Η επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου άκουσε τις απόψεις εμπειρογνωμόνων σε σχέση με τη συνεχιζόμενη χρήση λογισμικού κατασκοπείας στην ΕΕ, οι οποίοι προέτρεψαν την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δράσουν κατάλληλα.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης της Πέμπτης σχετικά με τη χρήση λογισμικού κατασκοπείας σε ορισμένα κράτη μέλη, οι ευρωβουλευτές της επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών συζήτησαν με άτομα που εμπλέκονται άμεσα σε πρόσφατες αποκαλύψεις και έρευνες.
Ο Χρήστος Ράμμος, Πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, ενημέρωσε τους ευρωβουλευτές για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με το λεγόμενο σκάνδαλο «Predator» στην Ελλάδα.
Ανέφερε ότι η νέα νομοθεσία που ψηφίστηκε στα τέλη του 2022, η οποία στη συνέχεια ερμηνεύθηκε (λανθασμένα, σύμφωνα με τον ομιλητή) από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περιορίζει το δικαίωμα της Αρχής να ενημερώνει πρόσωπα ότι παρακολουθούνται.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Ευρωκοινοβουλίου, «μίλησε για προσωπική του στοχοποίηση από την κυβέρνηση και κορυφαίους πολιτικούς του κυβερνώντος κόμματος, και τόνισε την (συνταγματικά αμφιλεγόμενη) αλλαγή στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής, η οποία έχει εγείρει ανησυχίες για τη λειτουργία της.
Υπερασπίστηκε επίσης τους πρώην συνεργάτες του στην Αρχή, οι οποίοι διώκονται δικαστικά, κατά τα φαινόμενα επειδή έκαναν τη δουλειά τους. Οι ερωτήσεις των ευρωβουλευτών επικεντρώθηκαν στην αδύναμη αντίδραση της Επιτροπής και την ανάγκη εφαρμογής των συστάσεων της επιτροπής PEGA για τον περιορισμό της χρήσης και πώλησης λογισμικού κατασκοπείας, καθώς στην ακεραιότητα των δικαστικών και των κοινοβουλευτικών διαδικασιών στη χώρα».
Ο Donncha Ó Cearbhaill, επικεφαλής του Εργαστηρίου Ασφάλειας της Διεθνούς Αμνηστίας, δήλωσε ότι η χρήση spyware είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, με εργαλεία που παράγονται στην ΕΕ και εξάγονται αλλού. Αναφέρθηκε ακόμα σε «θρασείς» απόπειρες κατασκοπείας πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων ευρωβουλευτών και αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και δημοσιογράφων, που ισοδυναμούν με επίθεση στη δημοκρατία.
Ο κ. Ó Cearbhaill κάλεσε τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να επιβάλουν τη σχετική νομοθεσία για τις εξαγωγές και να διασφαλίσουν ότι θα διεξαχθούν ανεξάρτητες έρευνες για καταγγελίες σχετικά με την παράνομη χρήση λογισμικών.
Οι ευρωβουλευτές ρώτησαν πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η ισχύουσα νομοθεσία για τη βελτίωση της κατάστασης, ή αν θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί. Διερωτήθηκαν πόσο αποτελεσματικά ανταποκρίνονται οι εθνικές κυβερνήσεις σε καταγγελίες ή αν συνεργάζονται με έρευνες της Διεθνούς Αμνηστίας. Τόνισαν επίσης τη σημασία των υποθέσεων στη Λετονία και την Πολωνία και ρώτησαν για το ενδεχόμενο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων πριν από τη διεξαγωγή των ερευνών.
Τέλος, η δημοσιογράφος και διευθύνουσα σύμβουλος της Meduza, Galina Timchenko, περιέγραψε πώς η πρόσφατη νομοθεσία στη Ρωσία κατά των ανεξάρτητων ΜΜΕ χρησιμοποιήθηκε για να πιεστεί η ίδια και συνάδελφοί της, καθώς και πώς το τηλέφωνό της «μολύνθηκε» στη συνέχεια με το κατασκοπευτικό λογισμικό «Pegasus», υπονομεύοντας την ασφάλεια της ίδιας και των επαφών της.
Σε συνέχεια της κατάθεσης της κ. Timchenko, οι ευρωβουλευτές ρώτησαν εάν η δημιουργία ενός Εργαστηρίου Τεχνολογίας της ΕΕ για τη διερεύνηση περιστατικών θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κατάστασης και ζήτησαν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την καταγγελόμενη άρνηση των γερμανικών και λετονικών αρχών να συνεργαστούν για τη διερεύνηση της υπόθεσής της.