Θετικό πρόσημο εκτιμάται ότι θα έχουν φέτος τα έσοδα των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας από τις υπηρεσίες και αυτό, εφόσον επιβεβαιωθεί, θα είναι πρώτη φορά μετά από το 2008.
Όπως επίσης επισημαίνει η νέα μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), με τίτλο «Οι Κινητές Επικοινωνίες και η Κινητή Ευρυζωνικότητα ως μοχλοί οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης», η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Εταιριών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) η επιπρόσθετη συνεισφορά του κλάδου κινητών επικοινωνιών στο ΑΕΠ της χώρας, εφόσον υλοποιηθούν από την Πολιτεία οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, μπορεί να είναι 2,05% ή 3,06 δισ. ευρώ. Το 2016 η συνεισφορά των κινητών επικοινωνιών στο ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 1,6% ή σε 2,82 δις. ευρώ.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την εκτίμηση του διεθνούς οίκου Merrill Lynch, την οποία επικαλείται η μελέτη του ΟΠΑ, η αύξηση των εσόδων από υπηρεσίες φέτος θα είναι της τάξεως του 1,4%.
Το 2016, τα έσοδα από υπηρεσίες των εταιριών κινητής τηλεφωνίας έφτασαν τα 1,835 δισ., περιορισμένα κατά 1,3% από το 2015. Τα έσοδα τα τελευταία χρόνια βαίνουν συνεχώς μειούμενα, με τον κλάδο στην Ελλάδα να εμφανίζει τη μεγαλύτερη πτώση μεταξύ 2010 και 2016 από όλες τις χώρες του δείγματος. Από την αρχή της οικονομικής κρίσης το 2008 έως το 2016 η σωρευτική πτώση έφτασε το 57%. Η οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη μείωση των τιμών – στροφή σε οικονομικότερα πακέτα προς τους καταναλωτές – αποτελούν τις κύριες αιτίες επηρεασμού των εσόδων.
Σύμφωνα πάντα με την προαναφερόμενη μελέτη την περίοδο 2012 ‐ 2016 το κόστος του μέσου πακέτου κινητής μειώθηκε σωρευτικά κατά 37%. Το 2016 η πτώση των τιμών διαμορφώθηκε στο 3,4%.
Το μέσο έσοδο ανά συνδρομητή (ARPU) έπεσε το πρώτο τρίμηνο του 2017, για πρώτη φορά, κάτω από τα 9 ευρώ (από 12,4 ευρώ το 2012). Τα κέρδη προ φόρων (EBITDA) διαμορφώθηκαν το 2016 στα 691 εκ., μειωμένα κατά 2,7% από το 2015. Από το υψηλότερο σημείο το 2008 έως το 2016, η σωρευτική μείωση ανέρχεται σε 60%.
Τα λεπτά ομιλίας παρουσιάζουν σταθερότητα τα τελευταία χρόνια (μειώθηκαν 5,5% πέρυσι), ενώ τα μηνύματα (SMS/MMS) παρουσιάζουν σημαντική κάμψη (πάνω από 30%), καθώς οι καταναλωτές στρέφονται σε διαδικτυακές εφαρμογές μηνυμάτων. Οι πτώσεις αυτές αντισταθμίζονται από την αύξηση στη χρήση δεδομένων, η οποία ξεπερνά το 58%. Συνολικά, οι υπηρεσίες φωνής παραμένουν η κυρίαρχη πηγή εσόδων (67%), με τα δεδομένα να ακολουθούν με 14,3% και να είναι η μόνη πηγή εσόδων με αύξηση το 2016 (5,2%). Παρά τις μεγάλες αυξήσεις, η χρήση δεδομένων παραμένει πολύ χαμηλή στην Ελλάδα, η οποία βρίσκεται μόλις στο 14% του μέσου όρου χρήσης στις χώρες του ΟΟΣΑ (0,4 Gb έναντι 2,88 Gb κατά κεφαλή ανά μήνα).
Ως προς τις συσκευές, το 2016 έγιναν πωλήσεις σχεδόν 3 εκατομμυρίων συσκευών στην Ελλάδα, με τα smartphones να αποτελούν πλέον το 77% της αγοράς σε τεμάχια. Το ποσοστό των συνδρομητών με smartphone έφτασε το 56% (από 24% το 2012), παραμένει όμως χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου (65%).
Το 2016, οι επενδύσεις ξεπέρασαν τα 351 εκατ., ποσό που αντιστοιχεί στο19,7% των συνολικών εσόδων των εταιριών και το 50% του EBITDA, αγγίζοντας το υψηλότερα επίπεδα από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΠΑ, η γραφειοκρατία είναι το κύριο εμπόδιο για τις επενδύσεις των εταιρειών Κινητών Επικοινωνιών και τηταχεία επέκταση των δικτύων.
Οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας έχουν περιορίσει το λειτουργικό κόστος τους (54% από το 2009 ως το 2016) και ελαχιστοποιώντας το δανεισμό τους από το τραπεζικό σύστημα (δείκτης ξένα προς ίδια από 1,49 το 2011 σε 0,53 το 2016).
Σε αντίθεση με την ελληνική οικονομία συνολικά, οι κινητές επικοινωνίες έχουν εμφανίσει υψηλή αύξηση της παραγωγικότητας, τόσο ως προς το κεφάλαιο, όσο και ως προς την εργασία που χρησιμοποιούνται. Η ολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής έχει αυξηθεί κατά 122,7% με μέσο ετήσιο ρυθμό 14,3% από το 2010 έως το 2016.
Όμως, οι παραπάνω θετικές επιδράσεις περιορίζονται σημαντικά από την υπερφορολόγηση του κλάδου. Η συνολική φορολογική επιβάρυνση στην κινητή τηλεφωνία ανέρχεται στο 39% (49% για λογαριασμούς άνω των 150 ευρώ), στη σταθερή τηλεφωνία στο 30% και στη συνδρομητική τηλεόραση στο 36%. Οι επιδόσεις αυτές καθιστούν την Ελλάδα αρνητικό πρωταγωνιστή φορολόγησης των επικοινωνιών σε παγκόσμιο επίπεδο, αποδυναμώνουν την ανταγωνιστικότητα του κλάδου και περιορίζουν τη διείσδυση των υπηρεσιών.
Ο Γενικός Διευθυντής της ΕΕΚΤ, Γιώργος Στεφανόπουλος κατά την παρουσίαση της μελέτης του ΟΠΑ μεταξύ άλλων επεσήμανε: «Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η ψηφιακή οικονομία συμβάλλει καταλυτικά στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά στην ιστορική ευκαιρία να αξιοποιήσει την τεχνολογική συγκυρία και τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της, όπως το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και έναν δυναμικό κλάδο στην αιχμή της τεχνολογικής καινοτομίας, τον κλάδο των κινητών επικοινωνιών. Η άμεση και οργανωμένη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή απαιτεί συνεργασία, η οποία θα διασφαλίσει αρχικά τη βιωσιμότητα και τελικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, συμβάλλοντας στη δίκαιη ανάπτυξη.»