Την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ΟΤΕ ανακοίνωσε η S&P Global Ratings κάνοντας λόγο για Όμιλο με ισχυρό οικονομικό προφίλ που υποστηρίζεται από την ηγετική του θέση στην ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών, τα σημαντικά κέρδη και συνετή χρηματοοικονομική πολιτική.
Ειδικότερα ο διεθνής οίκος αύξησε την μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα του ΟΤΕ σε «BBB+» από «BBB» και ταυτόχρονα επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη σε «Α-2».
Η S&P πρόσφατα είχε αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της μητρικής του ΟΤΕ, Deutsche Telekom σε «BBB+» και στην σχετική έκθεσή της αναφέρει ότι δύναται να βαθμολογήσει τον ΟΤΕ έως και τρεις βαθμίδες πάνω από τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα του ελληνικού δημοσίου (BB+ /Θετικό/Β).
Στην ίδια έκθεση σημειώνει ότι παρά τις αυξανόμενες ανταγωνιστικές πιέσεις ο ΟΤΕ θα σταθεροποιήσει το περιθώριο EBITDA (κέρδη προ φόρων τόκων και αποσβέσεων) περίπου στο 39% έως το 2024, έπειτα από μια προσωρινή πτώση το 2023 και θα δημιουργήσει σημαντικές ελεύθερες ταμειακές ροές.
Επίσης θεωρεί ότι η μόχλευση του τηλεπικοινωνιακού οργανισμού θα παραμείνει στο 0,8x-0,9x και οι ελεύθερες λειτουργικές ταμειακές ροές (FOCF) σε σχέση με τα χρέη άνω του 40%. Οι ταμειακές ροές θα στηριχθούν μεταξύ άλλων από τη συνεχιζόμενη επέκταση του δικτύου οπτικών ινών και την μεταφορά των συνδρομητών του σε υψηλότερες ταχύτητες.
Εκτιμά ακόμη ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσεται κυρίως οργανικά και ως εκ τούτου η μόχλευση θα παραμείνει σταθερή το 2023 – 2025, ενώ δηλώνει πως δεν πιστεύει ότι η Deutsche Telekom θα αποεπενδύσει από τον ΟΤΕ στο εγγύς μέλλον.
Κατά την άποψη της S&P ο ΟΤΕ θα συνεχίσει να επωφελείται από την ανάκαμψη της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ 2,5% το 2023 και 2,4%-2,9% το 2024 – 2025, ενώ ο σταθερός ισολογισμός και το ισχυρό ιστορικό της ανθεκτικής παραγωγής FOCF θα προστατεύσουν την εταιρεία σε ένα σενάριο πίεσης.