Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τη δεύτερη έκθεση για την ψηφιακή δεκαετία της Ευρώπης, παρέχοντας μια επισκόπηση της προόδου που έχει σημειωθεί στην προσπάθεια επίτευξης των ψηφιακών στόχων που έχουν τεθεί για το 2030.
Η ανάλυση της Κομισιόν δείχνει ότι, στο τρέχον σενάριο, οι προσπάθειες των κρατών μελών υπολείπονται των φιλόδοξων στόχων της ΕΕ. Τα κενά που εντοπίστηκαν περιλαμβάνουν την ανάγκη για πρόσθετες επενδύσεις, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ιδίως στους τομείς των ψηφιακών δεξιοτήτων, της συνδεσιμότητας υψηλής ποιότητας, της υιοθέτησης της τεχνητής νοημοσύνης και της ανάλυσης δεδομένων από τις επιχειρήσεις, της παραγωγής ημιαγωγών και των οικοσυστημάτων των startup.
Όπως αναφέρεται, «η ΕΕ όσο και τα κράτη μέλη έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην επιβολή του νέου νομικού πλαισίου, να αναλάβουν δράση για την προώθηση της διάδοσης των ψηφιακών τεχνολογιών και να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες διαθέτουν επαρκείς ψηφιακές δεξιότητες ώστε να επωφεληθούν πλήρως από τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η φετινή έκθεση αποτελεί έκκληση για ενισχυμένη δράση προς τα κράτη μέλη, καθώς η επίτευξη των στόχων της ψηφιακής δεκαετίας στις ψηφιακές υποδομές, τις επιχειρήσεις, τις δεξιότητες και τις δημόσιες υπηρεσίες είναι ζωτικής σημασίας για τη μελλοντική οικονομική ευημερία και κοινωνική συνοχή της ΕΕ».
Ελλάδα: Πρόοδος στο FTTP, προκλήσεις σε digital skills και ψηφιακό μετασχηματισμό
Για την χώρα μας, αναφέρεται πως, το 2023, η Ελλάδα σημείωσε αξιοσημείωτη πρόοδο στην ανάπτυξη υποδομής συνδεσιμότητας Fiber to the Premises (FTTP). Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά στο μερίδιο των ειδικών στις ΤΠΕ στην απασχόληση. Αν και οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις καλούνται να προχωρήσουν στην υιοθέτηση ενός βασικού επιπέδου ψηφιακής έντασης, η Ελλάδα έχει προχωρήσει καλά στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών.
Στους δύο βασικούς τομείς στους οποίους υπάρχει πρόοδος εντοπίζεται, αρχικά, η υποδομή συνδεσιμότητας. Για αυτήν, αναφέρεται πως, «αν και η Ελλάδα υστερεί στην ανάπτυξη δικτύων οπτικών ινών για την παροχή συνδεσιμότητας gigabit για όλους, το Εθνικό Σχέδιο Ευρυζωνικότητας 2021-2027 αρχίζει να αποδίδει καρπούς, επιτυγχάνοντας αύξηση 10 ποσοστιαίων μονάδων στην κάλυψη VHCN/FTTP τον περασμένο χρόνο. Οι τρέχουσες τάσεις της αγοράς, με τους νέους φορείς εκμετάλλευσης οπτικών ινών, θα συμβάλουν, επίσης, στην ενίσχυση αυτής της θετικής τάσης τα επόμενα χρόνια».
Ο δεύτερος τομέας είναι η ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Με βαθμολογία 86,2, οι επιδόσεις της χώρας μας ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (85,4), αντιπροσωπεύοντας μια ετήσια ανάπτυξη 17,5%. Στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες για τους πολίτες, αν και η Ελλάδα έχει ελαφρώς χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ (75,9 έναντι μέσου όρου της ΕΕ 79,4), καταγράφει πρόσφατη ετήσια ανάπτυξη 17,5%.
Στις αδυναμίες, εντοπίζεται, αρχικά, οι ψηφιοποίηση των ΜμΕ. Οι ελληνικές ΜμΕ έχουν σχετικά μέτριο επίπεδο καινοτομίας και χαμηλό επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας. Το 2023, μόνο το 43,3% των ΜμΕ είχαν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης, κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (57,7%). Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν, επίσης, χαμηλό επίπεδο υιοθέτησης προηγμένων τεχνολογιών, με το 33,5% των επιχειρήσεων να έχουν υιοθετήσει AI, cloud ή analytics το 2023, κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 54,6%. Το δυναμικό οικοσύστημα των startup, ωστόσο, παραμένει ένα θετικό σημάδι.
