Η Accenture, αναγνωρίζοντας τη σημασία των άμεσων ξένων επενδύσεων σε τομείς καινοτομίας και υψηλής τεχνολογίας για την ελληνική κοινωνία και οικονομία, εκπόνησε μια ολοκληρωμένη μελέτη για τον ΣΕΒ με τίτλο «Destination Greece: Attracting Digital & Innovation Investment». Φιλοδοξία της μελέτης είναι να απαντήσει στο «γιατί» αλλά κυρίως στο «πώς» η Ελλάδα μπορεί να προσελκύσει και να αξιοποιήσει στρατηγικά αυτές τις επενδύσεις. Με αφετηρία τα κίνητρα και τα κριτήρια επιλογής των ψηφιακών πολυεθνικών επιχειρήσεων, γίνεται χαρτογράφηση των ενεργειών που θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να ενισχύσει περαιτέρω την ελκυστικότητά της ως επενδυτικός προορισμός, συμβάλλοντας θετικά στην ανάπτυξη της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητάς της.
Στο πλαίσιο της μελέτης, στοχεύσαμε να απαντήσουμε σε πέντε απλές αλλά ουσιαστικές ερωτήσεις:
- Τι ορίζουμε ως ψηφιακές πολυεθνικές επιχειρήσεις (Digital MNEs) και ως άμεσες ξένες επενδύσεις στους τομείς καινοτομίας και υψηλής τεχνολογίας;
- Με ποια κριτήρια επιλέγουν οι ψηφιακές πολυεθνικές επιχειρήσεις τις χώρες – προορισμούς (το που δηλαδή θα επενδύσουν);
- Ποια είναι η εμπειρία των ψηφιακών πολυεθνικών επιχειρήσεων που έχουν ήδη επενδύσει ή πρόκειται να επενδύσουν στη χώρα μας;
- Ποιες είναι οι άμεσες δράσεις που μπορούμε να υλοποιήσουμε ως χώρα για να προσελκύσουμε πρόσθετες επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα;
- Ποιοι είναι τομείς (Game Changers) στους οποίους μπορούμε να αξιοποιήσουμε το ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα ώστε να μετατρέψουμε τη χώρα σε έναν προηγμένο κόμβο καινοτομίας και υψηλής τεχνολογίας;
Οι «tech-τονικές» αλλαγές στην παγκόσμια παραγωγή και η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων σε υψηλή τεχνολογία και καινοτομία
Οι ψηφιακές τεχνολογίες μετασχηματίζουν συνολικά τις κοινωνίες, αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο ζούμε, δουλεύουμε, αλληλοεπιδρούμε, παράγουμε και καταναλώνουμε. Αν και η τεχνολογία αποτελεί διαχρονικά φορέα αλλαγών, η ταχύτητα, το εύρος και οι συνδυαστικές επιδράσεις των αναδυόμενων ψηφιακών τεχνολογιών αποτελούν τη βάση για έναν εκθετικό ψηφιακό μετασχηματισμό και καθιερώνουν τη Βιομηχανία 4.0 ως μία διακριτή τεχνολογική περίοδο. Οι σχετικές εξελίξεις, επιταχύνθηκαν μάλιστα δραστικά ως απόρροια της πανδημίας.
Κατά τη διάρκεια της ψηφιακής αυτής επανάστασης, αναδύθηκε μία νέα ομάδα επιχειρήσεων, οι Ψηφιακές Πολυεθνικές Επιχειρήσεις. Οι οργανισμοί αυτοί τοποθετούν την καινοτομία και τις ψηφιακές τεχνολογίες στη βάση των επιχειρηματικών και λειτουργικών τους μοντέλων και διεισδύουν σε ξένες αγορές με μεγαλύτερη ευκολία και χαμηλότερο κόστος από τις παραδοσιακές πολυεθνικές, παρέχοντας καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες. Με την παρουσία τους, ανατρέπουν τα παραδοσιακά σχήματα και πρότυπα παραγωγής. Ταυτόχρονα, έχουν οδηγήσει στην εμφάνιση ενός νέου τύπου άμεσων ξένων επενδύσεων που έχουν επίκεντρο τις ψηφιακές τεχνολογίες και την εφαρμοσμένη καινοτομία. Οι επενδύσεις αυτές αναφέρονται συνήθως στη δημιουργία και λειτουργία κέντρων έρευνας και ανάπτυξης, κόμβων καινοτομίας ή πιο παραδοσιακά delivery centers.
Βάσει της διεθνούς εμπειρίας και βιβλιογραφίας, οι επενδύσεις αυτές πυροδοτούν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία, καθώς ενισχύουν τη μεταφορά τεχνογνωσίας και τεχνολογίας, την ψηφιακή προσαρμοστικότητα, και την παραγωγικότητα στις χώρες υποδοχής, ενώ τονώνουν τόσο την εγχώρια καινοτομία, όσο και τη δυνατότητα συμμετοχής σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.
Τα κριτήρια επιλογής για άμεσες ξένες επενδύσεις στο χώρο της καινοτομίας και της ψηφιακής oικονομίας
Στην προσπάθεια των χωρών για προσέλκυση άμεσων ξένων ψηφιακών επενδύσεων τίθενται ορισμένα βασικά ερωτήματα: Πού πρέπει να εστιάσουν οι χώρες για να ενισχύσουν την ελκυστικότητά τους; Υπάρχει «μυστική συνταγή» για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού προς τις ψηφιακές επενδύσεις;
Η μελέτη της Accenture και οι διεθνείς πηγές υποδεικνύουν ότι η επιλογή τοποθεσίας για τις επενδύσεις αυτού του τύπου επηρεάζεται από 9 διασυνδεδεμένες ομάδες παραγόντων στις οικονομίες υποδοχής.
Κριτήρια Επιλογής | Προπορευόμενες χώρες (ενδεικτική λίστα) |
Ψηφιακές Δεξιότητες και Εκπαίδευση | Σκανδιναβικές χώρες, Χονγκ Κονγκ, Πορτογαλία |
Ψηφιακή Οικονομία | Γερμανία, Εσθονία, Σιγκαπούρη |
Ψηφιακές Υποδομές | Σκανδιναβικές Χώρες, Ηνωμένο Βασίλειο |
Σύστημα Καινοτομίας | Λιθουανία, Πολωνία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο |
Κίνητρα για Καινοτομία και Επενδύσεις | Σιγκαπούρη, Ισραήλ, Κύπρος, Ηνωμένο Βασίλειο |
Εστιασμένες Πολιτικές Προσέλκυσης Ψηφιακών Επενδύσεων | Ιρλανδία, Γαλλία, Χονγκ Κονγκ, Ηνωμένο Βασίλειο |
Επιχειρηματικό Περιβάλλον & Θεσμοί | Σιγκαπούρη, Φινλανδία, Δανία |
Πράσινες & Βιώσιμες Φυσικές Υποδομές | Ολλανδία, Σουηδία, Σιγκαπούρη |
Διασυνδεδεμένες Πόλεις & Ποιότητα Ζωής | Ισπανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα |
H εμπειρία των επενδυτών στην Ελλάδα
Οι παραπάνω παράγοντες επηρεάζουν σημαντικά τις αποφάσεις των ψηφιακών πολυεθνικών επιχειρήσεων κατά την επιλογή των χωρών-στόχων. Άλλοι παράγοντες περιλαμβάνουν την ευρύτερη επενδυτική στρατηγική της μητρικής εταιρείας, καθώς επίσης και τη δυναμική και ευελιξία των τοπικών θυγατρικών, ώστε να ανταποκρίνονται γρήγορα και αποτελεσματικά σε ευκαιρίες προσέλκυσης νέων επενδύσεων από την μητρική τους εταιρεία, «νικώντας» τον εσωτερικό ανταγωνισμό. Η αποκωδικοποίηση και ερμηνεία της πρόσφατης επενδυτικής «αναζωπύρωσης» στην Ελλάδα είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό των σχετικών διδαγμάτων, την άντληση γνώσης και την περαιτέρω επιτάχυνση του επενδυτικού ενδιαφέροντος των ψηφιακών πολυεθνικών εταιρειών για τη χώρα.
