Ένας από τους τομείς που είδε ιδιαίτερη ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ήταν και αυτός του streaming. Οι άνθρωποι κλείστηκαν στα σπίτια τους, στρέφοντας το ενδιαφέρον τους στο πώς θα «σπαταλήσουν» όλες αυτές τις ώρες. Και το να μπορείς να δεις ταινίες και σειρές μέσα από πλατφόρμες, ήταν μία εξαιρετική επιλογή. Εντούτοις, αυτή η υπερανάπτυξη έφερε προκλήσεις. Για αυτό και θυμηθήκαμε το Roadhouse Blues των Doors, που μας λέει πως «the future’s uncertain and the end is always near».
Στις μέρες μας, οι χρήστες έχουν στη διάθεσή τους τόσες πολλές υπηρεσίες, τόσο πολύ περιεχόμενο, τόσες πολλές διαφορετικές επιλογές και δυνατότητες, που δημιουργούνται διάφορα ζητήματα. Για παράδειγμα, σε ποια υπηρεσία να κάνεις συνδρομή για να έχεις πρόσβαση σε αυτό που σε ενδιαφέρει, όταν μάλιστα τα κόστη ανεβαίνουν συνεχώς; Ποια έχει την καλύτερη τιμή, την καλύτερη ποιότητα, το καλύτερο content; Ποια είναι η πιο ανταγωνιστική και που θα πρέπει να δώσεις τα χρήματα σου;
Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι δύσκολη – και ίσως δεν υπάρχει. Είναι ένα ζήτημα που έχει οδηγήσει πολλούς να κάνουν συνδρομές σε διάφορες υπηρεσίες, αυξάνοντας και πολλαπλασιάζοντας το τελικό σύνολο που πληρώνουν κάθε μήνα για να έχουν πρόσβαση σε ψυχαγωγικό περιεχόμενο. Είναι σαφές πως δεν μπορείς να ξέρεις από πριν που θα βρεις αυτό που αναζητάς, καθώς κάθε πλατφόρμα υπόσχεται πως είναι η καλύτερη. Οπότε, πας ψάχνοντας, ακυρώνοντας και ενεργοποιώντας ξανά και ξανά συνδρομές.
Και μη νομίζετε ότι όλες αυτές οι υπηρεσίες είναι επιτυχημένες στον απόλυτο βαθμό. Πως έχουν όλο το περιεχόμενο που θέλουν, όλους τους συνδρομητές που αναζητούν, όλα τα έσοδα και τα κέρδη που θα τους διασφαλίσουν ένα βιώσιμο μέλλον. Γι’ αυτό, άλλωστε, βλέπουμε να προχωρούν σε παρουσίαση πλάνων τα οποία υποστηρίζονται από διαφημίσεις, να υιοθετούν μέτρα τα οποία μπλοκάρουν την πρόσβαση με τον ίδιο κωδικό από διαφορετικές τοποθεσίες, να ακυρώνουν παραγωγές και να σταματούν σειρές μετά από έναν ή δύο κύκλους.
Είναι αυτή η υπερπροσφορά και ο μεγάλος ανταγωνισμός, που μας έχει οδηγήσει σε ένα σημείο το οποίο αποτελεί καμπή. Πόσο και ποιες θα αντέξουν; Πόσες συνδρομές μπορεί να «σηκώσει» το πορτοφόλι ενός χρήστη, από τη στιγμή που το κόστος ανεβαίνει; Πως θα διασφαλιστεί ότι έχει στη διάθεση του το περιεχόμενο που αναζητά και ότι αυτό είναι ποιοτικό; Και τελικά, πως θα βεβαιωθούμε ότι μέσα σε αυτή την ανάγκη για πακτωλό περιεχομένου και για συνεχή διάθεση καινούργιων τίτλων, δεν προκαλείται «πλήγμα» στην κινηματογραφική βιομηχανία;
Αν θέλετε την δική μας «πρόβλεψη», είναι βέβαιο πως, μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια, θα δούμε σημαντικές αλλαγές. Κάποιες υπηρεσίες θα κλείσουν, άλλες θα συγχωνευθούν, άλλες θα αλλάξουν στρατηγική και target group, άλλες θα συνεχίσουν να ανταγωνίζονται σθεναρά και άλλες θα… φυτοζωούν. Αν καθίσει κάποιος και φτιάξει μία λίστα με τα ονόματα των υπηρεσιών streaming που είναι διαθέσιμες, κρατήσει αυτή τη λίστα και τη συγκρίνει με το τι θα υπάρχει σε τρία ή τέσσερα χρόνια, είμαστε βέβαιοι πως θα εντοπίσει σημαντικές διαφορές.
Στο θέμα της ποιότητας, είναι σαφές πως κάποιες πλατφόρμες κάνουν κάθε προσπάθεια για να εκμεταλλευτούν τα brands που έχουν στη διάθεσή τους, ώστε να προσφέρουν όσο περισσότερο περιεχόμενο μπορούν. Αυτό έχει οδηγήσει σε content το οποίο δεν ικανοποιεί πάντα τους θαυμαστές του εκάστοτε IP. Επί της ουσίας, υπάρχουν εταιρείες που, στην προσπάθειά τους να προσφέρουν ποσότητα, καταλήγουν, τελικά, να προκαλούν ακόμη και ζημιά στα ανεκτίμητης αξίας ονόματα που έχουν στη «βιβλιοθήκη» τους.
Και φυσικά, υπάρχει και το θέμα του «fair share», όπου οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι ζητούν από τους OTT να πληρώσουν για το κόστος των υποδομών που χρησιμοποιούν, καθώς θεωρούν πως δημιουργούν σημαντική επιβάρυνση στα δίκτυα τους. Ανάλογα με την απόφαση που θα υπάρξει από τις ευρωπαϊκές και τις διεθνείς αρχές, ανάλογες θα είμαι και οι αποφάσεις των εταιρειών που διαχειρίζονται τις πλατφόρμες. Αυτή η «σύγκρουση», με τον τρόπο της, συνδυαστικά και με όλα τα παραπάνω, αναμένεται πως θα μετασχηματίσει (και) το streaming.
Το φαινόμενο Barbenheimer του περασμένου καλοκαιριού έδειξε πως, όταν οι άνθρωποι έχουν στη διάθεση τους περιεχόμενο που τους ιντριγκάρει, που έχει προωθηθεί σωστά, που είναι ποιοτικό, που έχει ενδιαφέρον, τότε θα το αναζητήσουν και θα πάνε ακόμη και στον κινηματογράφο για να το δουν (δείχνοντας πως οι αίθουσες δεν έχουν πεθάνει), φέρνοντας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στα ταμεία. Όταν απλώς παίρνεις μια πολυφορεμένη ετικέτα και την κολλάς συνεχώς σε κακές κόπιες του ίδιου πράγματος, τότε όχι, δεν θα πάρεις ούτε κλικ.
Εν κατακλείδι, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως όλα αυτά γίνονται για τον καταναλωτή, τον τελικό χρήστη, εκείνον που ενδιαφέρει τις πλατφόρμες και εκείνον που στοχεύουν. Αυτός βάζει, στο τέλος της ημέρας, το χέρι στην τσέπη για να πληρώσει για κάθε υπηρεσία που χρησιμοποιεί. Τα δικά του συμφέροντα θα πρέπει να εξυπηρετούνται και οι δικές του ανάγκες θα πρέπει να καλύπτονται. Αυτός είναι που διαμορφώνει την αγορά, αυτός είναι που επιλέγει νικητές και χαμένους.
Δημοσιεύθηκε στο τεύχος 219 του περιοδικού Infocom.