Έρευνα της Accenture αποκαλύπτει ότι η τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence-AI) μπορεί να διπλασιάσει τον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης έως το 2035, αλλάζοντας την ίδια τη φύση της εργασίας και επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση ανάμεσα σε ανθρώπους και μηχανές. Ο αντίκτυπος των AI τεχνολογιών στο επιχειρείν αναμένεται να αυξήσει την παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού μέχρι και 40%, αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο εργασίας και ενισχύοντας το ρόλο των ανθρώπων στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
«Η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δυνατότητα να μετασχηματίσει το επιχειρείν, με τρόπους που δεν έχουμε δει από τα τέλη του 20ου αιώνα με την επίδραση της τεχνολογίας υπολογιστών» δήλωσε ο Paul Daugherty, Chief Technology and Innovation Officer της Accenture. «Η συνδυαστική επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης, του cloud, των εξελιγμένων analytics και άλλων τεχνολογιών ήδη αρχίζει να αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο εκτελούνται οι εργασίες από τους ανθρώπους και τους υπολογιστές, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο οι οργανισμοί αλληλοεπιδρούν με τους καταναλωτές, και όλα αυτά με θεαματικό τρόπο. Η έρευνά μας καταδεικνύει ότι, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη ωριμάζει μπορεί να επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη και, δυνητικά, να λειτουργήσει ως αντίδοτο για τη στάσιμη παραγωγικότητα και τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού που παρατηρούνται τις τελευταίες δεκαετίες».
Το Accenture Institute for High Performance, σε συνεργασία με τη Frontier Economics, μοντελοποίησε τον αντίκτυπο της τεχνητής νοημοσύνης σε 12 αναπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες αθροιστικά δημιουργούν >50% του παγκόσμιου οικονομικού προϊόντος. Η έρευνα συνέκρινε το μέγεθος που θα έχει η οικονομία κάθε χώρας το 2035, βάσει ενός αρχικού σεναρίου, στη λογική της αναμενόμενης οικονομικής ανάπτυξης με τις υπάρχουσες συνθήκες και ένα AI σενάριο, το οποίο υπολογίζει την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη, με την ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην οικονομία. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οι ΗΠΑ είναι η χώρα που θα επωφεληθεί περισσότερο από την τεχνητή νοημοσύνη, αυξάνοντας τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξής της από 2,6% σε 4,6% το 2035, κάτι που μεταφράζεται σε επιπλέον 8,3 τρις δολάρια, σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας. Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να αποκομίσει επιπλέον 814 δις δολάρια μέχρι το 2035, αυξάνοντας έτσι το ρυθμό αύξησης της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας από 2,5% σε 3,9%. Η Ιαπωνία μπορεί ακόμα και να τριπλασιάσει το ρυθμό αύξησης της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της μέχρι το 2035, ενώ οι Φινλανδία, Σουηδία, Ολλανδία, Γερμανία και Αυστρία μπορούν να τον διπλασιάσουν.
Η δυναμική ενίσχυσης της παραγωγικότητας στις αναπτυγμένες οικονομίες αφορά σε καινοτόμες τεχνολογίες AI, οι οποίες επιτρέπουν στους ανθρώπους να αξιοποιούν καλύτερα το χρόνο τους και να κάνουν τις εργασίες στις οποίες οι άνθρωποι υπερτερούν: να δημιουργούν, να οραματίζονται και να καινοτομούν. Η αύξηση της παραγωγικότητας μειώνει δραματικά τον αριθμό των ετών που απαιτούνται προκειμένου οι 12 οικονομίες να διπλασιάσουν το μέγεθός τους. Αυτός ο «χρόνος διπλασιασμού» είναι ένας δείκτης οικονομικής ανάπτυξης και τα αποτελέσματα είναι, σε μεγάλο βαθμό, απόρροια της ικανότητας ενός κράτους να διαχύσει τις τεχνολογικές καινοτομίες στην ευρύτερη οικονομική υποδομή του.
Για να καλυφθούν οι προσδοκίες που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη ως ένας νέος παράγοντας επανεκκίνησης της οικονομικής ανάπτυξης, η Accenture προτείνει τα ακόλουθα βήματα για τη διαχείριση περίπλοκων ζητημάτων που συνδέονται με την τεχνητή νοημοσύνη.
- Προετοιμασία της επόμενης γενιάς. Συνένωση της ανθρώπινης ευφυΐας με την ευφυΐα των μηχανών ώστε αυτές να συνυπάρξουν επιτυχημένα σε μια σχέση αμφίδρομης μάθησης και αξιολόγηση εκ νέου των γνώσεων και των ικανοτήτων που θα απαιτούνται στο μέλλον.
- Ρύθμιση του πλαισίου σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη. Αναθεώρηση και εκ νέου δημιουργία ευέλικτων νόμων, οι οποίοι θα βελτιώνονται συνεχώς, ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην τεχνολογική εξέλιξη και την κανονιστική ρύθμιση.
- Υιοθέτηση ενός κώδικα δεοντολογίας και ηθικής για την τεχνητή νοημοσύνη. Οι διαβουλεύσεις για τη δεοντολογία θα πρέπει να συνοδεύονται από εφαρμόσιμα πρότυπα και καλές πρακτικές, σχετικά με την ανάπτυξη και χρήση «έξυπνων μηχανών».
- Αντιμετώπιση των ζητημάτων αναδιανομής εργασίας. Οι φορείς χάραξης πολιτικής (policymakers) θα πρέπει να αναδείξουν τα απτά οφέλη της τεχνητής νοημοσύνης και να διαχειριστούν προληπτικά κάθε υποτιθέμενη αρνητική επίπτωση της τεχνητής νοημοσύνης, ενισχύοντας τις ομάδες που θα επηρεαστούν δυσανάλογα από τις αλλαγές στην απασχόληση και τα εισοδήματά τους.
«Η τεχνητή νοημοσύνη προοιωνίζει θεαματική δυναμική ανάπτυξης για την παγκόσμια οικονομία, αλλά και τους ανθρώπους» αναφέρει ο Mark Purdy, γενικός διευθυντής – Economic Research, Accenture Institute for High Performance. «Η έρευνά μας υπογραμμίζει ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να δημιουργήσει αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα στις εθνικές οικονομίες, αντιμετωπίζοντας τη βραδεία οικονομική ανάπτυξη και τη στάσιμη παραγωγικότητα. Για να πραγματοποιηθεί η «υπόσχεση» της τεχνητής νοημοσύνης, τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να προετοιμαστούν ενδελεχώς -πνευματικά, τεχνολογικά, πολιτικά, δεοντολογικά και κοινωνικά- ώστε να διαχειριστούν τα οφέλη αλλά και τις προκλήσεις που θα αναδυθούν, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη θα ενσωματώνεται στην καθημερινότητά μας».