Η Intel έβαλε τέλος στις διαδικασίες εξαγοράς της Tower Semiconductor, της ισραηλινής εταιρείας κατασκευής chipset. Πρόκειται για ένα «deal» 5,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων που ανακοινώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022.
Σε σχετικό δελτίο τύπου, η Intel αναφέρθηκε στην «αδυναμία της να λάβει έγκαιρα τις ρυθμιστικές εγκρίσεις που απαιτούνται βάσει της συμφωνίας», προσθέτοντας ότι και οι δύο πλευρές συμφώνησαν στον τερματισμό της διαδικασίας. Η Intel ήλπιζε να κλείσει τη συναλλαγή μέσα σε 12 μήνες, αλλά τώρα θα καταβάλει τέλος τερματισμού 353 εκατομμυρίων δολαρίων στην Tower.
Αν και το δελτίο τύπου δεν αναφέρεται άμεσα σε αυτό, το Bloomberg υποστηρίζει ότι οι κινεζικές αρχές δεν ενέκριναν τη συμφωνία πριν από τη σχετική προθεσμία, που έληξε στις 15 Αυγούστου. Οι αυξημένες εντάσεις ΗΠΑ – Κίνας τα τελευταία χρόνια, ειδικά στον λεγόμενο «πόλεμο των chipset», φέρεται να έχουν δημιουργήσει προκλήσεις για την απόκτηση ρυθμιστικής έγκρισης σε αυτού του είδους τις εξαγορές.
Η αποτυχία της συμφωνίας θα θεωρηθεί ως οπισθοδρόμηση για το νέο τμήμα Intel Foundry Service (IFS), με το οποίο η Intel επιθυμεί να ανταγωνιστεί την αντίπαλη TSMC. Αν και μικρότερη από τις Intel και TSMC, η Tower διαθέτει τεχνογνωσία στην κατασκευή εξειδικευμένων προϊόντων όπως τσιπ ραδιοσυχνοτήτων (RF), αισθητήρες CMOS και εξαρτήματα διαχείρισης ενέργειας και το Bloomberg σημειώνει ότι προμηθεύει μεγάλες εταιρείες όπως η Broadcom.
Σε δήλωση του, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Intel, Pat Gelsinger, υποστήριξε πως «εκτελούμε καλά τον οδικό μας χάρτη για να ανακτήσουμε την ηγετική θέση στην απόδοση των τρανζίστορ και στην απόδοση ισχύος έως το 2025», προσθέτοντας ότι η εταιρεία «επενδύει για να προσφέρει το γεωγραφικά ποικιλόμορφο και ανθεκτικό αποτύπωμα παραγωγής που χρειάζεται ο κόσμος».