Η διείσδυση της κάλυψης με δίκτυα οπτικών ινών μέχρι τα σπίτια και τις επιχειρήσεις (FTTH) έχει διαμορφωθεί περίπου στο 36% και η χρήση τους στο 7,7%, βάσει στοιχείων που συνέλεξε από την τηλεπικοινωνιακή αγορά το infocom.
Καταγράφεται πρόοδος σε σχέση με ένα χρόνο πριν, αλλά η χώρα συνεχίζει να βρίσκεται μακριά από το μέσο όρο των χωρών μελών της ΕΕ, που και αυτός είναι χαμηλότερος από άλλες ανεπτυγμένες τεχνολογικά χώρες. Η υστέρηση σε δίκτυα υπερ υψηλών ταχυτήτων στην ΕΕ αποτυπώνεται στη Λευκή Βίβλο για τη συνδεσιμότητα την οποία δημοσιοποίησε την προηγούμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ειδικότερα, στην Ελλάδα οι διαθέσιμες γραμμές FTTH είναι περίπου 1.700.000 σε σύνολο 4.800.000 νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Τα νούμερα αυτά καταλήγουν σε κάλυψη περίπου 36%, έναντι 28% πριν ένα χρόνο και έναντι μέσου όρου των χωρών μελών της ΕΕ, 56%.
Σημειώνεται ότι τόσο το 28% όσο και το 56% είναι νούμερα από το Digital Decade Country Report 2023 της ΕΕ που καταγράφει τα στοιχεία του 2022, τα τελευταία διαθέσιμα επίσημα. Είναι προφανές ότι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος, δηλαδή το 56%, θα έχει αυξηθεί μετά από ένα χρόνο, όπως και η απόστασή του από την αντίστοιχη επίδοση της Ελλάδας.
Ο ΟΤΕ έχει εγκαταστήσει περίπου το 80% των γραμμών FTTH (1,331 εκατ. όπως ανακοίνωσε με αφορμή τα οικονομικά αποτελέσματα του 2023) με τις Vodafone και Νova να μοιράζονται το υπόλοιπο 20%.
Αυτό που κυρίως προβληματίζει πέρα από την κάλυψη είναι η χαμηλή ζήτηση.
Οι σε λειτουργία γραμμές FTTH είναι περίπου 370 χιλ. σε σύνολο νοικοκυριών και επιχειρήσεων 4.800.000 (διείσδυση 7,7%, έναντι περίπου 4% ένα χρόνο πριν).
Τη ζήτηση επηρεάζει σειρά παραγόντων, ενώ σημαντική καθυστέρηση παρατηρείται στην έναρξη των προγραμμάτων ενίσχυσής της που έχει εξαγγείλει το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
To Smart Readiness Vouchers, συνολικού προϋπολογισμού 100 εκατ., που αφορά στην καλωδίωση σπιτιών και επιχειρήσεων ώστε να καταστούν έτοιμα για σύνδεση με την οπτική ίνα, έχει κολλήσει στην απουσία ΑΦΜ στις πολυκατοικίες και αναζητείται λύση. Την ίδια στιγμή καθυστερεί και το Gigabit Voucher (προϋπολογισμού 80 εκατ.) που θα επιδοτεί το αρχικό κόστος σύνδεσης και τα μηνιαία τέλη για ταχύτητες άνω των 250 Mbps.
Σημειώνεται ότι πρώτες περίπου 150 χιλ. συνδέσεις FTTH έγιναν με το πρώτο κουπόνι που διατέθηκε (Super Fast Broadband) με άλλα λόγια οι πρώτοι χρήστες που συνδέθηκαν με το νέο δίκτυο είχαν επιδότηση.
Ο προβληματισμός ωστόσο για τις σύγχρονες τηλεπικοινωνιακές υποδομές αφορά ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως υπογραμμίζεται στη Λευκή Βίβλο για τις υποδομές συνδεσιμότητας η Ένωση δεν είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στις μελλοντικές ανάγκες όλων των χρηστών και τους φιλόδοξους στόχους που η ίδια έχει θέσει, όπως αποτυπώνονται στο Digital Decade Policy Programme με χρονικό ορίζοντα το 2030: Κάλυψη όλων των πολιτών της ΕΕ με σταθερές συνδέσεις, ικανές να προσφέρουν ταχύτητες 1Gbps και 100% κάλυψη όλων των κατοικημένων περιοχών με ασύρματα δίκτυα 5G ή ισοδύναμα.
«Πρόοδος πέραν του 80% έως το 2028 δεν φαίνεται πιθανή, θέτοντας εν αμφιβόλω την επίτευξη του στόχου του 100% για το 2030» τονίζεται στο ίδιο κείμενο.
Σε σύγκριση με την κάλυψη οπτικών ινών 56% στην ΕΕ οι ΗΠΑ, οι οποίες παραδοσιακά βασίζονταν στο καλώδιο, είχαν 48,8%, ενώ η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα φτάνουν το 99,7% εξαιτίας της ξεκάθαρης στρατηγικής τους υπέρ των οπτικών ινών.
Συνολικά, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πυκνότητα του πληθυσμού και η ποιότητα της συνδεσιμότητας, η ΕΕ έχει παρόμοια κάλυψη σταθερής και κινητής τηλεφωνίας με τις ΗΠΑ, αλλά υστερεί σημαντικά σε σχέση με άλλα μέρη του κόσμου, ιδίως όσον αφορά την κάλυψη οπτικών ινών και το αυτόνομο 5G.
Αλλά και σε επίπεδο ζήτησης, χρήσης των ευρυζωνικών συνδέσεων τουλάχιστον 1 Gbps η διείσδυση είναι πολύ χαμηλή στην ΕΕ (14% το 2022) ενώ λίγο περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά της Ένωσης (55%) έχουν υιοθετήσει συνδέσεις τουλάχιστον 100 Mbps, χαμηλότερη από ό,τι στις ΗΠΑ, τη Νότια Κορέα ή την Ιαπωνία. Η χρήση κινητών ευρυζωνικών συνδέσεων είναι καλύτερη, βρίσκεται στο 87%.
Σύμφωνα με μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επικαλείται η Λευκή Βίβλος για τη συνδεσιμότητα, η επίτευξη των στόχων της ψηφιακής δεκαετίας για τη συνδεσιμότητα Gigabit και το 5G απαιτεί συνολικές επενδύσεις ύψους 148 δις. ευρώ.
Θεωρείται μάλιστα πιθανό να απαιτηθούν περαιτέρω επενδύσεις ύψους 26 – 79 δις. ευρώ βάσει διαφόρων σεναρίων για να εξασφαλιστεί η πλήρης κάλυψη με υπερ υψηλές ταχύτητες στις μεταφορές (οδικοί άξονες, σιδηρόδρομος, θαλάσσιες μεταφορές) με αποτέλεσμα οι απαιτούμενες συνολικές επενδυτικές ανάγκες μόνο για συνδεσιμότητα να υπερβαίνουν τα 200 δις. ευρώ.
Η ικανότητα στο μεταξύ της ΕΕ να πραγματοποιήσει τις επενδύσεις που είναι αναγκαίες εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση των παρόχων υπηρεσιών δικτύου η οποία δεν θεωρείται ικανοποιητική.
Το μέσο έσοδο ανά χρήστη (ARPU) των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην ΕΕ είναι σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με άλλες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία ή η Νότια Κορέα, όπως και οι κατά κεφαλήν κεφαλαιουχικές δαπάνες (capex). Το 2022 ήταν 109,1 ευρώ έναντι 270,8 ευρώ στην Ιαπωνία, 240,3 ευρώ στις ΗΠΑ και 113,5 ευρώ στη Νότια Κορέα.