Την αναγκαιότητα και στους υπόλοιπους παρόχους να πράξουν το ίδιο, έχει δημιουργήσει η απόφαση του ΟΤΕ να διπλασιάσει τις ταχύτητες σύνδεσης στο Internet, χωρίς αλλαγή τιμολογίων στους συνδρομητές του και με αφορμή αυτό έχει ξεκινήσει ένας νέος κύκλος αντιπαράθεσης στην τηλεπικοινωνιακή αγορά, με «διαιτητή» την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ).
Οι εταιρείες δεν λένε όχι στον διπλασιασμό των ταχυτήτων (και δεν θα μπορούσαν άλλωστε). Τους απασχολεί το κόστος, το οποίο συνολικά για τους τρεις παρόχους, Vodafone, Wind και Nova, εκτιμάται περίπου στα 90 εκατ. ευρώ. Περιλαμβάνει τη μετάβαση από τα αστικά κέντρα στις υπαίθριες καμπίνες (εφάπαξ τέλος 33 ευρώ ανά σύνδεση) τις αλλαγές router στους συνδρομητές, τη διαφορά στις μισθώσεις που καταβάλλονται στον ΟΤΕ κ.α.
Σύμφωνα με πληροφορίες η Vodafone έχει ζητήσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων από την ΕΕΤΤ με αίτημα να σταματήσει να εγκρίνει τα τιμολογιακά πακέτα του ΟΤΕ που αφορούν τον διπλασιασμό των ταχυτήτων, ενώ η Novaαπευθύνθηκε στον ΟΤΕ και την ΕΕΤΤ θέτοντας θέμα μείωσης της τιμής της μετάβασης από τα αστικά κέντρα στις καμπίνες αφού οι μεταβάσεις θα γίνουν μαζικά, άρα δεν συνεπάγονται το ίδιο κόστος, όπως όταν γίνονται για μια σύνδεση χωριστά.
Με άλλα λόγια το ζητούμενο από τους παρόχους είναι ο ΟΤΕ να κάνει έκπτωση στις τιμές χονδρικής, με το επιχείρημα ότι ο ίδιος θα προχωρήσει στην αναβάθμιση των ταχυτήτων στους δικούς του συνδρομητές και αυτό ουσιαστικά «αναγκάζει» την υπόλοιπη αγορά για λόγους ανταγωνισμού να ακολουθήσει με ένα κόστος που δεν έχει υπολογίσει στα τρέχοντα πλάνα της.
Στην επιχειρηματολογία των παρόχων προστίθεται το γεγονός ότι η ΕΕΤΤ εξετάζει τα τιμολογιακά πακέτα του ΟΤΕ με βάση το Μοντέλο Ελέγχου Συμπίεσης Περιθωρίου (PSM- Price Squeeze Model) που έχει καταρτιστεί το 2011.
Το επικαιροποιημένο PSM βρίσκεται στη φάση της ολοκλήρωσής του και ως εκ τούτου ακόμα δεν λαμβάνεται υπόψη.
Η Vodafone ζητά τα πακέτα του ΟΤΕ να ελεγχθούν με βάση το νέο PSM καθώς και να εξεταστεί τι σημαίνει η κίνηση αυτή του ΟΤΕ σε σχέση με τον ανταγωνισμό.
Όπως εκτιμάται οι αποφάσεις της ΕΕΤΤ θα ληφθούν όταν κλείσει το θέμα της ανανέωσης της θητείας της Ολομέλειας.
Σύμφωνα με πληροφορίες πρόθεση των στελεχών της είναι η νέα αυτή διαφορά μεταξύ ΟΤΕ και υπολοίπων παρόχων, να λυθεί ρυθμιστικά, δηλαδή να υπολογιστεί πως μπορεί να διαμορφωθεί το τέλος της μετάπτωσης από τα αστικά κέντρα στις καμπίνες όταν αυτό αφορά πολλές συνδέσεις μαζί.
Πάντως, εκτός από τη διοίκηση του ΟΤΕ που έχει προχωρήσει σε συγκεκριμένες κινήσεις και ορθώς έπραξε, οι διοικήσεις των Vodafone, Wind και Nova αναγνωρίζουν επίσης, σύμφωνα με τις σχετικές δηλώσεις των επικεφαλής τους, την ανάγκη να αυξηθούν οι ταχύτητες σύνδεσης στη σταθερή τηλεφωνία καθώς η χώρα έχει πολύ χαμηλές επιδόσεις.
Βάσει του τελευταίου Speedtest Global Index της Ookla (μετρήσεις των ταχυτήτων σύνδεσης παγκοσμίως που θεωρούνται οι πιο έγκυρες) η Ελλάδα κατατάσσεται στην 91η θέση όσο αφορά τη σταθερή τηλεφωνία με μέση ταχύτητα 31,6 Mbps, ενώ αντίθετα στην κινητή βρίσκεται στην 31η θέση (χάνοντας πάντως 6 θέσεις στην τελευταία μέτρηση) με μέση ταχύτητα τα 51,42 Mbps.
Η συζήτηση για υψηλότερες ταχύτητες κυριαρχεί στην τηλεπικοινωνιακή αγορά και έχει και διπλή όψη γιατί η Ελλάδα είναι πίσω όσο αφορά την συνδεσιμότητα (τις γραμμές οπτικής ίνας που είναι διαθέσιμες σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες) ταυτόχρονα όμως η ζήτηση για υπερυψηλές ταχύτητες δεν θεωρείται ικανοποιητική σε βαθμό που να «επιβάλει» στους παρόχους να «τρέξουν» μεγαλύτερες επενδύσεις.
Η πρωτοβουλία του ΟΤΕ για την αναβάθμιση των ταχυτήτων δωρεάν για τους συνδρομητές του (για παράδειγμα, όποιος έχει σήμερα VDSL 50, θα αναβαθμιστεί σε VDSL 100 και όποιος έχει 24άρι πρόγραμμα, θα αναβαθμιστεί σε 50άρι) ανακοινώθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2021 έπειτα από τη συνάντηση του διευθύνοντος συμβούλου της Deutsche Telekom, Tim Höttges και του επικεφαλής του Ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλη Τσαμάζ, με τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Προϋπόθεση αποτελεί να είναι τεχνολογικά δυνατό, ενώ οι συνδρομητές του ΟΤΕ δεν χρειάζεται να προβούν σε καμία ενέργεια. Κάθε πελάτης της εταιρείας που έχει τη δυνατότητα δωρεάν αναβάθμισης θα ενημερωθεί ξεχωριστά.
Η αναβάθμιση των ταχυτήτων θα ξεκινήσει το πρώτο τρίμηνο του 2022 και αναμένεται να ολοκληρωθεί σταδιακά μέσα στο 2022. Το διάστημα αυτό είναι απαραίτητο, καθώς ανάλογα με την τεχνολογία του δικτύου, απαιτούνται διαφορετικές ενέργειες (στην πλειονότητα των περιπτώσεων η αναβάθμιση γίνεται αυτόματα και απομακρυσμένα, σε άλλες περιπτώσεις χρειάζεται αντικατάσταση router ή καρτών, σε άλλες χρειάζεται συνεννόηση με τεχνικό).