Μεγαλεπήβολο σχέδιο δημιουργίας δικτύου οπτικών ινών σε όλη τη χώρα, ξεκινά το υπουργείο Υποδομών, αναζητώντας σύμβουλο για την κατάρτισή του. Το γεγονός, όπως είναι αναμενόμενο, έχει προκαλέσει ποικίλα σχόλια στην τηλεπικοινωνιακή αγορά, αλλά και σκεπτικισμό γιατί πρόκειται για κάτι που θα έπρεπε να είχε γίνει πριν τουλάχιστον μια δεκαετία.
Η σχετική απόφαση για την πρόσληψη συμβούλου δημοσιεύτηκε στη Διαύγεια και υπογράφεται από τον υπουργό Υποδομών Χρήστο Σπίρτζη. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι θα διατεθεί ποσό 60 χιλ. ευρώ, έπειτα από συνοπτικό διαγωνισμό με κριτήριο την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, για την «παροχή στην γενική γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων συμβουλευτικών υπηρεσιών σχετικά με τη μορφή του μοντέλου ανάπτυξης Δικτύου Οπτικών Ινών Ανοιχτής Πρόσβασης FTTH (δίκτυο οπτικών ινών που θα φθάνει μέχρι τα σπίτια) με δημόσια συμμετοχή και την αξιολόγηση της βιωσιμότητάς της». Οι συμβουλευτικές αυτές υπηρεσίες θα πληρωθούν από το αποθεματικό της ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) όπως επίσης αναφέρεται (είναι κάτι που συνηθίζεται).
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Τηλεπικοινωνιών Βασίλη Μαγκλάρα πρόθεση της κυβέρνησης είναι να κατασκευαστεί ένα νέο σύγχρονο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο με τη συνδρομή του δημοσίου, ανοιχτό προς χρήση από όλους τους παρόχους. Ο ίδιος προσθέτει ότι καταγράφεται σχετικό ενδιαφέρον από επενδυτές, χωρίς πάντως να γίνεται περισσότερο συγκεκριμένος ως προς τις δυνατότητες χρηματοδότησης ενός τέτοιου έργου, που σύμφωνα με τους υπολογισμούς των εμπνευστών του, μπορεί να χρειασθεί 4 δις. ευρώ.
Το infocom.gr με αφορμή τη δημοσιοποίηση των παραπάνω συνομίλησε με στελέχη της αγοράς των τηλεπικοινωνιών για να καταγράψει τις πρώτες αντιδράσεις.
Σε γενικές γραμμές όλοι συμφωνούν ότι ένα έργο που θα καλύψει με οπτική ίνα όλη τη χώρα, εφόσον υλοποιηθεί, θα ήταν …«πολύ καλό για να είναι αληθινό». Προς τη σωστή κατεύθυνση θεωρείται η λογική της συνεπένδυσης και της διάθεσης ενός τέτοιου δικτύου προς όλους τους παρόχους για να παρέχουν υπηρεσίες στον τελικό καταναλωτή. Την πολιτική αυτή άλλωστε προκρίνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την ανάπτυξη των Δικτύων Νέας Γενιάς (NGN) και στην κατεύθυνση το 2025 όλοι οι πολίτες να έχουν στη διάθεσή τους ταχύτητες τουλάχιστον 100 Mbps (με το ενδιάμεσο στάδιο του 2020 όπου 100 Mbps πρέπει να έχει το 50% του πληθυσμού και 30 Mbps το άλλο μισό).
Ωστόσο, από κει και πέρα αρχίζουν τα δύσκολα ερωτήματα, εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι:
Πόσος χρόνος είναι αναγκαίος για να τεθεί ένα τέτοιο μεγαλεπήβολο σχέδιο σε υλοποίηση. Η Πολιτεία διαχρονικά μας έχει συνηθίσει σε χρονοβόρες διαδικασίες για την κατάρτιση σχεδίων που εν τέλει μένουν στα χαρτιά, είτε γιατί ήταν ανεφάρμοστα και δεν εξασφάλισαν χρηματοδότηση, είτε γιατί άλλαξε ο υπουργός και ο σχεδιασμός ξεκινούσε και πάλι από την αρχή.
Το πρώτο σχέδιο για τη δημιουργία δικτύου οπτικών ινών που θα κάλυπτε 2 εκατ. νοικοκυριά, προϋπολογισμού 2,1 δις. ευρώ, εκπονήθηκε το 2008 όταν υπουργός Υποδομών ήταν ο Κωστής Χατζηδάκης. Έκτοτε, στη υπουργική αυτή καρέκλα κάθισαν άλλοι 4 υπουργοί, συν τον κ. Σπίρτζη σήμερα, οι οποίοι ασχολήθηκαν με την ευρυζωνικότητα σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει σε υλοποίηση το παραμικρό με αποτέλεσμα η Ελλάδα να φιγουράρει στην 26η θέση μεταξύ των 28 όσο αφορά την ψηφιακή οικονομία και κοινωνία.
Σήμερα παρατηρείται και το παράδοξο να έχει εγκριθεί από την ΕΕ από το 2015 (επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης δηλαδή) το Εθνικό Ευρυζωνικό Σχέδιο, με έργα 420 εκατ. ευρώ, που χρηματοδοτούνται από το τρέχον πρόγραμμα χρηματοδότησης, το οποίο μένει στο συρτάρι με κίνδυνο απώλειας των κονδυλίων. Αναφορά σε αυτό έχει κάνει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μιλώντας σε συνέδριο του ΣΕΠΕ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών) όπου ήταν καλεσμένος.
Το δεύτερο ουσιαστικό ερώτημα είναι πως θα εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση ενός τέτοιου έργου. Κοινοτικά χρήματα δεν μπορούν να διατεθούν για δίκτυα σε περιοχές που θεωρούνται εμπορικές, ενώ το ρίσκο της χώρας παραμένει υψηλό για φέρει ξένους επενδυτές, κάτι που δεν εκτιμάται ότι θα αλλάξει τα επόμενα 1 με 2 χρόνια, με την προϋπόθεση άμεσα να θεωρηθεί ότι στην Ελλάδα κυριαρχεί η σταθερότητα (σε θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο).
Σήμερα στο μεταξύ η ΕΕΤΤ εγκρίνει τον κανονισμό για το Vectoring, ο οποίος διαμορφώθηκε έπειτα από διαβούλευση με τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Επιτροπής Δημήτρη Τσαμάκη ο Κανονισμός θα δίνει τη δυνατότητα η χώρα να αποκτήσει σύντομα γρηγορότερες ταχύτητες σύνδεσης στο διαδίκτυο και δεν αποκλείει οποιαδήποτε επένδυση σε οπτικές ίνες. Ο Κανονισμός θα πρέπει να εγκριθεί από την Ε.Ε. και ως εκ τούτου οι επενδύσεις των παρόχων εκτιμάται ότι θα ξεκινήσουν το 2017.
Είναι προφανές ότι ο Κανονισμός αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο από τον ΟΤΕ όσο και από τις Vodafone και Wind, τους τρεις παίχτες δηλαδή, που, παρά την έντονη διαφωνία τους σε επιμέρους θέματα, σε γενικές γραμμές συμφωνούν ότι με τον τρόπο αυτό οι οπτικές ίνες θα φθάσουν σταδιακά στον τελικό χρήστη.
Όπως είναι γνωστό διαφορετική άποψη έχει εκφράσει η Forthnet, οι θέσεις της οποίας προσομοιάζουν με αυτές της κυβέρνησης, για τη δημιουργία ενός νέου δικτύου στο οποίο θα έχουν πρόσβαση όλες οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες.