Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ζητούν μια «Σύμβαση της Γενεύης» για τον κυβερνοπόλεμο – δηλαδή, έναν διεθνή κανονισμό που θα ορίζει σαφείς συνέπειες για οποιονδήποτε παραβιάζει μη στρατιωτικές κρίσιμες υποδομές, όπως δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και νοσοκομεία. Τώρα, ο επικεφαλής του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης, κάνει σαφές ότι σκοπεύει να επιβάλει τα προβλεπόμενα, χωρίς να απαιτείται καμία νέα σύμβαση.
Αντίθετα, για πρώτη φορά, δηλώνει ρητά ότι η Χάγη θα διερευνά και θα διώκει τυχόν εγκλήματα hacking που παραβιάζουν το υπάρχον διεθνές δίκαιο, όπως ακριβώς κάνει και για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττονται στον φυσικό κόσμο.
Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Foreign Policy Analytics, ο εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης, Karim Khan, αναφέρθηκε στη νέα δέσμευση: το γραφείο του θα ερευνά κυβερνοεγκλήματα που δυνητικά παραβιάζουν το Καταστατικό της Ρώμης, τη συνθήκη που ορίζει την εξουσία του δικαστηρίου να διώκει παράνομες πράξεις, συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων πολέμου, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των γενοκτονιών.
«Ο κυβερνοπόλεμος δεν είναι κάτι αφηρημένο. Αντίθετα, μπορεί να έχει βαθύ αντίκτυπο στις ζωές των ανθρώπων», έγραψε ο Khan. «Οι προσπάθειες να επηρεαστούν κρίσιμες υποδομές, όπως ιατρικές εγκαταστάσεις ή συστήματα ελέγχου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, μπορεί να έχουν άμεσες συνέπειες για πολλούς, ιδιαίτερα στους πιο ευάλωτους. Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο των ερευνών της, η υπηρεσία μου θα συλλέγει και θα εξετάζει αποδεικτικά στοιχεία για τέτοιες συμπεριφορές.»
Εκπρόσωπος του γραφείου του εισαγγελέα επιβεβαίωσε ότι αυτή είναι πλέον η επίσημη στάση της υπηρεσίας. «Το Γραφείο θεωρεί ότι, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, η συμπεριφορά στον κυβερνοχώρο ενδέχεται να ισοδυναμεί με εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία ή/και έγκλημα επιθετικότητας», τόνισε, συμπληρώνοντας ότι «αυτή η συμπεριφορά μπορεί ενδεχομένως να διωχθεί ενώπιον του Δικαστήριο, όταν η υπόθεση είναι αρκετά σοβαρή».
Φωτογραφία από OSeveno υπό Creative Commons