Στην Ψηφιακή Εποχή περνούν οι συγκοινωνίες της Αττικής μετά την υπογραφή σύμβασης αξίας 77.1 εκατ. ευρώ μεταξύ του ΟΑΣΑ και της κοινοπραξίας της ελληνικής εταιρείας «Τέρνα Ενεργειακή» και της κορεάτικης LG CNS, οι οποίες ορίσθηκαν ως «προσωρινός ιδιωτικός φορέας σύμπραξης» του διεθνούς διαγωνισμού για το Ενιαίο Αυτόματο Σύστημα Συλλογής Κομίστρου μέσω ΣΔΙΤ με χρηματοδότηση 50% από ιδιωτικά κεφάλαια και 50% από πόρους του Ε.Π. Ψηφιακή Σύγκλιση.
Η υπογραφή της σύμβασης ολοκληρώθηκε μετά από συντονισμένες ενέργειες της Γενικής Γραμματείας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, της Γενικής Γραμματείας ΣΔΙΤ και συναρμοδίων δημόσιων φορέων σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία η απορροφητικότητα των πόρων του ΕΣΠΑ είναι πολύτιμη για την Ελληνική Οικονομία, την δημιουργία θέσεων εργασίας και αναπτυξιακών προοπτικών, αλλά και την βελτίωση των συνθηκών ζωής στο Λεκανοπέδιο.
Σχετικά για την υλοποίηση του έργου του Ηλεκτρονικού Εισιτηρίου ο κ. Μενέλαος Δασκαλάκης, Γενικός Γραμματέας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, δήλωσε σχετικά:
«Σήμερα ολοκληρώθηκε μία επίπονη και μακρά διαδικασία διαπραγματεύσεων, η οποία αποδεικνύει πως όταν υπάρχει η πολιτική βούληση, η συντονισμένη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και η ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα δημιουργούνται ισχυρές και θετικές προοπτικές για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Μετά από σύνθετες και δύσκολες διαδικασίες διαπραγματεύσεων υπογράφηκε η μεγαλύτερη σύμβαση Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα για το 2014, η οποία θα αλλάξει την σημερινή μορφή των συγκοινωνιών στο Λεκανοπέδιο. Η σύμβαση αυτή δημιουργεί υγιείς προϋποθέσεις για την διεύρυνση της απασχόλησης και της επιχειρηματικότητας στις Συγκοινωνίες σε συνδυασμό με την πλέον προηγμένη ψηφιακή τεχνολογία που αξιοποιείται σε διεθνές επίπεδο».
Στο πλαίσιο του έργου, το ανάδοχο σχήμα θα αναλάβει τη μελέτη, κατασκευή, συντήρηση και τεχνική διαχείριση του έργου για 12 έτη, ενώ θα αποπληρώνεται σύμφωνα με προσυμφωνημένη διαδικασία πληρωμών κατά την περίοδο λειτουργίας του, η οποία αξιολογεί παράλληλα την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών. Το ελληνικό Δημόσιο δεν αγοράζει υποδομές αλλά υπηρεσίες, ενώ στο τέλος της 12ετούς διάρκειας της σύμβασης το σύστημα θα μείνει στην κυριότητα του ΟΑΣΑ.
Το Αυτόματο Σύστημα Συλλογής Κομίστρου ή Ηλεκτρονικό Εισιτήριο βάζει στο περιθώριο τα χάρτινα εισιτήρια στις αστικές συγκοινωνίες του Λεκανοπεδίου Αττικής, εισάγει νέες υπηρεσίες για το επιβατηγό κοινό, δημιουργεί τις προϋποθέσεις αποδοτικής διαχείρισης των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, εισάγει τις χρεώσεις ανάλογα με την απόσταση και μειώνει κατακόρυφα την εισιτηριοδιαφυγή, που έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην λειτουργία των Συγκοινωνιακών Φορέων.
Με το νέο σύστημα του Αυτόματου Συστήματος Συλλογής Κομίστρου το επιβατικό κοινό αξιοποιεί μία σειρά από υπηρεσίες και δυνατότητες όπως:
- Μείωση του χρόνου επιβίβασης, λόγω της εξ αποστάσεως επικύρωσης, καθώς και από τη μείωση του χρόνου εξυπηρέτησης για την αγορά εισιτηρίων ή ανανέωσης των κομίστρων απεριόριστων διαδρομών.
- Διευκόλυνση των μετεπιβιβάσεων, καθότι δεν θα απαιτείται αγορά περισσότερου του ενός εισιτηρίου.
- Δυνατότητα διαμόρφωσης δικαιότερης τιμολογιακής πολιτικής και κατανομής του κόστους μετακίνησης με πιο δίκαιο τρόπο για το κοινωνικό σύνολο ανάλογα με τη χρήση, όπως βάσει ζωνών, απόστασης, αριθμού επιβιβάσεων, εκπτώσεις μετεπιβιβάσεων κ.α.
- Σχεδιασμός νέων υπηρεσιών όπως εκπτώσεις σε συνεργασία με εξωτερικούς φορείς (π.χ. μουσεία, πολιτιστικά δρώμενα, αθλητικά γεγονότα κ.α.).
- Διευκόλυνση ομάδων χρηστών να αξιοποιούν εύκολα τα μέσα μαζικής μεταφοράς όπως π.χ οι τουρίστες, οι περιστασιακοί χρήστες αλλά και οι ηλικιωμένοι , καθώς με το Ηλεκτρονικό Εισιτήριο δε απαιτείται η γνώση τιμολογιακής πολιτικής.
Το ηλεκτρονικό εισιτήριο εκτιμάται πως θα είναι ο καταλυτικός παράγων για άλλους Φορείς και Οργανισμούς του τομέα των Μαζικών Μεταφορών, ώστε να αξιοποιήσουν παρόμοιες ψηφιακές τεχνολογίες. Η αντικατάσταση του χάρτινου εισιτηρίου με ηλεκτρονικά μέσα θα έχει επίσης και παράπλευρα οφέλη όπως την αύξηση χρήσης ηλεκτρονικού χρήματος, την μείωσης των συναλλαγών με μετρητά, παράγοντες που συντελούν τόσο στη μείωση του κόστους συναλλαγών, όσο και στην αντιμετώπιση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής.