Τα σχέδια της Επιτροπής να επενδύσει από κοινού με τα κράτη μέλη στην οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής υποδομής υπερυπολογιστών παγκόσμιας κλάσης ενέκρινε επίσημα χθες το Συμβούλιο των Υπουργών.
Το Συμβούλιο ειδικότερα εξέδωσε κανονισμό σχετικά με τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ευρωπαϊκή υπολογιστική υψηλών επιδόσεων (EuroHPC) μια νέα νομική και χρηματοδοτική δομή που θα συγκεντρώνει πόρους από 25 ευρωπαϊκές χώρες, θα αναπτύσσει υποδομή υπερυπολογιστών και δεδομένων και θα στηρίζει την έρευνα και την καινοτομία στον τομέα, χάρη στη συμμετοχή επιστημόνων, επιχειρήσεων και βιομηχανικών κλάδων. Η δομή αυτή θα βελτιώσει την πρόσβαση των Ευρωπαίων χρηστών από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε υπερυπολογιστές, που είναι καθοριστικής σημασίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας.
Η κοινή επιχείρηση EuroHPC θα συσταθεί τον Νοέμβριο του 2018 και θα παραμείνει σε λειτουργία έως το τέλος του 2026. Η συνεργασία έχει καθοριστική σημασία για την ανταγωνιστικότητα και την ανεξαρτησία της ΕΕ στην οικονομία των δεδομένων, εάν ληφθεί υπόψη ότι σήμερα η βιομηχανία της ΕΕ καταναλώνει πάνω από το 33% των υπερυπολογιστικών πόρων παγκοσμίως, αλλά παρέχει μόνο το 5% αυτών των πόρων.
Η κοινή επιχείρηση θα έχει προϋπολογισμό ύψους ενός δισ. ευρώ, που θα προέρχεται κατά το ήμισυ από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και κατά το άλλο ήμισυ από τα συμμετέχοντα ευρωπαϊκά κράτη μέλη. Πρόσθετοι πόροι αξίας άνω των 400 εκατ. ευρώ θα προέλθουν από ιδιώτες εταίρους. Οι δραστηριότητες της κοινής επιχείρησης θα εστιάσουν σε δύο τομείς:
- Πανευρωπαϊκή υποδομή υπερυπολογιστών: αγορά και εγκατάσταση στην ΕΕ δύο υπερυπολογιστών, μεταξύ των 5 κορυφαίων σε παγκόσμιο επίπεδο, και τουλάχιστον δύο άλλων που κατατάσσονται σήμερα στους 25 καλύτερους στον κόσμο. Τα μηχανήματα αυτά θα είναι διασυνδεδεμένα με τους υφιστάμενους εθνικούς υπερυπολογιστές και θα διατίθενται σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς σε όλη την Ευρώπη, για χρήση σε περισσότερα από 800 επιστημονικά και βιομηχανικά πεδία εφαρμογών.
- Έρευνα και καινοτομία: στόχος είναι η στήριξη της ανάπτυξης ενός ευρωπαϊκού οικοσυστήματος υπερυπολογιστών, που θα τονώσει τον κλάδο παροχής τεχνολογίας και θα δώσει τη δυνατότητα σε πολλούς χρήστες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, να έχουν πρόσβαση σε υπερυπολογιστικούς πόρους σε πολλά πεδία εφαρμογών.
Μέχρι σήμερα, οι ευρωπαϊκές χώρες που έχουν έχουν δεσμευτεί να συμμετάσχουν στην κοινή επιχείρηση είναι: Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σλοβακία και Ισπανία.