Το έργο «Ανάπτυξη Ευρυζωνικών Υποδομών σε Λευκές Αγροτικές και Απομακρυσμένες Περιοχές» (Rural Broadband) βραβεύτηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (DG CNECT) στο πλαίσιο των «European Broadband Awards 2017». Αντίστοιχες βραβεύσεις έλαβαν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιταλία, η Σουηδία και η Φινλανδία.
Ο διαγωνισμός πραγματοποιείται για δεύτερη χρονιά με στόχο την ανάδειξη των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών για την υλοποίηση κάθε είδους και εμβέλειας έργων (τοπικών, περιφερειακών, εθνικών – ανεξαρτήτως τρόπου χρηματοδότησης και υλοποίησης), τα οποία προωθούν την ευρυζωνικότητα. Φέτος, υποβλήθηκαν 49 υποψηφιότητες, που αξιολογήθηκαν από επιτροπή πέντε ειδικών εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν. Αναδείχθηκαν τα τρία επικρατέστερα έργα σε κάθε μια από τις πέντε κατηγορίες: α) καινοτόμα μοντέλα χρηματοδότησης και επένδυσης, β) μείωση κόστους και από κοινού επενδύσεις σε σύγχρονες υποδομές, γ) προώθηση πολιτικής συνοχής σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές, δ) κοινωνικο-οικονομική επίδραση και δυνατότητα πρόσβασης με αποδεκτό οικονομικό κόστος, ε) υποδομές ανοικτής πρόσβασης και ανταγωνισμός.
Το ελληνικό Rural Broadband, προϋπολογισμού 167 εκατ. ευρώ, πρώτευσε στην κατηγορία «Προώθηση πολιτικής συνοχής σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές».
Το βραβείο παρέλαβε ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκος Παππάς ο οποίος τόνισε τα εξής: «Είναι μεγάλη μου τιμή να λαμβάνω σήμερα αυτό το βραβείο για ένα έργο που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω “ναυαρχίδα”, αφού λειτουργεί ως σημείο εκκίνησης, ώστε η Ελλάδα να πραγματοποιήσει ένα άλμα από το κατώτερο σημείο συνδεσιμότητας με δίκτυα νέας γενιάς (NGA) όπου βρίσκεται σήμερα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ε.Ε., στην κοινωνία του Gigabit. Το συγκεκριμένο project είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού πολλών ετών, επίμονων προσπαθειών, αφοσίωσης και σκληρής δουλειάς. Πρέπει να ομολογήσω ότι ο δρόμος προς την υλοποίησή του –η οποία άρχισε τους πρώτους μήνες του 2015- δεν ήταν ούτε εύκολος ούτε ταχύς. Το γεγονός ότι η Ελλάδα λαμβάνει, σήμερα, αυτό το βραβείο αποδεικνύει ότι όλοι αναγνωρίζουμε πως η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών οφείλει να λειτουργήσει ως εργαλείο σύγκλισης μεταξύ των χωρών και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου. Όχι ως πηγή ανισοτήτων και, άρα, μελλοντικών οικονομικών και πολιτικών κρίσεων».