Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους στην Κύπρο, οι ευρωβουλευτές συναντήθηκαν με την υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας Νατάσα Πηλείδου, άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους και μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων που συμμετείχαν σε σχετικές επιτροπές, για να συζητήσουν το ισχύον νομικό πλαίσιο. Συνομίλησαν επίσης με νομικούς εμπειρογνώμονες, εκπροσώπους ΜΚΟ και δημοσιογράφους, οι οποίοι υπέβαλαν στην αντιπροσωπεία της επιτροπής του ΕΚ έγγραφα σχετικά με την παρακολούθηση και τη διαφθορά.
Στην Ελλάδα, συναντήθηκαν με ερευνητές δημοσιογράφους που εργάζονται για την αποκάλυψη περιπτώσεων κατάχρησης κατασκοπευτικού λογισμικού, βουλευτές από τις παρατάξεις της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, οι οποίοι συμμετείχαν στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής για την παράνομη παρακολούθηση του ηγέτη του κόμματος της αντιπολίτευσης ΠΑΣΟΚ και ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη (Σοσιαλιστές, Ελλάδα). Σε συνάντηση με τον υπουργό Επικρατείας Γεώργιο Γεραπετρίτη, οι ευρωβουλευτές συζήτησαν επίσης ιδιαίτερα προβεβλημένες υποθέσεις παρακολούθησης και το ευρύτερο πλαίσιο της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης συναντήθηκαν επίσης με τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη και άλλα εξέχοντα άτομα που στοχοποιήθηκαν με κατασκοπευτικό λογισμικό, τον πρόεδρο της ελληνικής αρχής προστασίας δεδομένων ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμο, καθώς και ΜΚΟ και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μετά την επίσκεψη, ο πρόεδρος της επιτροπής Jeroen Lenaers (ΕΛΚ, Ολλανδία) δήλωσε: «Κατά τη διάρκεια των συναντήσεών μας στην Κύπρο και την Ελλάδα είχαμε πολλές εποικοδομητικές ανταλλαγές απόψεων με εκπροσώπους της κυβέρνησης, δημοσιογράφους και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών. Δεν εντοπίσαμε σαφείς ενδείξεις διαφθοράς ή το είδος αυταρχικών πρακτικών που παρατηρούμε στην Πολωνία ή, σύμφωνα με δημοσιεύματα, και στην Ουγγαρία, χρειάζεται όμως να καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαφάνεια. Τυχόν καταγγελίες για κατάχρηση της πρακτικής της παρακολούθησης πρέπει να διερευνώνται ενδελεχώς και θα πρέπει να θεσπιστούν οι απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας. Είμαι ικανοποιημένος για το γεγονός ότι, εν αντιθέσει με αυτά που συμβαίνουν σε άλλες χώρες, οι κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας συνεργάστηκαν ενεργά με τα μέλη της επιτροπής μας και απάντησαν στις ερωτήσεις μας. Μας ενημέρωσαν επίσης για τις προτάσεις τους για μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της Κύπρου, της Ελλάδας και της ΕΕ, οι οποίες θα αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης κατά τους επόμενους μήνες. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αναμένεται να βελτιώσουν τη διαφάνεια και την επιβολή της ισχύουσας νομοθεσίας και να διασφαλίσουν την κατάλληλη δικαστική εποπτεία της χρήσης της παρακολούθησης. Αναμένουμε την ψήφιση στοχευμένης νομοθεσίας και των σχετικών πολιτικών με ανυπομονησία».
Η εισηγήτρια Sophie in’t Veld (Renew, Ολλανδία) δήλωσε: «Μετά την τετραήμερη παραμονή μας σε Κύπρο και Ελλάδα, αναχωρούμε με ίσως περισσότερα ερωτήματα από αυτά που είχαμε όταν φτάσαμε. Ακούσαμε ανησυχητικές αναφορές δημοσιογράφων που αισθάνονται ότι δεν είναι ασφαλείς όταν γράφουν γύρω από σημαντικά θέματα, ότι η ανεξάρτητη αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων δέχεται πιέσεις και ότι η εθνική ασφάλεια χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για κατάχρηση και παρακολούθηση κατασκοπευτικού λογισμικού. Φαίνεται ότι οι εταιρείες κατασκοπευτικού λογισμικού έχουν δημιουργήσει έναν τρομακτικό ιστό διασυνδέσεων που μπορεί να φτάνει μέχρι και στις δημόσιες αρχές, παρόλο που η νομοθεσία της ΕΕ για τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να δημοσιοποιούνται αυτού του είδους οι πληροφορίες. Η ΕΕ χρειάζεται σαφείς κανόνες για τον περιορισμό της χρήσης των υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας για παρακολουθήσεις, που θα διασφαλίζουν κατάλληλη δικαστική εποπτεία και ένα υγιές και πλουραλιστικό περιβάλλον στα μέσα ενημέρωσης».
Μπορείτε να παρακολουθήσετε τη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στο τέλος της αποστολής εδώ.