Η Google απέρριψε την άποψη ότι έγινε η μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης στον κόσμο λόγω των παράνομων πρακτικών που εφάρμοσε, λέγοντας ότι για να μεταβεί κάποιος στην υπηρεσία άλλης εταιρείας χρειάζονται «κυριολεκτικά τέσσερα κλικ». Ένας δικηγόρος της εταιρείας έκανε τις παρατηρήσεις στο δικαστήριο που πραγματοποιείται στην Ουάσιγκτον, όπου το ερώτημα που έχει τεθεί είναι εάν ο γνωστός τεχνολογικός κολοσσός αποτελεί μονοπώλιο.
Η υπόθεση αποτελεί μια σημαντική δοκιμασία της ισχύος των ρυθμιστικών αρχών των ΗΠΑ έναντι των τεχνολογικών κολοσσών. Οι εισαγγελείς υποστηρίζουν ότι η υπόθεση αφορά «στο μέλλον του Διαδικτύου». Η δίκη αναμένεται να διαρκέσει 10 εβδομάδες και θα περιλαμβάνει κατάθεση από τον επικεφαλής της Google, Sundar Pichai, καθώς και από στελέχη της Apple.
Ο δικαστής Amit Mehta, ο οποίος διορίστηκε στη θέση του, στο περιφερειακό δικαστήριο της Washington, από τον πρώην Αμερικανό πρόεδρο, Barack Obama, θα αποφασίσει για την έκβαση της υπόθεσης – τη μεγαλύτερη του τεχνολογικού κλάδου τα τελευταία 25 χρόνια. Η αγωγή της αμερικανικής κυβέρνησης επικεντρώνει στις δισεκατομμύρια πληρωμές που έχει πραγματοποιήσει η Google προς την Apple, τη Samsung, τη Mozilla και άλλες, ώστε να τη χρησιμοποιούν ως προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης.
Σύμφωνα με τις αρχές των ΗΠΑ, η Google συνήθως πληρώνει περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για αυτό το προνόμιο, διασφαλίζοντας την πρόσβασή της σε μια σταθερή ροή δεδομένων χρηστών, που έχουν συμβάλει στη διατήρηση της θέσης της στην αγορά. «Υπάρχουν άλλα κανάλια διανομής; Άλλοι τρόποι διανομής αναζήτησης; Ναι. Είναι ισχυροί ως προεπιλογές; Όχι», τόνισε ο δικηγόρος του υπουργείου Δικαιοσύνης, Kenneth Dintzer, απευθυνόμενος στον δικαστή. «Η καλύτερη μαρτυρία γι’ αυτό, για τη σημασία των προεπιλογών, είναι το βιβλιάριο επιταγών της Google».
Όταν η Apple εγκατέστησε για πρώτη φορά την Google ως την προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης, το 2002, δεν υπήρχαν πληρωμές, σημείωσαν οι εισαγγελείς. Αλλά μέχρι το 2005, η Google πρότεινε να πληρώνει – απειλώντας αργότερα να ακυρώσει τις πληρωμές εάν άλλες εταιρείες είχαν παρόμοια πρόσβαση, σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση. Η ίδια αποθάρρυνε, επίσης, την Apple από το να επεκτείνει τα δικά της προϊόντα αναζήτησης και τη Samsung από το να συνεργαστεί με μια εταιρεία που χρησιμοποιούσε διαφορετική μέθοδο αναζήτησης. «Πρόκειται για ένα μονοπώλιο», υποστήριξε ο Dintzer.
Η Google ανέφερε ότι αντιμετώπισε έντονο ανταγωνισμό, όχι μόνο από εταιρείες που λειτουργούν μηχανές αναζήτησης, όπως η Bing της Microsoft, αλλά και πιο εξειδικευμένους ιστότοπους και εφαρμογές που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να βρουν εστιατόρια, αεροπορικές πτήσεις και άλλα. «Υπάρχουν πολλοί τρόποι πρόσβασης των χρηστών στο web, εκτός από τις προεπιλεγμένες μηχανές αναζήτησης και οι άνθρωποι τους χρησιμοποιούν όλη την ώρα», τόνισε ο δικηγόρος της εταιρείας, John Schmidtlein.
«Τα στοιχεία σε αυτήν την περίπτωση θα δείξουν ότι η Google ανταγωνίστηκε επί της ουσίας για να κερδίσει την κατάσταση προεγκατάστασης και προεπιλογής και ότι το πρόγραμμα περιήγησής της και οι συνεργάτες του Android έκριναν ότι η Google είναι η καλύτερη μηχανή αναζήτησης για τους χρήστες της», σημείωσε χαρακτηριστικά ο δικηγόρος της εταιρείας.
Η αμερικανική κυβέρνηση στοχεύει σε ένα «structural relief» εάν κερδίσει την υπόθεση – κάτι που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε διάσπαση της εταιρείας.