Τα νοικοκυριά με μεγαλύτερα εισοδήματα μείωσαν τη μηνιαία δαπάνη τους για σταθερό τηλέφωνο δραστικότερα σε σχέση με τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα το διάστημα 2008-2012, όπου εξαιτίας της οικονομικής κρίσης παρατηρήθηκε μείωση του αριθμού των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα και αύξηση του αριθμού των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα.
Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε η ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) όπως αναφέρει στο κείμενο που έθεσε σε δημόσια διαβούλευση (έως τις 14 Σεπτεμβρίου 2015) και αφορά τη διαμόρφωση προσιτών τιμολογίων στο πλαίσιο της Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΥ). Με άλλα λόγια αυτό που αναζητείται είναι ο τρόπος που στο εξής θα διατίθεται και θα κοστολογείται η Καθολική Υπηρεσία από τις τηλεπικοινωνιακές εταιρείες.
Βάσει των στοιχείων που εμπεριέχονται στη δημόσια διαβούλευση από το 2010 παρατηρείται μείωση του αριθμού των νοικοκυριών που έχουν σταθερό τηλέφωνο, ειδικά όσον αφορά τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα (έως 1450 ευρώ). Ειδικότερα, τα νοικοκυριά με μηνιαία αγοραστική δύναμη μέχρι 750 ευρώ δαπανούν για τηλεπικοινωνίες περίπου 22,5 ευρώ μηνιαία, ποσό το οποίο είναι σχεδόν σταθερό για την περίοδο 2009-2012, ενώ το 2008 ανερχόταν σε 25,29 ευρώ. Επιπλέον διαπιστώνεται ότι ο λογαριασμός τηλεφώνου μειώνεται από περίπου 20 ευρώ/μήνα το 2008 σε 14,61 ευρώ/μήνα το 2012 και την ίδια περίοδο παρατηρείται μείωση του ποσοστού των νοικοκυριών με μηνιαία αγοραστική δύναμη μέχρι 750 ευρώ τα οποία έχουν σταθερό τηλέφωνο.
Από τα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι όσα νοικοκυριά αδυνατούν να πληρώσουν το παραπάνω ποσό οδηγούνται σε διακοπή τηλεφωνικής σύνδεσης. Αυτός θεωρείται ένας από τους παράγοντες που το ποσοστό των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα 750 ευρώ με τηλεφωνική σύνδεση έχει μειωθεί από 65,4% το 2008 σε 55,9% το 2012, χωρίς όμως και να αποτελεί το μοναδικό λόγο.
Η ΕΕΤΤ εκτιμά ότι η μείωση των συνδέσεων θα μπορούσε να οφείλεται και στο γεγονός ότι οι χρήστες, ανεξαρτήτως οικονομικής δυνατότητας, προτιμούν την χρήση κινητού τηλεφώνου σε σχέση με τη χρήση σταθερού. Μείωση επίσης, αλλά σε μικρότερο βαθμό, παρατηρείται και στο ποσοστό των νοικοκυριών με σταθερό τηλέφωνο και αγοραστική δύναμη μέχρι 1100 ευρώ μηνιαίως.
Επίσης, σύμφωνα με Έρευνα Καταναλωτών (Απρίλιος 2015) που διενεργήθηκε για λογαριασμό της ΕΕΤΤ το 71% των ερωτηθέντων που δήλωσαν κατοχή σταθερού τηλεφώνου, λαμβάνουν σταθερή τηλεφωνία σε πακέτο με άλλες υπηρεσίες όπως internet, τηλεόραση κλπ. Στις κατηγορίες άτομα άνω των 65 ετών και άτομα με βασική εκπαίδευση παρουσιάζονται στατιστικά σημαντικές διαφορές σε σχέση με το παραπάνω αποτέλεσμα με μόνο 32% να λαμβάνει σταθερή τηλεφωνία σε πακέτο.
Από τα άτομα που δήλωσαν ότι έχουν σταθερό τηλέφωνο και λαμβάνουν ξεχωριστά την υπηρεσία από τον πάροχο, το 34% δαπανάει έως 20 ευρώ το μήνα, το 40% μεταξύ 21-30 ευρώ το μήνα και το 26% άνω τα ων 31 ευρώ.
Από τους συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι έχουν σταθερό τηλέφωνο στο νοικοκυριό τους, το 3% απάντησε ότι σκέφτεται να το διακόψει στους επόμενους έξι μήνες και από αυτούς το 62% ανέφερε ότι οι λόγοι είναι οικονομικοί ενώ 12% δήλωσε ότι κάνει αποκλειστική χρήση του κινητού τηλεφώνου. Ακόμη, από αυτούς που δήλωσαν ότι έχουν σταθερό τηλέφωνο και σκέφτονται να το διακόψουν στους επόμενους έξι μήνες, το 58% ανέφερε ότι δεν θα επιθυμούσε την διακοπή του σταθερού του τηλεφώνου αν μειωνόταν ο μηνιαίος λογαριασμός σταθερής τηλεφωνίας ενώ το 34% θα εξακολουθούσε να επιθυμεί την εν λόγω διακοπή.
Όπως σχολιάζει η ΕΕΤΤ σε κάθε περίπτωση για να έχει ουσιαστικό νόημα η επιδότηση τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, το ύψος της μηνιαίας επιδότησης πρέπει να δίνει την δυνατότητα σε ένα νοικοκυριό το οποίο έχει διακόψει την σύνδεση να προχωρήσει σε επανασύνδεση. Σύμφωνα με την εν λόγω Έρευνα Καταναλωτών
από τα άτομα που απάντησαν ότι αν ο μηνιαίος λογαριασμός σταθερής τηλεφωνίας μειωνόταν, θα αποφάσιζαν να μην διακόψουν το σταθερό τους, το 5% επιθυμεί μείωση κατά 7ευρώ/μήνα ενώ το 53% μείωση κατά 10ευρώ/μήνα.
Να σημειωθεί ότι η ΕΕΤΤ με την εν λόγω δημόσια διαβούλευση που έχει στόχο τη διαμόρφωση προσιτών τιμολογίων στο πλαίσιο της Καθολικής Υπηρεσίας εξετάζει τη διεθνή πρακτική αναφορικά με την επιδότηση τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών μέσω της ΚΥ, την πιθανή μηνιαία επιδότηση τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ελλάδα, την επιβάρυνση των τηλεπικοινωνιακών παρόχων σε σχέση με το ύψος της επιδότησης τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ανά δικαιούχο και το μέγιστο αριθμό δικαιούχων και τις εναλλακτικές μορφές διαμόρφωσης τιμολογίων.