Η τεχνολογία vectoring που μελετά ο ΟΤΕ έχει το πλεονέκτημα της σημαντικής αύξησης των προσφερόμενων ταχυτήτων σε σχέση με το VDSL, ωστόσο, στην εφαρμογή της έχει και μειονεκτήματα, κάτι που προβληματίζει πρωτίστως τους υπολοίπους παρόχους.
Το όλο θέμα αναλύεται εκτενώς στο Εθνικό Σχέδιο Ευρυζωνικής Πρόσβασης όπου μεταξύ άλλων σημειώνεται ότι η συνύπαρξη πολλών χρηστών που λαμβάνουν υπηρεσίες VDSL πάνω στην ίδια δέσμη καλωδίων δημιουργεί αλληλο – παρεμβολές που περιορίζουν την ταχύτητα που μπορούν να λάβουν.
Το vectoring εξουδετερώνει τις αλληλο-παρεμβολές: Γνωρίζοντας τι ακριβώς εκπέμπεται σε κάθε καλώδιο, δημιουργούνται σήματα εξουδετέρωσης των γειτονικών παρεμβολών εξασφαλίζοντας ένα «καθαρό κανάλι» για κάθε χρήστη, επιτρέποντας του να λαμβάνει ταχύτητα κοντά σε αυτήν που θα έπαιρνε αν ήταν ο μόνος χρήστης στη συγκεκριμένη δέσμη καλωδίων.
Ωστόσο, τα πλεονεκτήματα του vectoring αίρονται αν έστω και ένα καλώδιο της δέσμης καλωδίων δεν ελέγχεται από τον ίδιο πάροχο: Μη γνωρίζοντας τι εκπέμπεται στο συγκεκριμένο καλώδιο που εξυπηρετεί αυτό το χρήστη, δεν είναι εφικτό να «ακυρωθούν» οι παρεμβολές που δημιουργεί με συνέπεια να υποβαθμίζεται η ταχύτητα για όλους τους χρήστες που εξυπηρετούνται από την ίδια δέσμη καλωδίων.
Σε ένα περιβάλλον που προβλέπει τη δυνατότητα αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό υποβρόχο, δεν μπορεί να εξασφαλισθεί ότι ένας μόνο πάροχος ελέγχει όλους τους υποβρόχους. Όλα τα παραπάνω σημαίνουν πολύ δουλειά στο ρυθμιστικό επίπεδο, εφόσον τελικά η συζήτηση ανοίξει.