Λόγω της εμπιστευτικότητας των απαιτούμενων πληροφοριών, εφαρμόστηκε μια «μεθοδολογία μελέτης περίπτωσης» μέσω μιας σειράς συνεντεύξεων με υψηλόβαθμα στελέχη ψηφιακών πολυεθνικών με παρουσία στην Ελλάδα. Οι συνεντεύξεις επιβεβαίωσαν την υπόθεση ότι οι ψηφιακές πολυεθνικές εταιρείες που έχουν ήδη επενδύσει με επιτυχία στην Ελλάδα, δεν ακολούθησαν μια πανομοιότυπη επενδυτική προσέγγιση («one-size-fits-all»). Κάθε πολυεθνική αξιοποίησε την εταιρική της στρατηγική και τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά της, για να προσδιορίσει το «τι», «πού» και «πότε» των επενδυτικών της αποφάσεων. Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει ένα σύνολο επτά κοινών παραγόντων που επηρέασαν και «ξεκλείδωσαν» την επιλογή τους να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Αυτοί οι παράγοντες ήταν:
- Το δίκτυο της ελληνικής διασποράς: Έλληνες επικεφαλής των ψηφιακών πολυεθνικών παρείχαν πληροφορίες και καθοδήγηση στις ελληνικές θυγατρικές κατά την εσωτερική διαδικασία επιλογής χώρας-προορισμού για την υλοποίηση νέων επενδύσεων καινοτομίας και υψηλής τεχνολογίας από τη μητρική εταιρεία.
- Η δύναμη και η ευελιξία της τοπικής θυγατρικής – «The boots on the ground»: Η επιτυχία στη διαδικασία επιλογής χώρας-προορισμού βασίστηκε τόσο στην σημαντική επιρροή που άσκησε η ηγεσία της ελληνικής θυγατρικής όσο και στη δέσμευση των τοπικών ομάδων να λειτουργήσουν άμεσα και συντονισμένα για να καλύψουν τις όποιες απαιτήσεις της μητρικής εταιρείας.
- Η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και αποδοτικού «business case»: Για να αντισταθμίσουν το περιορισμένο μέγεθος της αγοράς και τις εγχώριες προκλήσεις, οι ελληνικές θυγατρικές έπρεπε να αξιοποιήσουν άλλα δυνατά στοιχεία της Ελλάδας (όπως τη γεωγραφική της θέση, τη σημαντική πολιτιστική κληρονομιά, την εφευρετικότητα του ελληνικού ταλέντου, την ποιότητα ζωής) προκειμένου να ισχυροποιήσουν την ελκυστικότητα της χώρας.
- Η σημασία του χρονοδιαγράμματος: Οι ελληνικές θυγατρικές έπρεπε να δράσουν γρήγορα και αποφασιστικά προκειμένου να υπερνικήσουν άλλους εσωτερικούς ανταγωνιστές.
- Δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας: Η πολιτική δέσμευση από τα υψηλότερα κλιμάκια της Ελληνικής Κυβέρνησης για την υποστήριξη και τη διευκόλυνση των ξένων επενδύσεων λειτούργησε θετικά στην απόφαση των ψηφιακών πολυεθνικών επιχειρήσεων να επενδύσουν στη χώρα.
- Ο κεντρικός ρόλος του Έλληνα «Deal Playmaker»: Ο οποίος τοποθέτησε στο ραντάρ / agenda της κυβέρνησης τις επερχόμενες ψηφιακές επενδύσεις και συνέβαλε στην άρση τυχόν εμποδίων.
- Οι «Επινοητικοί» διαχειριστές προγραμμάτων (program managers): Ικανά, υψηλόβαθμα στελέχη της δημόσιας διοίκησης με βαθιά γνώση στη λειτουργία του δημοσίου τομέα, τα οποία υποστήριξαν τον «Deal Playmaker», διαχειρίστηκαν επιτυχώς θέματα γραφειοκρατίας και βοήθησαν ουσιαστικά στην πραγματοποίηση των επενδύσεων.
