Με συνολική βαθμολογία συνδεσιμότητας 41,2, η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάσει του Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) για το 2019.
Δεν έχει σημειωθεί βελτίωση στην κατάταξη σε σχέση με το 2018. Η χώρα παρουσιάζει ευρεία διαθεσιμότητα σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων (κάλυψη 96%, ελαφρώς μικρότερη από το 97 % της κάλυψης της ΕΕ), αλλά η διείσδυση στα νοικοκυριά εξακολουθεί να κινείται με αργούς ρυθμούς, καθώς διαμορφώνεται στο 74%, και υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ (77%).
Όπως σχολιάζεται από την ΕΕ αυτό μπορεί να συνδέεται με τις τιμές, οι οποίες παραμένουν σχετικά υψηλές σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, με την Ελλάδα να κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ και στον δείκτη τιμών ευρυζωνικών συνδέσεων (με βαθμολογία 0 έως 100 η Ελλάδα βαθμολογείται με 65, έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 87).
Στη σταθερή ευρυζωνικότητα η Ελλάδα κατατάσσεται 26η μεταξύ των χωρών της ΕΕ όσον αφορά την κάλυψη NGA ανά νοικοκυριό, με ποσοστό 66% που υπολείπεται κατά πολύ του μέσου όρου του 83 % της ΕΕ. Οι συνδρομές σε ευρυζωνικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας έχουν αυξηθεί κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, στο 11%, αλλά παραμένουν αρκετά κάτω από τον μέσο όρο του 41% της ΕΕ με τη χώρα να βρίσκεται στην τελευταία θέση και σε αυτή την κατάταξη.
Η χώρα δεν διαθέτει ευρυζωνικό δίκτυο υπερυψηλής ταχύτητας. Η κάλυψη που καταγράφει ο DESI είναι στο 0,4% όταν ο μέσος ευρωπαϊκό όρος έχει φθάσει το 60%. Ως αποτέλεσμα η διείσδυση ευρυζωνικών επικοινωνιών υπερυψηλών ταχυτήτων στα νοικοκυριά να καταγράφεται σχεδόν στο μηδέν (0,1%) όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος έχει φθάσει στο 20%. Με ενδιαφέρον αναμένεται αν οι επενδύσεις των παρόχων που βρίσκονται σε εξέλιξη στο πλαίσιο του κανονισμού Vectoringτης ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) θα αλλάξουν την εικόνα. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η όποια βελτίωση δεν θα διαφοροποιήσει την κατάταξη τη στιγμή που και οι άλλες χώρες προχωρούν.
Η διείσδυση κινητών ευρυζωνικών επικοινωνιών αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 8 μονάδες, ωστόσο, οι 74 συνδρομές ανά 100 άτομα, είναι κατά πολύ χαμηλότερες από τον μέσο όρο των 96 συνδρομών ανά 100 άτομα στην ΕΕ. Οι επιδόσεις της Ελλάδας όσον αφορά την τεχνολογία 4G είναι καλύτερες, καθώς η κάλυψη αγγίζει το 92%, πλησιάζοντας τον μέσο όρο του 94 % της ΕΕ.
Ως προς την ετοιμότητα για το 5G (φάσμα που έχει εκχωρηθεί) βρισκόμαστε στο μηδέν στη 13 θέση της κατάταξης με το μέσο όρο στους 25 στο 14%.
Η έκθεση της ΕΕ κάνει αναφορά στο έργο Superfast Broadband, προϋπολογισμού 50 εκατ. ευρώ το οποίο εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2018 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και έχει στόχο την ενίσχυση της ζήτησης με τη χρήση κουπονιών. Επίσης αναφέρει το Ultrafast Broadband (UFBB) με συνολικό προϋπολογισμό 700 εκατ. ευρώ και τις κινήσεις της Γενικής Γραμματείας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων για τον συντονισμό όλων των ζητημάτων που αφορούν την ανάπτυξη δικτύου 5G. Ακόμη, σημειώνει ότι το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης δημοσίευσε τον εθνικό χάρτη πορείας για την αποδέσμευση της ζώνης των 700 MHz, ορίζοντας ως τελική ημερομηνία για την έναρξη χρήσης της ζώνης για ασύρματα ευρυζωνικά δίκτυα την 15η Δεκεμβρίου 2020. Η ενδεικτική ημερομηνία για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης για δίκτυα 5G στη ζώνη 3,4-3,8 GHz είναι το τέλος του 2019. Με βάση τα δεδομένα σήμερα δύσκολα θα τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα.
Όπως τονίζεται οι σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των έργων και στην απορρόφηση των κονδυλίων που διατίθενται είχαν ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να μην βελτιώσει τη βαθμολογία της όσον αφορά τη συνδεσιμότητα και να παραμείνει στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ και το 2018. Δεν λείπει ακόμη η αναφορά στη θεσμική εκκρεμότητα αναφορικά με τη διαδικασία αδειοδότησης των κεραιών και τον αριθμό 112: «Η αντιμετώπιση των σημαντικών καθυστερήσεων που παρατηρούνται στις διαδικασίες χορήγησης άδειας για εγκατάσταση κεραίας και η προώθηση της ανάπτυξης της τεχνολογίας 5G θα βελτιώσουν την ψηφιακή κατάσταση της χώρας. Επιπλέον, η ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να συνεχίσει να διασφαλίζει την έγκαιρη και ορθή εφαρμογή των ρυθμιστικών αποφάσεων. Επιπροσθέτως, είναι σημαντικό η Ελλάδα να λάβει τα κατάλληλα μέτρα και να αντιμετωπίσει τα ζητήματα που συνδέονται με την υλοποίηση του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης 112 χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις».