Η ευρωπαϊκή τηλεπικοινωνιακή αγορά δείχνει να βρίσκεται σε έναν διαρκή συμβιβασμό ανάμεσα στην ανάπτυξη και στη ρύθμιση. Από τη μία πλευρά οι πάροχοι ζητούν μεγαλύτερη ευελιξία για να επενδύσουν και να καινοτομήσουν, από την άλλη οι ρυθμιστικές αρχές επιμένουν σε ένα αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο, ώστε να διασφαλίζεται ο ανταγωνισμός και η ισότιμη πρόσβαση στις υποδομές. Το αποτέλεσμα είναι μία αγορά που προχωρά, αλλά συχνά με αργά και δύσκολα βήματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι τηλεπικοινωνίες στην Ευρώπη είχαν πάντα μία στενή σχέση με το κράτος. Για δεκαετίες οι εθνικοί πάροχοι λειτουργούσαν ως κρατικά μονοπώλια, με το δημόσιο να χρηματοδοτεί τις υποδομές και να ελέγχει την ανάπτυξή τους. Όταν η αγορά άνοιξε, οι ίδιες αυτές εταιρείες βρέθηκαν να λειτουργούν σε ένα νέο περιβάλλον, όπου οι κανόνες άλλαξαν, αλλά οι προσδοκίες από αυτές παρέμειναν υψηλές. Σήμερα, με μεγαλύτερη επιχειρηματική αυτονομία, εξακολουθούν να λειτουργούν υπό αυστηρές ρυθμίσεις και να επηρεάζονται από κρατικές παρεμβάσεις, είτε μέσω πολιτικών, είτε μέσω επιδοτήσεων για στρατηγικές επενδύσεις.
Όμως η κατάσταση αυτή δεν επιτρέπει την ταχεία ανάπτυξη της ευρωπαϊκής τηλεπικοινωνιακής αγοράς. Μίας αγοράς που παραμένει κατακερματισμένη, με κάθε χώρα να έχει το δικό της «πλαίσιο», κάτι που δυσκολεύει τη δημιουργία μίας πραγματικά ενιαίας ευρωπαϊκής τηλεπικοινωνιακής υποδομής. Σε αντίθεση με άλλες περιοχές του πλανήτη, όπου λίγοι μεγάλοι παίκτες μπορούν να επενδύσουν σε τεράστια δίκτυα με οικονομίες κλίμακας, η Ευρώπη λειτουργεί με μικρότερες, πιο απομονωμένες οντότητες, γεγονός που καθυστερεί τις επενδύσεις και την επέκταση νέων τεχνολογιών.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εξέλιξη του 5G. Παρ’ ότι η Ευρώπη ξεκίνησε δυναμικά, σήμερα δείχνει να μένει πίσω έναντι των ΗΠΑ και της Ασίας. Οι αργές διαδικασίες αδειοδότησης, οι γραφειοκρατικοί περιορισμοί, και η έλλειψη ενός ενιαίου επενδυτικού μοντέλου, έχουν οδηγήσει σε καθυστερήσεις, τη στιγμή που άλλες περιοχές έχουν ήδη ξεκινήσει τη μετάβαση στο standalone 5G. Οι συζητήσεις για την επόμενη γενιά τεχνολογιών συνδεσιμότητας έχουν ήδη αρχίσει, αλλά αν δεν αλλάξει το σημερινό περιβάλλον, το ίδιο πρόβλημα θα επαναληφθεί και στο μέλλον.
Παράλληλα, υπάρχει ένα ακόμη θέμα που δεν μπορεί να αγνοηθεί: ποιος πληρώνει για τα δίκτυα; Οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της χρηματοδότησης των υποδομών, την ώρα που οι περισσότερες ψηφιακές υπηρεσίες, όπως οι streaming πλατφόρμες, που χρειάζονται πολλά data, χρησιμοποιούν αυτά τα δίκτυα χωρίς να συμμετέχουν στο κόστος ανάπτυξής τους.
Σύμφωνα με μελέτες, ένα μεγάλο ποσοστό της διαδικτυακής κίνησης στην Ευρώπη, προέρχεται από λίγες μόνο μεγάλες εταιρείες, ενώ το οικονομικό βάρος της συντήρησης και της επέκτασης των δικτύων, πέφτει αποκλειστικά στους παρόχους.
Το ερώτημα λοιπόν είναι αν πρέπει να αναθεωρηθεί το σημερινό μοντέλο, ώστε οι OTT υπηρεσίες που δημιουργούν τη μεγαλύτερη ζήτηση για δεδομένα να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Αυτή η συζήτηση δεν είναι νέα, αλλά παραμένει στο τραπέζι, καθώς οι ρυθμιστικές αρχές διστάζουν να προχωρήσουν σε μέτρα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το ανοιχτό διαδίκτυο και τον ανταγωνισμό. Από την πλευρά των παρόχων, η θέση είναι ξεκάθαρη: η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα, αν δεν υπάρξει μία δικαιότερη κατανομή του κόστους.
Ίσως η λύση βρίσκεται σε ένα πιο ευέλικτο μοντέλο, όπου οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι θα έχουν μεγαλύτερη ελευθερία επενδύσεων, αλλά με μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν ότι οι βασικοί χρήστες των υποδομών, όπως οι μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες, θα συνεισφέρουν στο κόστος, χωρίς να επιβαρύνουν τον τελικό καταναλωτή. Η δημιουργία ενός πιο ισορροπημένου πλαισίου δεν είναι εύκολη, αλλά αν η Ευρώπη δεν προχωρήσει σε αλλαγές, κινδυνεύει να δει την τεχνολογική απόσταση από τις υπόλοιπες αγορές να μεγαλώνει ακόμα περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη για μία νέα στρατηγική στις τηλεπικοινωνίες, βρίσκεται στο προσκήνιο. Η ψηφιακή οικονομία αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, και αν η Ευρώπη θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική, πρέπει να κινηθεί με μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία. Οι τηλεπικοινωνίες δεν είναι απλώς κεραίες και κινητά. Είναι η βάση πάνω στην οποία θα στηριχθεί η ανάπτυξη. Αν δεν αντιμετωπιστούν τα ζητήματα χρηματοδότησης, ανταγωνισμού και ρύθμισης, η Γηραιά ήπειρος κινδυνεύει να μείνει πίσω.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Infocom