Η IDC εκτιμά ότι οι δαπάνες για AR/VR wearables στην ευρωπαϊκή αγορά θα φτάσουν τα 10,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε τέσσερα χρόνια, κυρίως λόγω των διαδικασιών ψηφιοποίησης και της ανάγκης για εξ αποστάσεως συνεργασία.
Η εταιρεία προβλέπει ότι οι δαπάνες για AR θα φτάσουν τα 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, ενώ το VR θα φτάσει τα 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Μέχρι το 2027, η IDC υπολογίζει ότι οι δαπάνες για AR/VR θα αυξηθούν με CAGR 24,9 τοις εκατό, μεταξύ του 2022 και της περιόδου πρόβλεψης.
Αν και οι δύσκολες μακροοικονομικές συνθήκες οδήγησαν τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς να αναβάλουν τις μεγάλες υλοποιήσεις συστημάτων AR/VR, ο διευθυντής έρευνας της IDC Europe, Lubomir Dimitrov, δηλώνει ότι η έμφαση στην παραγωγικότητα, την ασφάλεια και την απόδοση σε όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, «θα συνεχίσει να ενισχύει το ενδιαφέρον» για την τεχνολογία.
Ο Dimitrov πρόσθεσε ότι η στροφή προς την πραγματοποίηση remote εργασιών θα επηρεάσει, με τη σειρά της, τις επενδύσεις σε AR/VR από τις επιχειρήσεις. Η ερευνητική προβλέπει ότι το B2B θα προσφέρει την «γρηγορότερη μακροπρόθεσμη» και διψήφια αύξηση των δαπανών σε AR/VR καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023, καθώς η τεχνολογία επιτρέπει στο προσωπικό μιας εταιρείας να επιθεωρεί και να αξιολογεί εικονικά τους κινδύνους κατά τη διάρκεια των εργασιών.
Η IDC αναφέρεται στην καταναλωτική αγορά, το λιανικό εμπόριο και τις κατασκευές ως τομείς που θα αντιπροσωπεύουν το 63,7 τοις εκατό των συνολικών δαπανών σε AR/VR φέτος, και την εκπαίδευση, το online retail και τη βιομηχανία ως κύριους επενδυτικούς τομείς, σε σχέση με τις περιπτώσεις χρήσης που αφορούν στο B2B.
Η συνεργασία που συνδυάζει AR/VR με παραδοσιακές διασκέψεις βίντεο ή ήχου θα είναι, επίσης, το ταχύτερα αναπτυσσόμενο «use case» έως το 2027, με 89,2 τοις εκατό CAGR από το 2022.