Σχέδιο άμεσων δράσεων για την προσέλκυση ψηφιακών επενδύσεων στην Ελλάδα
Οι ξένες επενδύσεις στην καινοτομία και την ψηφιακή τεχνολογία βοηθούν την οικονομική ανάπτυξη και αποτελούν ισχυρό μηχανισμό για την ενίσχυση της εθνικής ανταγωνιστικότητας και τη διεθνή μεταφορά τεχνογνωσίας. Η Ελλάδα έχει ήδη καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την αναμόρφωση της οικονομίας της και τη μετατροπή της σε έναν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Η αναζωογονημένη επενδυτική διάθεση των ψηφιακών πολυεθνικών σε όλο τον κόσμο, συνεπάγεται ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιταχύνει περαιτέρω τις σχετικές μεταρρυθμίσεις. Απαιτούνται άμεσες και αποτελεσματικές παρεμβάσεις για τη βελτίωση της συνολικής εμπειρίας των επενδυτών. Για να καταστεί αυτό εφικτό, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (δημόσιος και ιδιωτικός τομέας) οφείλουν να δράσουν παράλληλα, υπό την καθοδήγηση και τον συντονισμό των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, για να εφαρμόσουν ένα δομημένο σχέδιο προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, το οποίο θα εκτελείται έναντι 22 επιμέρους πρωτοβουλιών, που καλύπτουν τους ακόλουθους πυλώνες:
“Brand Name: Greece”
- Επανατοποθέτηση της Ελλάδας ως προορισμός ψηφιακών επενδύσεων: Στοχευμένες πρωτοβουλίες προώθησης των επενδύσεων για την περαιτέρω ενίσχυση και διεθνή επενδυτική προβολή της χώρας.
“Build them and they will come”
- Ενίσχυση των εγχώριων «ικανοτήτων» για την προσέλκυση επενδύσεων: Έλληνες «deal playmakers» με άμεση πρόσβαση στα ανώτερα κλιμάκια της κυβέρνησης και «επινοητικοί» διαχειριστές προγραμμάτων Δημόσιας Διοίκησης που «πλοηγούνται» και παρακάμπτουν τη γραφειοκρατία, λειτουργούν ως καταλύτες για την υλοποίηση επενδύσεων στην καινοτομία. Η ενίσχυση των ικανοτήτων που σχετίζονται με τη διευκόλυνση και τη βελτίωση της εμπειρίας των επενδυτών σε όλη τη διάρκεια του επενδυτικού τους ταξίδιου, είναι υψίστης σημασίας για την προσέλκυση πρόσθετων επενδύσεων στην ψηφιακή και την καινοτομία.
- Επίλυση του «ελληνικού παράδοξου» και αντιμετώπιση του χάσματος δεξιοτήτων της Ελλάδας: Παρότι, η Ελλάδα διαθέτει υψηλό αριθμό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η υιοθέτηση ψηφιακών ικανοτήτων και δεξιοτήτων παραμένει χαμηλή. Πρωτοβουλίες όπως προσαρμοσμένα προγράμματα μαθητείας για αποφοίτους STEM στις ψηφιακές πολυεθνικές και την ελληνική βιομηχανία ΤΠΕ καθώς επίσης στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης (π.χ. για τους πρόσφατα ανέργους) σε βασικές ψηφιακές τεχνολογίες μπορούν να αποτελέσουν «γρήγορες νίκες» παράλληλα με τις απαιτούμενες μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές αλλαγές.
“Laser-focus on key priorities”
- Παροχή κινήτρων για ψηφιακές επενδύσεις: Με βάση τις ήδη εφαρμοσμένες μεταρρυθμίσεις και φορολογικά κίνητρα, μπορούν επίσης να εισαχθούν στοχευμένοι μηχανισμοί για την ενίσχυση της ελκυστικότητας του ελληνικού τομέα ΤΠΕ και του ελληνικού οικοσυστήματος καινοτομίας.
- Ενίσχυση επενδύσεων στην καινοτομία και στα οικοσυστήματα υψηλή τεχνολογίας: Η ενίσχυση της συνεργασίας σε επίπεδο έρευνας που παράγεται στην Ελλάδα με τη βιομηχανία περνάει μέσα από τη διασύνδεση όλων των φορέων καινοτομίας, ώστε να αναδειχθούν δυναμικά οικοσυστήματα υψηλής τεχνολογίας. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν: τη δημιουργία «ελεύθερων ζωνών» με ειδικούς κανονισμούς που θα λειτουργούν ως «sandboxes» για τη δοκιμή αναδυόμενων ψηφιακών τεχνολογιών και εφαρμογών, την εισαγωγή προγραμμάτων συνεργασίας (matchmaking events) ανάμεσα στις ψηφιακές πολυεθνικές και τις ελληνικές επιχειρήσεις για την ενθάρρυνση της διάχυσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας ανάμεσα σε αυτές.
