Η πρόταση των παρόχων, για κάλυψη μέρους του κόστους που σχετίζεται με τις τηλεπικοινωνιακές υποδομές από τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, μέσω της επιβολής ενός νέου τέλους, «χτίζεται πάνω σε μια ψευδή υπόθεση», όπως υποστήριξαν στελέχη της Meta.
«Η πρόταση για ένα τέλος δεν αναγνωρίζει ότι οι επενδύσεις μας σε περιεχόμενο οδηγούν το επιχειρηματικό μοντέλο των τηλεπικοινωνιακών παρόχων», έγραψαν, σε σχετικό blog post, τα στελέχη της Meta, Kevin Salvadori και Bruno Cendon Martin. Τα συγκεκριμένα σχόλια ήρθαν λίγες εβδομάδες αφότου ο συν-διευθύνων σύμβουλος της Netflix, Greg Peters, τάχθηκε κατά της πρότασης του «fair share» που εξετάζουν οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές Αρχές.
Τα στελέχη της Meta υπογράμμισαν ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι και οι πάροχοι εφαρμογών περιεχομένου (CAP) «κατέχουν διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς ρόλους στο ψηφιακό οικοσύστημα. Κάθε χρόνο, η Meta επενδύει δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ στις εφαρμογές και τις πλατφόρμες της -όπως τα Facebook, Instagram και Quest- για τη διευκόλυνση της φιλοξενίας περιεχομένου.
Δισεκατομμύρια άνθρωποι συνδέονται καθημερινά στο διαδίκτυο για να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτό το περιεχόμενο, δημιουργώντας τη ζήτηση που επιτρέπει στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους να χρεώνουν τους χρήστες για πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Η επένδυσή μας σε περιεχόμενο κυριολεκτικά οδηγεί τα έσοδα και το επιχειρηματικό μοντέλο των τηλεπικοινωνιακών παρόχων».
Οι ευρωπαϊκοί πάροχοι υποστηρίζουν ότι το Big Tech θα πρέπει να καταβάλλει ένα «δίκαιο μερίδιο» για το κόστος δημιουργίας δικτυακών υποδομών. Στις ΗΠΑ, ο Ρεπουμπλικάνος της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών, Brendan Carr, ισχυρίζεται ότι «το Big Tech απολαμβάνει δωρεάν την υποδομή μας στο Διαδίκτυο, ενώ παρακάμπτει τα δισεκατομμύρια δολάρια σε κόστος που απαιτούνται για τη συντήρηση και την κατασκευή αυτού του δικτύου».
«Κατά την τελευταία δεκαετία, οι CAP επένδυσαν συλλογικά πάνω από 880 δισεκατομμύρια δολάρια σε παγκόσμια ψηφιακή υποδομή, συμπεριλαμβανομένων περίπου 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως από το 2018 έως το 2021», ανέφερε, επί του θέματος, η ανάρτηση της Meta. «Αυτές οι συνεισφορές στις υποδομές που γίνονται από εταιρείες τεχνολογίας εξοικονομούν στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους περίπου 6 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Η ανάρτηση της Meta ανέφερε ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι δείχνουν να έχουν αρκετά χρήματα για να δημιουργήσουν τα δίκτυά τους. «Εμείς και άλλοι δεν βλέπουμε καμία αξιόπιστη απόδειξη επενδυτικού κενού, είτε στη χωρητικότητα σταθερού δικτύου, είτε στην κάλυψη κινητής τηλεφωνίας».
Πάνω από το 60 τοις εκατό των Ευρωπαίων έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο μέσω οπτικών ινών και οι υποδομές «είναι σε καλό δρόμο για να επιτύχουν τον στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για πλήρη κάλυψη κατοικιών με δίκτυο gigabit έως το 2030».
«Για τους ευρωπαίους καταναλωτές, προτεραιότητα είναι να διασφαλίσουν ότι τα σταθερά δίκτυα που μεταφέρουν τη συντριπτική πλειονότητα των δεδομένων έχουν τις τεχνικές δυνατότητες για να αξιοποιήσουν το Διαδίκτυο του αύριο — και τα καλά νέα είναι ότι ο υφιστάμενος επενδυτικός χάρτης πορείας του κλάδου βρίσκεται ήδη σε καλό δρόμο για να επιτρέψει ταχύτητες σύνδεσης στο σπίτι δεκάδες φορές υψηλότερες από τις σημερινές».
«Σε συνδυασμό με τις αναμενόμενες βελτιώσεις στον λανθάνοντα χρόνο μέσω της συνεχούς ανάπτυξης στα κέντρα δεδομένων αιχμής, το δίκτυο της Ευρώπης έχει περισσότερες από αρκετές δυνατότητες για να αντιμετωπίσει τη ζήτηση για το metaverse και άλλες διαδικτυακές υπηρεσίες τις επόμενες δεκαετίες».
Η Meta υποστήριξε, επίσης, ότι η κάλυψη των δικτύων πέμπτης γενιάς στην Ευρώπη «έχει αυξηθεί δραματικά, με σχεδόν τα τρία τέταρτα του πληθυσμού στις χώρες της ΕΕ27 να έχουν πλέον πρόσβαση στο 5G». «Αναμένουμε ότι οι ταχύτητες για τις εφαρμογές AR δεν θα υπερβαίνουν τα χαμηλά διψήφια megabits ανά δευτερόλεπτο», κάτι που δεν θα απαιτούσε «μια σημαντική αλλαγή στη φυσική αρχιτεκτονική» των δικτύων κινητής τηλεφωνίας, συμπλήρωσαν τα στελέχη του τεχνολογικού κολοσσού.