Η έκθεση για την εφαρμογή της Διακήρυξης του Βερολίνου σε σχέση με την ψηφιακή διακυβέρνηση, δείχνει ότι τα κράτη – μέλη βελτιώνονται στον λεγόμενο «ψηφιακό γραμματισμό» και την υιοθέτηση καινοτόμων τεχνολογιών στις δημόσιες υπηρεσίες τους. Ωστόσο, όπως αναφέρεται, πρέπει να εργαστούν περισσότερο για τη συμμετοχή και την ψηφιακή ένταξη, καθώς και για θέματα εμπιστοσύνης και ασφάλειας στις ψηφιακές υπηρεσίες.
Όπως τονίζεται, η πρόοδος έχει σημασία, «διότι οι δίκαιες, χωρίς αποκλεισμούς, ανοιχτές και αξιόπιστες ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες αποτελούν βασικούς μοχλούς για την επιτυχή ψηφιοποίηση της ευρωπαϊκής κοινωνίας και οικονομίας. Οι ψηφιακές και διαλειτουργικές δημόσιες υπηρεσίες είναι καθοριστικής σημασίας για να παραμείνει η ΕΕ ανθεκτική, ανταγωνιστική και καινοτόμος.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ δαπανούν συλλογικά περισσότερα από 48 δισεκατομμύρια ευρώ χρησιμοποιώντας μέσα όπως το Recovery and Resilience Facility και το Technical Support Instrument για την ψηφιοποίηση και τον μετασχηματισμό των δημόσιων υπηρεσιών και διοικήσεων. Η Διακήρυξη του Βερολίνου, που υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 2020, θέτει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις δημοκρατικές αξίες στο επίκεντρο αυτού του ψηφιακού μετασχηματισμού.
Αυτό, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, «θα βοηθήσει στην παροχή ανθρωποκεντρικών ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών, για την επίτευξη των ψηφιακών στόχων του 2030, που έχουν τεθεί από τη Ψηφιακή Δεκαετία της Ευρώπης. Επιπλέον, η ευθυγράμμιση των προσπαθειών μετασχηματισμού στα κράτη μέλη θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα και τη διαλειτουργικότητα, με μειωμένο κόστος».
Αυτή είναι η δεύτερη έκθεση για την εφαρμογή της, παρέχοντας μια επισκόπηση της προόδου που σημείωσαν τα κράτη μέλη στην εφαρμογή των δράσεων πολιτικής της Διακήρυξης του Βερολίνου, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Δείχνει θετικές τάσεις στους περισσότερους τομείς πολιτικής.
Τα κράτη μέλη συνέχισαν να εφαρμόζουν στρατηγικές και έργα για την προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αξιών στην ψηφιακή σφαίρα. Έχουν προχωρήσει στη δημιουργία ολοένα και περισσότερων πλατφορμών για την παροχή πληροφοριών και την προώθηση της συζήτησης για τα θεμελιώδη δικαιώματα.
Την ίδια στιγμή, τα κράτη μέλη έχουν εισαγάγει νέες στρατηγικές και πρωτοβουλίες, όπως σε θέματα εκπαίδευσης, για να ενισχύσουν τις ψηφιακές δεξιότητες και ικανότητες των πολιτών τους. Αυτό, όπως αναφέρεται, συμβάλλει στην ενδυνάμωση και τον ψηφιακό γραμματισμό των πολιτών.
Την ίδια στιγμή, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ανθρωποκεντρικά συστήματα και καινοτόμες τεχνολογίες στο δημόσιο τομέα. Αυτός είναι ένας βασικός πυλώνας του προτεινόμενου νόμου για τη διαλειτουργική Ευρώπη, με στόχο την κλιμάκωση της διαλειτουργικότητας στην Ευρώπη. Ωστόσο, προχώρησαν λιγότερο σε θέματα που σχετίζονται με την ενίσχυση της κοινωνικής συμμετοχής και ένταξης «και πρέπει να εργαστούν περισσότερο για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης».
Η Ελλάδα σημειώνει πρόοδο
Όσον αφορά στην Ελλάδα, αναφέρεται πως η χώρα μας έχει βελτιωθεί σε όλους τους τομείς πολιτικής, εκτός από έναν, σε σύγκριση με το 2021. Ο Τομέας Πολιτικής 4 (Trust through security in the digital sphere) παρουσίασε πτώση 6 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με πέρυσι. Οι πιο σημαντικές αυξήσεις για την Ελλάδα, σε σχέση με το 2021, καταγράφηκαν στον Τομέα Πολιτικής 1 (Fundamental rights and democratic values), με πρόοδο 30 ποσοστιαίων μονάδων, καθώς και στους Τομείς πολιτικής 2 (Social participation and inclusion), 6 (Digital empowerment and digital literacy) και 7 (Resilience and sustainability), οι οποίοι αυξήθηκαν κατά 14, 13 και 14 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα.
Επιπλέον, η Ελλάδα βαθμολογείται πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ σε δύο από τους επτά Τομείς Πολιτικής, δηλαδή τον Τομέα Πολιτικής 1 (Fundamental rights and democratic values) και τον Τομέα Πολιτικής 5 (Digital sovereignty and interoperability). Υπάρχει ακόμη περιθώριο βελτίωσης, κυρίως όσον αφορά στον τομέα πολιτικής 7 (Resilience and sustainability), ο οποίος έλαβε βαθμολογία 53%, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 69%.