Σειρά σοβαρών ενστάσεων δημοσιοποίησε ο ΟΤΕ επί του κειμένου της δημόσιας διαβούλευσης αναφορικά με την πρόταση της ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) για τον Κανονισμό εισαγωγής της τεχνολογίας VDSL Vectoring στο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο πρόσβασης.
Η δημοσιοποίηση των απόψεων του ΟΤΕ αποτελεί σαφή ένδειξη πως η όλη συζήτηση έχει εισέλθει στο κρισιμότερό της σημείο, καθώς ο χρόνος πιέζει να ληφθούν αποφάσεις, κάτι όμως που προϋποθέτει τη μεγαλύτερη δυνατή συμφωνία των «παιχτών» της αγοράς.
Από την πλευρά των υπολοίπων εταιρειών δεν υπάρχει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, επίσημη τοποθέτηση, ωστόσο, τα ανεπίσημα σχόλια ήταν επίσης ενδεικτικά της κρίσιμης φάσης που έχει περιέλθει το θέμα.
Συγκεκριμένα πηγές της αγοράς απαντώντας στον ΟΤΕ ανέφεραν ότι ασκεί προκαταβολικά πίεση στην ΕΕΤΤ δημιουργώντας λανθασμένες εντυπώσεις για δήθεν αντι – επενδυτικές ρυθμίσεις, με την δημοσιοποίηση κατ’ επιλογήν στοιχείων. Για τις υπόλοιπες εταιρείες ο Κανονισμός προσπαθεί να ευθυγραμμιστεί με τις κατευθυντήριες γραμμές της Κομισιόν για νέες επενδύσεις και με την εν εξελίξει αναθεώρηση του ευρωπαϊκού πλαισίου που έχει ως στόχο την ανάπτυξη δικτύων υπερ-υψηλών ταχυτήτων επιτρέποντας, ταυτόχρονα με το vectoring, επενδύσεις σε πραγματικά καινοτόμες τεχνολογίες. Άλλωστε, όπως επίσης σημειώνουν οι ίδιες πηγές, οι Βρυξέλλες αναγνωρίζουν ξεκάθαρα ότι ο ανταγωνισμός είναι η ουσιαστική κινητήρια δύναμη των επενδύσεων κι όχι οι αντι – ανταγωνιστικές πρακτικές. Προστίθεται επίσης ότι το vectoring είναι και προτείνεται ως ένα «αναγκαίο προσωρινό κακό», μία μεταβατική τεχνολογική λύση και ως τέτοια μεταβατική λύση θα πρέπει να υλοποιηθεί με όρους υγιούς ανταγωνισμού που δεν θα αποκλείουν την υπόλοιπη αγορά.
Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του ΟΤΕ η τεχνολογία Vectoring, αποτελεί το πρώτο σκαλοπάτι για την ανάπτυξη των Δικτύων Νέας Γενιάς φέρνοντας την οπτική ίνα στη γειτονιά και δίνοντας τη δυνατότητα όχι μόνο να αναβαθμιστούν οι ταχύτητες πρόσβασης των χρηστών από υπαίθριες καμπίνες, που σήμερα φτάνουν μέχρι 50Mbps, σε 100Mbps άμεσα, και από το 2018 σε 300Mbps, αλλά και στη συνέχεια να φτάσει η οπτική ίνα σε κάθε σπίτι.
Όπως επισημαίνει η διοίκηση του ΟΤΕ προκειμένου να επιτευχθούν τα παραπάνω, ο υπό διαβούλευση Κανονισμός της ΕΕΤΤ χρειάζεται να ικανοποιεί τις ακόλουθες βασικές αρχές:
- Να μεγιστοποιεί τη συνολική κάλυψη εξασφαλίζοντας σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό συνδρομητών πρόσβαση σε υπηρεσίες υπερ-υψηλών ταχυτήτων, χωρίς περιορισμούς και αποκλεισμούς που δεν οφείλονται σε τεχνικούς λόγους. Εξάλλου, σύμφωνα και με την πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της στις 14 Σεπτεμβρίου 2016, ο απώτερος στόχος είναι όλοι να έχουν πρόσβαση σε ταχύτητες τουλάχιστον 100 Μbps μέχρι το 2025.
- Να αξιοποιεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό όλες τις υφιστάμενες επενδύσεις σε Δίκτυα Πρόσβασης Νέας Γενιάς με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων επενδυτικών πόρων.
- Να επιτρέπει ισότιμα σε όλους τους παρόχους να υλοποιήσουν τα επενδυτικά τους πλάνα μέσα από ένα πλαίσιο λειτουργικών και συμμετρικών ρυθμίσεων, σύμφωνα με τους κανόνες του δικαίου του ανταγωνισμού και του τηλεπικοινωνιακού δικαίου.
Με βάση τις αρχές αυτές, ο όμιλος ΟΤΕ αναφέρει στην απάντησή του, ότι «υπάρχουν προβλέψεις στον προτεινόμενο κανονισμό οι οποίες αν παραμείνουν ως έχουν, αναιρούν αυτές τις βασικές αρχές».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάντα με τη διοίκηση του ΟΤΕ, το σχέδιο του Κανονισμού προτείνει διαφορετικά ποσοστά κάλυψης για τον ΟΤΕ (80%) σε σχέση με των άλλων παρόχων (40%) ως προαπαιτούμενο για την «κατοχύρωση» περιοχών (Αστικών Κέντρων – Α/Κ) επένδυσης, ενώ περιορίζει σημαντικά τον χρονικό ορίζοντα επενδύσεων του ΟΤΕ σε σχέση με τον χρονικό ορίζοντα των άλλων παρόχων (6 μόνο μήνες για τον ΟΤΕ και 24 μήνες για τους παρόχους). Οι διατάξεις αυτές εάν παραμείνουν ως έχουν και δεν προβλεφθεί συμμετρική υποχρέωση κάλυψης (της τάξης του 70%) για όλους τους παρόχους σε συνδυασμό με ένα χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον 12 μηνών για τον ΟΤΕ (σε σχέση με τους 24 μήνες των παρόχων) θα έχουν ως αποτέλεσμα να μείνουν ακάλυπτα για τουλάχιστον 2 χρόνια 1,1 εκατομμύρια νοικοκυριά τα οποία διαφορετικά θα αποκτούσαν στον ίδιο χρονικό ορίζοντα πρόσβαση σε δίκτυα υψηλών ταχυτήτων με επενδύσεις είτε του ΟΤΕ είτε των άλλων παρόχων.
Περαιτέρω, η πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, στην περίπτωση που ανατεθεί μία περιοχή Vectoring σε πάροχο απαγορεύεται σε άλλο πάροχο, ο οποίος έχει ήδη επενδύσει σε αυτή την περιοχή, να αναβαθμίσει τις υφιστάμενες VDSL υπηρεσίες του σε ταχύτητες 100 mbps, δημιουργεί τεχνητούς αποκλεισμούς στις επενδύσεις και μονοπωλιακές συνθήκες σε γεωγραφική διάσταση.
Επιπλέον οδηγεί στον αποκλεισμό για τουλάχιστον δύο χρόνια 300.000 νοικοκυριών που θα μπορούσαν να απολαύσουν άμεσα ταχύτητες 100 Μbps (πρόκειται για τις 2.000 καμπίνες VDSL που έχουν ήδη κατασκευαστεί από τον ΟΤΕ σε αστικά κέντρα και που η πρόταση του Κανονισμού ως έχει απαγορεύει την αναβάθμισή τους σε ταχύτητες 100 mbps).
Ο Όμιλος ΟΤΕ υποστηρίζει ότι στην ουσία ότι ο υπό συζήτηση Κανονισμός:
- περιορίζει τον ΟΤΕ σε μόλις 5.500 καμπίνες από τις 18.000 καμπίνες που βρίσκονται στα 174 Α/Κ όπου υπάρχει φυσική συνεγκατάσταση (ποσοστό μόλις 31% του συνόλου των καμπινών!).
- αφήνει ακάλυπτα για τουλάχιστον 2 χρόνια 1,1 εκατομμύρια νοικοκυριά,
- απαξιώνει 2.000 καμπίνες (30% των επενδύσεων που έχει ήδη πραγματοποιήσει ο ΟΤΕ), αποκλείοντας για τουλάχιστον δύο χρόνια 300.000 νοικοκυριά από ταχύτητες 100Μbps και
- υποχρεώνει τον ΟΤΕ να παγώσει για μια διετία το επενδυτικό του πλάνο με αρνητικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία και ανάπτυξη.
Για την αποφυγή των παραπάνω, ο Όμιλος ΟΤΕ προτείνει το πλαίσιο που θα διαμορφωθεί να διασφαλίζει τουλάχιστον τα παρακάτω:
- Συμμετρικό ποσοστό κάλυψης 70% για την ανάθεση ενός Αστικού Κέντρου , τόσο για τον ΟΤΕ όσο και για τους παρόχους.
- Επαρκές χρονικό διάστημα τουλάχιστον 12 μηνών για τις επενδύσεις του ΟΤΕ στο πρώτο βήμα της Α’ φάσης ανάθεσης (ιδανικά θα έπρεπε να δοθεί ίσος χρόνος σε όλους τους παρόχους).
Ο υπό συζήτηση Κανονισμός έχει στόχο την υλοποίηση επενδύσεων σε δίκτυα νέας γενιάς και συζητείται εντατικά το τελευταίο διάστημα, ενώ οι πάροχοι έχουν δεσμευτεί για επενδύσεις που ξεπερνούν τα 2 δις. ευρώ (1,3 δις. ο ΟΤΕ, 500 εκατ. Vodafone και 500 εκατ. η Wind) ώστε η χώρα να αποκτήσει ταχύτερα δίκτυα, βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη του συνόλου των δραστηριοτήτων. Με άλλα λόγια το κυρίαρχο ζητούμενο – όπως ορίζεται από τους ψυχραιμότερους – είναι επενδύσεις ικανές να βγάλουν Ελλάδα από την τελευταία θέση στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς να διακυβεύεται ο ανταγωνισμός.