Δικαιώνεται η επιλογή των Vodafone και Wind για παροχή του συνόλου των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στη λογική που έχει επικρατήσει παγκοσμίως με το μερίδιό τους στη σταθερή τηλεφωνία να ακολουθεί σταθερά ανοδική πορεία.
Βάσει στοιχείων που συνέλεξε το «infocom.gr» η Vodafone έχει πλέον περί τους 677.000 συνδρομητές στη σταθερή τηλεφωνία και είναι η δεύτερη εταιρεία σε συνδρομητές σταθερής, μετά τον ΟΤΕ και η πρώτη ανάμεσα στις υπόλοιπες εταιρείες (ή τους εναλλακτικούς φορείς, όπως συνηθίζεται να λέγονται). Η Vodafone το τέλος του 2016 εξυπηρετούσε περί τις 656.000 γραμμές και στο τέλος του 2015, 594.700.
Ακολουθεί η Wind με 574.000 συνδέσεις σταθερής σήμερα (557.000 στο τέλος 2016 και ένα χρόνο πριν 513.000).
Περί τους 560.000 συνδρομητές έχει η Forthnet, η οποία στο τέλος του 2016 είχε 565.051, ενώ το 2015 είχε κλείσει με 640.689 και το 2014 με 671.166. Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται να έχει περιοριστεί ο ρυθμός μείωσης των συνδρομητών της εισηγμένης το 2017, κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες συμβαίνει ειδικότερα τους τελευταίους δύο μήνες.
Η Cyta Ελλάδος έχει 295.000 συνδρομητές, ενώ περίπου 300.000 ήταν ο αντίστοιχος αριθμός στο τέλος του 2016.
Το σύνολο των εξυπηρετούμενων γραμμών από τις εταιρείες εκτός ΟΤΕ έχει διαμορφωθεί κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Μάιου σε 2.106.000. Συνολικά η ανάπτυξη των απελευθερωμένων γραμμών (γραμμών που εξυπηρετούνται από τις υπόλοιπες εταιρείες εκτός ΟΤΕ) έχει περιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Βάσει των πιο πρόσφατων επίσημων στοιχείων που αφορούσαν το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους οι απελευθερωμένες γραμμές αυξήθηκαν 2,4% σε ετήσια βάση.
Ακόμη, το πρώτο τρίμηνο του 2017, η συνολική αγορά πρόσβασης στην Ελλάδα (ενεργοί συνδρομητές λιανικής ΟΤΕ, χονδρική εκμίσθωση γραμμών και συνδρομητές πλήρους Αδεσμοποίητης Πρόσβασης στον Τοπικό Βρόχο- LLU) κατέγραψε μείωση χιλίων γραμμών και διαμορφώθηκε σε 4.751.449. Κατά το πρώτο τρίμηνο επίσης ο ΟΤΕ προσέλκυσε 19.000 νέους συνδρομητές ευρυζωνικών υπηρεσιών λιανικής, ή το 55% περίπου των συνολικών καθαρών νέων συνδέσεων της αγοράς, σε μια αγορά που παρουσίασε τον πιο αργό τριμηνιαίο ρυθμό ανάπτυξης σε διάστημα δύο ετών.