Δεύτερον, η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ανταποκριθεί στην πρόκληση της εκπαίδευσης του πληθυσμού της στο επίπεδο των απαιτούμενων ψηφιακών δεξιοτήτων, παρά τα διάφορα πρόσφατα μέτρα, επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. Το 2023, μόνο το 52,4% του πληθυσμού είχε τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες (μέσος όρος ΕΕ 55,5%), κάτι που δεν δείχνει καμία πρόοδο από την προηγούμενη συλλογή δεδομένων το 2021. Ο αριθμός των ειδικών στις ΤΠΕ ως προς το μερίδιο της απασχόλησης είναι 2,4%, πολύ μακριά κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (4,8%), παρά την αυξανόμενη ζήτηση.
Ο ελληνικός οδικός χάρτης καταδεικνύει ότι η χώρα σχεδιάζει μια σημαντική προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Δεκαετίας. Θέτει στόχους και για τους 14 βασικούς δείκτες απόδοσης (KPI) και, σε ορισμένες από τις περιπτώσεις, οι στόχοι ευθυγραμμίζονται με τις φιλοδοξίες της ΕΕ για το 2030, ενώ ορισμένοι είναι χαμηλότεροι, όπως για τους στόχους που μετρούν την υιοθέτηση προηγμένων τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις. Για να επιτύχει τον ψηφιακό της μετασχηματισμό, η Ελλάδα σχεδιάζει να διαθέσει συνολικό προϋπολογισμό (εξαιρουμένων των ιδιωτικών επενδύσεων) που υπολογίζεται σε 5,1 δισ. ευρώ (2,3% ΑΕΠ).
Την ίδια στιγμή, μόνο το 33% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα πιστεύει ότι η ΕΕ προστατεύει καλά τα ψηφιακά τους δικαιώματα (+1% σε σύγκριση με το 2023), κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 47%. Οι ανησυχίες κλιμακώνονται, καθώς το 62% ανησυχεί για την ασφάλεια των παιδιών στο διαδίκτυο (+2%) και το 51% για τον έλεγχο των προσωπικών δεδομένων. Συνολικά, οι Έλληνες ερωτηθέντες φαίνεται να ανησυχούν περισσότερο για τα ψηφιακά τους δικαιώματα και αρχές από τον μέσο όρο της ΕΕ. Το θετικό είναι ότι το 85% των ερωτηθέντων εκτιμά τις ψηφιακές τεχνολογίες για τη σύνδεση με φίλους και την οικογένεια, που είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 83%.
Στις προτάσεις, η Κομισιόν σημειώνει πως υπάρχει ανάγκη παρακολούθησης της προόδου στην κάλυψη gigabit, για να εντοπιστούν τυχόν επενδυτικά κενά που απομένουν για την επίτευξη του στόχου για το 2030. Παράλληλα, υπάρχει ανάγκη εξέτασης των συνθηκών, για να μπορέσουν οι λιγότερο ώριμες μικρομεσαίες να προχωρήσουν στην ψηφιακή μετάβαση και όλες οι επιχειρήσεις να επωφεληθούν από την οικονομία δεδομένων, υιοθετώντας προηγμένη τεχνολογία (AI, cloud, data analytics) και αποκτώντας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Τέλος, χρειάζεται να εξεταστεί εάν υπάρχουν πρόσθετα στοχευμένα μέτρα για την εκπαίδευση του πληθυσμού, την τόνωση της ανθεκτικότητας της οικονομίας και της κοινωνίας και την επίτευξη ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς. Όπως, επίσης, και ανάγκη για ενίσχυση της στρατηγικής και των μέτρων για την αύξηση του μεριδίου των ειδικών στις ΤΠΕ στην απασχόληση και για τη διατήρηση των καλύτερων ταλέντων.
Μακριά από τους στόχους παραμένει η Ευρώπη
Η έκθεση επισημαίνει ότι η ΕΕ απέχει πολύ από την επίτευξη των στόχων συνδεσιμότητας που θέτει η DDPP: Τα δίκτυα οπτικών ινών, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για την παροχή συνδεσιμότητας gigabit και καθιστούν δυνατή την υιοθέτηση τεχνολογιών αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, το υπολογιστικό νέφος και το διαδίκτυο των πραγμάτων (IoT), προσεγγίζουν μόλις το 64% των νοικοκυριών. Σήμερα, όπως αναφέρεται, τα υψηλής ποιότητας δίκτυα 5G καλύπτουν μόνο το 50% του εδάφους της ΕΕ και οι επιδόσεις τους εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς για την παροχή προηγμένων υπηρεσιών 5G.
Το 2023, η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης, του υπολογιστικού νέφους και των big data από τις ευρωπαϊκές εταιρείες ήταν επίσης πολύ χαμηλότερη από τον στόχο του 75% για την ψηφιακή δεκαετία. Σύμφωνα με τις τρέχουσες τάσεις, μόνο το 64% των επιχειρήσεων θα χρησιμοποιούν υπολογιστικό νέφος, 50% big data και μόνο 17% τεχνητή νοημοσύνη έως το 2030. Για να επιτευχθεί η ψηφιοποίηση του επιχειρηματικού τομέα, είναι υψίστης σημασίας να δοθούν κίνητρα για την υιοθέτηση καινοτόμων ψηφιακών εργαλείων από τις ΜμΕ, ιδίως για το υπολογιστικό νέφος και την τεχνητή νοημοσύνη, καθώς και να κινητοποιηθούν περαιτέρω ιδιωτικές επενδύσεις σε startups.
Μια άλλη σημαντική πρόκληση που αντιμετωπίζει ο ψηφιακός μετασχηματισμός της ΕΕ παραμένει η περιορισμένη εξάπλωση των ψηφιακών τεχνολογιών πέραν των μεγάλων πόλεων. Για την αντιμετώπιση αυτού του ψηφιακού χάσματος, σημειώνεται σχετικά, είναι θεμελιώδους σημασίας να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών φορέων σε διασυνοριακό και τοπικό επίπεδο, για παράδειγμα μέσω πολυκρατικών έργων, ευρωπαϊκών κόμβων ψηφιακής καινοτομίας και κοινοπραξιών ευρωπαϊκής ψηφιακής υποδομής. Από πέρυσι έχουν επιτευχθεί ορισμένες επιτυχίες στο θέμα αυτό, με τρία EDIC να έχουν δημιουργηθεί έως το τέλος Μαΐου 2024.
Επί του παρόντος, οι στόχοι για τις ψηφιακές δεξιότητες που τέθηκαν κατά την ψηφιακή δεκαετία απέχουν ακόμη πολύ από την επίτευξη, καθώς μόνο το 55,6% του πληθυσμού της ΕΕ διαθέτει τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες. Σύμφωνα με την τρέχουσα τάση, ο αριθμός των ειδικών ΤΠΕ στην ΕΕ θα είναι περίπου 12 εκατομμύρια το 2030, με συνεχιζόμενη ανισορροπία μεταξύ των φύλων. Για την επίτευξη των στόχων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ακολουθήσουν μια πολύπλευρη προσέγγιση για την προώθηση των ψηφιακών δεξιοτήτων σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και να παράσχουν κίνητρα στους νέους, ιδίως στις γυναίκες, ώστε να ενδιαφερθούν για τους κλάδους της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών (STEM).
Τα κράτη μέλη σημειώνουν πρόοδο προς την επίτευξη του στόχου να καταστούν όλες οι βασικές δημόσιες υπηρεσίες και τα ηλεκτρονικά μητρώα υγείας προσβάσιμα στους πολίτες και τις επιχειρήσεις στο διαδίκτυο, καθώς και να τους παρασχεθεί ασφαλής ηλεκτρονική ταυτοποίηση (eID). Παρά την άνιση υιοθέτηση μεταξύ των κρατών μελών, η ηλεκτρονική ταυτοποίηση είναι επί του παρόντος διαθέσιμη στο 93% του πληθυσμού της ΕΕ και το πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας της ΕΕ αναμένεται να παράσχει κίνητρα για τη χρήση του. Ωστόσο, σε ένα σενάριο διατήρησης της υφιστάμενης κατάστασης, η επίτευξη του 100% των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις έως το 2030 εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.
Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την Κομισιόν, καλούνται τώρα να επανεξετάσουν και να προσαρμόσουν τους χάρτες πορείας τους ώστε να ευθυγραμμιστούν με τη φιλοδοξία του προγράμματος πολιτικής για την ψηφιακή δεκαετία πριν από τις 2 Δεκεμβρίου 2024. Όπως ορίζεται στο DDPP, η Επιτροπή θα παρακολουθεί και θα αξιολογήσει την εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων και θα υποβάλει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε στην επόμενη έκθεση για την κατάσταση της ψηφιακής δεκαετίας, το 2025.