Τομείς με ιδιαίτερο επενδυτικό ενδιαφέρον (Game Changers)
Απαντώντας στην ερώτηση, που μπορεί να εστιάσει η Ελλάδα για να αξιοποιήσει τα έμφυτα χαρακτηριστικά της και να μετατραπεί σε κόμβο καινοτομίας με παγκόσμια εμβέλεια, εντοπίσαμε τους παρακάτω ενδεικτικούς τομείς:
- Οικοσύστημα «Αειφόρο Αρχιπέλαγος»: Βασιζόμενοι στις περιπτώσεις της Αστυπάλαιας, της Τήλου και της Χάλκης, οι οποίες στοχεύουν στην «πλήρη πράσινη μετάβαση» μέσω της φιλοξενίας αναδυόμενων οικοσυστημάτων καινοτομίας, διαφορετικές περιοχές στην Ελλάδα μπορούν να αποτελέσουν έδρα διαφορετικών οικοσυστημάτων, επικεντρωμένων το καθένα στις ανάγκες της πράσινης μετάβασης, της κυκλικής οικονομίας και της κλιματικής βιωσιμότητας (αγροδιατροφή, τουρισμός, ναυτιλία, μέταλλα, ενέργεια κ.λπ.)
- Κόμβος Ψηφιακής Υγείας (Digital Health Campus): Δημιουργία του πρώτου κόμβου ψηφιακής υγείας στην Ελλάδα, ο οποίος θα συγκεντρώσει ψηφιακές πολυεθνικές και ειδικούς στον τομέα της υγείας από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα και τους συναφείς κλάδους. Ο κόμβος θα βοηθήσει στον επαναπροσδιορισμό της υγειονομικής περίθαλψης, μέσω της έρευνας υψηλού επιπέδου και του σχεδιασμού και της ανάπτυξης νέων καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών υγείας. Η πλήρης αξιοποίηση και διασύνδεση των δεδομένων υγείας βρίσκεται στο επίκεντρο της προσπάθειας.
- Ταμείο Επενδύσεων Καινοτομίας στην Άμυνα και την Κυβερνοασφάλεια: Σχεδιασμός ενός επενδυτικού ταμείου για την ανάπτυξη καινοτομίας γύρω από την αμυντική τεχνολογία και την κυβερνοασφάλεια (Defense Intelligence & Cybersecurity Innovation Fund), το οποίο θα επενδύσει σε επιχειρήσεις που διεξάγουν έρευνα ή/και αναπτύσσουν καινοτόμες, ψηφιακές υπηρεσίες και προϊόντα άμυνας και ασφάλειας, μέσω της αξιοποίησης τεχνολογιών όπως Ρομποτικής, Τεχνητής Νοημοσύνης, Κυβερνοασφάλειας.
Αναφορικά με τη Μελέτη
Για την ανάπτυξη της μελέτης αξιοποιήθηκαν πρωτογενή και δευτερογενή δεδομένα. Συγκεκριμένα:
- Βιβλιογραφική / Δευτερογενής έρευνα με 300+ μελέτες/αναφορές από διεθνείς οργανισμούς και ινστιτούτα, καθώς και σχετικές έρευνες της Accenture
- Συνεντεύξεις με υψηλόβαθμα στελέχη πολυεθνικών που επένδυσαν ή πρόκειται να επενδύσουν στην Ελλάδα αλλά και κυβερνητικών στελεχών που έχουν στην ευθύνη τους τις επενδύσεις αυτές
- Workshops με ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων από την Ελλάδα και το εξωτερικό
Το σύνολο της μελέτης «Destination Greece: Attracting Digital & Innovation Investments» που εκπόνησε η Accenture για λογαριασμό του ΣΕΒ είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση
https://www.accenture.com/gr-en/insights/about/destination-greece-fdi