Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat για το 2023, το 56,2% των ελληνικών επιχειρήσεων είχε πολύ χαμηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης. Συνολικά, το 59% των επιχειρήσεων στην ΕΕ έφτασε τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης. Από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το 58% έφτασε τουλάχιστον το βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης πέρυσι, ενώ το ποσοστό για τις μεγάλες επιχειρήσεις ήταν 91%.
Στο «τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης» -που μετράται με τον Δείκτη Ψηφιακής Έντασης (DII)- περιλαμβάνει τη χρήση τουλάχιστον 4 από 12 επιλεγμένες ψηφιακές τεχνολογίες, όπως τεχνολογία AI, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, cloud computing, Διαχείριση Πελατειακών Σχέσεων (CRM) και την ύπαρξη ηλεκτρονικών πωλήσεων που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 1% του συνολικού τζίρου. Το επίπεδο αυτό περιλαμβάνει επιχειρήσεις με χαμηλό, υψηλό και πολύ υψηλό επίπεδο του Δείκτη Ψηφιακής Έντασης, εξαιρώντας το πολύ χαμηλό επίπεδο.
Σύμφωνα με έναν από τους στόχους της Ψηφιακής Δεκαετίας, πάνω από το 90% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να φτάσουν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης έως το 2030. Αυτό σημαίνει ότι πέρυσι, οι ΜΜΕ στην ΕΕ ήταν 32 ποσοστιαίες μονάδες μακριά από τον στόχο που τέθηκε για το 2030 στην Ψηφιακή Δεκαετία.
Συνολικά, το 4,4% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ΕΕ έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης, ενώ το 19,6% έφτασε σε υψηλό επίπεδο. Οι περισσότερες ΜΜΕ κατέγραψαν χαμηλό (33,8%) ή πολύ χαμηλό (42,3%) επίπεδο ψηφιακής έντασης. Οι χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρήσεων που έφτασαν σε πολύ υψηλό επίπεδο του Δείκτη Ψηφιακής Έντασης ήταν η Φινλανδία (13,0%), η Μάλτα (11,4%) και η Ολλανδία (11,0%).
Αντίθετα, οι χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται από πολύ χαμηλή ψηφιακή ένταση ήταν η Ρουμανία (72,1%), η Βουλγαρία (70,6%) και. -όπως προαναφέρθηκε- η Ελλάδα (56,2%).