμίζει αυτήν του ADSL. Και με το ADSL στην αρχή δεν μπορούσαμε να δραστηριοποιηθούμε. Μόνον όταν έγινε δυνατό να μπουν στο παιχνίδι οι εναλλακτικοί πάροχοι ξεκίνησε η πραγματική εξάπλωση της υπηρεσίας. Αν δεν δοθεί καλύτερη τιμή από τον ΟΤΕ για τη χονδρική του VDSL ώστε να μην υφίσταται συμπίεση περιθωρίου κέρδους η αγορά δεν θα «τρέξει». Αν τα πράγματα συνεχίσουν χωρίς εναλλακτικό δίκτυο οδεύουμε ξανά σε λογικές μονοπωλίου. Υπάρχει απουσία ρύθμισης. Ο ΟΤΕ παραβιάζει τους κανόνες του παρόχου με δεσπόζουσα θέση στην αγορά (βλέπε συνδυαστικό πακέτο ΟΤΕ – Cosmote, ΟΤΕ TV με 10 ευρώ – σταυροειδείς επιδοτήσεις) και η ΕΕΤΤ παραμένει απούσα».
Από την πλευρά της Cyta επίσης η κα Νικολάου επισημαίνει: «Βρισκόμαστε σε μία περίοδο τεχνολογικής υπεροχής και χρήσης απαιτητικών εφαρμογών ως μέρος της καθημερινότητάς μας. Η ανάγκη υπέρ-υψηλών ταχυτήτων σε προσιτές τιμές είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Αυτό δεν μπορεί να αφήσει τη Cyta αδιάφορη. Ο αριθμός πελατών του ΟΤΕ δεν είναι ενθαρρυντικός. Ακόμα πιο δυσάρεστη είναι η εικόνα που παρουσιάζει ο συνολικός αριθμός συνδέσεων όλων των εναλλακτικών παρόχων μαζί, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι η αναλογία πελατών μεταξύ ΟΤΕ και εναλλακτικών, στην τεχνολογία ADSL, είναι περίπου 50%-50%.»