Η τεχνητή νοηµοσύνη έχει µπει στη ζωή µας µε τρόπους που δεν θα µπορούσαµε ούτε καν να φανταστούµε πριν από µερικά χρόνια, έχοντας τη δύναµη να αλλάξει ριζικά το πώς λειτουργεί ο κόσµος και η κοινωνία. Αλλά, όπως µε κάθε σηµαντική τεχνολογική αλλαγή και επανάσταση, η χρήση της εγείρει σηµαντικά ερωτήµατα. Ερωτήµατα που αφορούν, όχι µόνο στο πώς θα την αξιοποιήσουµε, αλλά και πώς θα διασφαλίσουµε ότι θα χρησιµοποιηθεί µε τρόπο δίκαιο και ηθικό – χωρίς να δηµιουργούνται περιθώρια για ακρότητες.
Ένα από τα πιο δύσκολα και αµφιλεγόµενα ζητήµατα είναι η χρήση της σε τοµείς όπως η δικαιοσύνη. Οι αλγόριθµοι µπορεί να είναι σε θέση να αποφασίζουν αν κάποιος θα µείνει στη φυλακή ή θα αποφυλακιστεί. Το παράδειγµα από τις ΗΠΑ είναι χαρακτηριστικό. Προγράµµατα όπως το COMPAS προσπαθούν να προβλέψουν πόσο πιθανό είναι ένας εγκληµατίας να υποτροπιάσει. Και όµως, αυτές οι αποφάσεις µπορεί να επηρεαστούν από προκαταλήψεις. Οι αλγόριθµοι, όσο έξυπνοι κι αν είναι, µαθαίνουν από δεδοµένα. Και αν τα δεδοµένα είναι γεµάτα προκαταλήψεις και ανισότητες, τότε είναι πολύ πιθανό να συνεχίσουν να τις αναπαράγουν.
Βέβαια, µε τη σωστή εφαρµογή, η τεχνητή νοηµοσύνη µπορεί να εξασφαλίσει µεγαλύτερη διαφάνεια και αµεροληψία. Αξίζει εδώ να σηµειώσουµε πως ένας από τους τοµείς στους οποίους εξετάζει το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σε συνεργασία µε τα συναρµόδια υπουργεία, τη δυνατότητα εφαρµογής της τεχνητής νοηµοσύνης, είναι και εκείνος της δικαιοσύνης – όπως και της υγείας αλλά και του περιβάλλοντος. Στόχος η συντόµευση των διαδικασιών, όπως συµβαίνει µε το Κτηµατολόγιο, τον πρώτο φορέα του δηµοσίου που θα κάνει χρήση του ΑΙ για το νοµικό έλεγχο συµβολαιογραφικών πράξεων που του κατατίθενται.
Βέβαια, οι προκλήσεις παραµένουν και εντοπίζονται και αλλού. Το AI χρησιµοποιείται για να ενισχύσει την ασφάλεια, να αποτρέψει εγκλήµατα και να προβλέψει ακόµα και τροµοκρατικές επιθέσεις. Κι όµως, υπάρχει και η «γκρίζα» πλευρά. Οι κυβερνήσεις ή ακόµα και οι µεγάλες εταιρείες που έχουν πρόσβαση σε τέτοιες τεχνολογίες, µπορούν εύκολα να τις καταχραστούν, ενώ η αυξηµένη επιτήρηση µπορεί να οδηγήσει στον περιορισµό των ατοµικών ελευθεριών. Το βλέπουµε ήδη στην Κίνα, όπου το AI χρησιµοποιείται για να παρακολουθεί τον πληθυσµό µε τρόπους που θυµίζουν δυστοπικές καταστάσεις, βγαλµένες από το µυαλό του Όργουελ.
Η χρήση του AI σε τέτοιους τοµείς φέρνει στο προσκήνιο τη διαχείριση των κοινωνικών ανισοτήτων. Το AI έχει τη δύναµη να µειώσει αυτές τις ανισότητες. Για παράδειγµα, µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την καλύτερη κατανοµή ιατρικών πόρων ή για να βοηθήσει τους φτωχότερους πληθυσµούς να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες. Αλλά, υπάρχει και η αντίθετη οπτική. Αν δεν προσέξουµε, µπορεί να εντείνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες. Οι αλγόριθµοι επηρεάζονται από το πώς είναι δοµηµένη η κοινωνία και αν δεν διασφαλίσουµε ότι λειτουργούν δίκαια, µπορεί να ενισχύσουν το χάσµα µεταξύ πλουσίων και φτωχών.
Ένα άλλο κρίσιµο σηµείο είναι το ποιος ελέγχει την τεχνητή νοηµοσύνη. Δεν πρέπει να αφήσουµε αυτή την εξαιρετικά σηµαντική τεχνολογία στα χέρια των λίγων, σε ελίτ οµάδες ή αποκλειστικά και µόνο σε µεγάλες εταιρείες, που µπορούν να τις χρησιµοποιήσουν κατά βούληση και µε βάση τα δικά τους συµφέροντα. Όπως κάθε σηµαντικό εργαλείο, η τεχνητή νοηµοσύνη µπορεί να χρησιµοποιηθεί για καλό και για κακό. Το κλειδί είναι να βρούµε τον τρόπο να την αξιοποιήσουµε προς όφελος του συνόλου και όχι µόνο λίγων προνοµιούχων.
Και αν ψάχνετε για καλές χρήσεις, σας έχουµε. Για παράδειγµα, το AI µπορεί να φέρει σηµαντική πρόοδο στην καταπολέµηση της κλιµατικής αλλαγής. Μέσω ανάλυσης περιβαλλοντικών δεδοµένων, µπορεί να προβλέπει φυσικές καταστροφές µε ακρίβεια και ταχύτητα. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις και στους αρµόδιους φορείς να λαµβάνουν άµεσα µέτρα πρόληψης και προστασίας των πληθυσµών. Ένα πρώτο βήµα θα κάνουµε και εδώ στην Ελλάδα, από το 2025, καθώς στόχος είναι η δηµιουργία εφαρµογής από το Ελληνικό Κέντρο Διαστήµατος (ΕΛΚΕΔ) που θα έχει τη δυνατότητα δορυφορικών εικόνων, βοηθώντας στην αποκατάσταση των καµένων εκτάσεων, εντοπίζοντας τις ανάγκες τους.
Θυµηθείτε τους Λουδίτες, στη βιοµηχανική επανάσταση, που αντιτάχθηκαν σθεναρά στη χρήση των µηχανών που απειλούσαν την εργασία τους. Κάτι παρόµοιο συµβαίνει και σήµερα. Δεν πρέπει να φοβόµαστε την τεχνολογία. Αντί να γίνουµε Λουδίτες, πρέπει να βρούµε τρόπους να την ενσωµατώσουµε στην κοινωνία µε τρόπο που να µας ωφελεί όλους.
Η τεχνητή νοηµοσύνη, όπως κάθε τεχνολογικό επίτευγµα, φέρνει προκλήσεις, αλλά είναι ταυτόχρονα και µια δύναµη για το καλό. Αυτό που χρειάζεται είναι να την αντιµετωπίσουµε µε ανοιχτό µυαλό, χωρίς φόβο, χωρίς λουδιτισµό.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Κινητή Τηλεφωνία & Τηλεπικοινωνίες