Η Υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εύη Χριστοφιλοπούλου, τοποθετήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση για το νομοσχέδιο:
«Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα, τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α’ 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις»
Ακολουθεί η ομιλία της κυρίας Χριστοφιλοπούλου:
«Ο στόχος του παρόντος νομοσχεδίου, δεν είναι άλλος από την υπηρέτηση έτι περαιτέρω της διαφάνειας και της ανοικτής διάθεσης των δεδομένων του δημοσίου.
Άρα, γίνεται ένα σημαντικό βήμα, για να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη του κράτους προς τους πολίτες, αλλά κυρίως το αντίθετο, η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος.
Είναι θετικό το γεγονός ότι συνάδελφοι από πολλά κόμματα, όχι μόνο της συμπολίτευσης, αλλά και της αντιπολίτευσης που με επικρίσεις, αλλά και με επαίνους, δήλωσαν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ότι θα ψηφίσουν άρθρα που αφορούν την ανοιχτότητα των δεδομένων, αλλά και την τρίτη φάση της Διαύγειας.
Με το νομοσχέδιο για τα Ανοικτά Δεδομένα οι πολίτες θα μπορούν να έχουν ανοιχτή, διαρκή πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα του δημοσίου, πλην εκείνων τα οποία αφορούν είτε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα –και αυτό είναι αυτονόητο- είτε σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Διασφαλίζουμε, δηλαδή, στην πράξη με την εφαρμογή αυτού του νομοσχεδίου ότι κάθε πολίτης έχει δικαίωμα στην πρόσβαση στα ανοιχτά δεδομένα, στα data sets, τα σύνολα δεδομένων. Υπάρχει, δηλαδή, η δυνατότητα να επεξεργάζονται οι επιχειρήσεις, τα ερευνητικά κέντρα αλλά και κάθε πολίτης τη δημόσια πληροφορία και να παράγουν πλούτο γνώσης, πλούτο εφαρμογών, για τη χώρα και την οικονομία.
Άρα, το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί μια μεγάλη τομή που έχει δύο στόχους. Ο ένας είναι να εμπεδωθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης, γιατί όλα τα δεδομένα διατίθενται σε επεξεργάσιμη μορφή, ανοιχτά προς τους πολίτες. Ο δεύτερος είναι, ένας τεράστιος αναπτυξιακός πλούτος από όλες τις εφαρμογές και από την επιχειρηματικότητα που θα αναπτυχθεί. Ήδη βλέπουμε στην ερευνητική κοινότητα και στο χώρο των startups πόσο αυτά τα λίγα δεδομένα, που μέχρι σήμερα, πριν το νομοσχέδιο, έχουν βγει σε ανοιχτή διάθεση, έχουν πραγματικά αξιοποιηθεί με καλές πρακτικές.
Βεβαίως, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως πολιτικό σύστημα είναι ότι πολλές φορές ψηφίζουμε νομοθετήματα και είτε δεν εφαρμόζονται είτε εφαρμόζονται κατά ένα μέρος.
Τι κάνουμε, λοιπόν, για να διασφαλίσουμε την εφαρμογή του νομοσχεδίου: Κατ’ αρχήν, όλα τα δεδομένα είναι εξ ορισμού ανοιχτά. Αυτό σημαίνει ότι η εκάστοτε υπηρεσία –και αυτό διατυπώνεται ρητά στο νόμο- θα πρέπει να εξηγήσει γιατί δεν διαθέτει δημόσια τα δεδομένα της, γιατί κάποια πληροφορία, δεν είναι προσβάσιμη.
Επίσης, υπάρχει η ρύθμιση όπου το ΣΕΕΔΔ, έχει την υποχρέωση να ελέγχει τη διαδικασία ανοιχτής πρόσβασης στα δεδομένα.
Επιπλέον, δίνουμε και κίνητρα με ετήσιο δημόσιο διαγωνισμό. Οι επιστημονικές κοινότητες και οι επιχειρήσεις, στις οποίες αναφέρθηκα πριν, θα μπορούν να αξιοποιούν τα δημόσια δεδομένα και να βραβεύονται για αυτό. Και αυτό είναι ένα ακόμη κίνητρο. Έτσι, θα υπάρξει μια διάχυση αυτής της ιδέας, σε όλους τους πολίτες.
Θα υπάρχει, δηλαδή, έλεγχος του κράτους και αξιοποίηση της δημόσιας πληροφορίας.
Θέλω να αναφερθώ ειδικά στο θέμα του πολιτισμού, γιατί τέθηκε από αρκετούς συναδέλφους. Η εξαίρεση που υπάρχει σε ότι αφορά την ανοιχτή διάθεση αφορά την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς από κλοπή, λεηλασία, βανδαλισμό, λαθρανασκαφή και αρχαιοκαπηλία. Ο αρχαιολογικός πλούτος είναι τέτοιος και η ανάγκη προστασίας της αρχαιολογικής νομοθεσίας αντίστοιχα επιβάλει αυτή τη διάταξη, έτσι ώστε να μην μπορεί κανένας μέσω της ανοιχτής διάθεσης των δεδομένων να τελέσει αξιόποινες πράξεις.
Η παράγραφος σε τροπολογία του Υπουργείου Οικονομικών, που απεσύρθη με πρωτοβουλία του ΥΔΜΗΔ σήμερα το πρωί, καταδεικνύει ακριβώς ότι η δημόσια διοίκηση πολλές φορές και με πάρα πολλούς τρόπους προσπαθεί να λειτουργεί ως ένα κλειστό σύστημα.
Προσπαθεί να προστατέψει τα δικά της δεδομένα και δεν κάνει το αυτονόητο: Να τα βγάλει έστω στη Διαύγεια -άλλο ανοικτά δεδομένα, άλλο Διαύγεια-. Να βγάλει τις αποφάσεις σε πραγματικό χρόνο, όπως ισχύει σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε από τη Βουλή. Επομένως, αν μια πράξη δεν αναρτηθεί στη Διαύγεια, δεν μπορεί να εφαρμοστεί και δεν ισχύει. Γιατί τον ψηφίσαμε αυτό το νόμο; Γιατί η παρούσα ηγεσία του ΥΔΜΗΔ πιστεύει ότι το πρόγραμμα Διαύγεια πρέπει να επεκταθεί.
Στην πράξη, όμως, πολλές Περιφέρειες και άλλοι οργανισμοί και φορείς αμελούν την ανάρτηση μιας απόφασης στη Διαύγεια και όταν έρχεται η ώρα της πληρωμής των δαπανών, το Ελεγκτικό Συνέδριο βάζει μπλόκο -και πολύ καλά κάνει- διότι δεν έχουν αναρτηθεί δημόσια.
Αυτό το πρόβλημα θα το έλυνε μια στοιχειώδης εγρήγορση των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, στις οποίες έχω αποστείλει, επιστολή στις 6 Δεκεμβρίου του 2013, με προεργασία των δύο Υπουργείων, για τη διασύνδεση του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος του Υπουργείου Οικονομικών με το πρόγραμμα Διαύγεια. Και τότε κανένας Δήμος, κανένα Υπουργείο, καμία Περιφέρεια δεν θα ξεχνούσε να αναρτήσει στη Διαύγεια τις αποφάσεις και να μην μπορεί να εκτελέσει πληρωμές. Γιατί εμείς νομοθετήσαμε να μην μπορεί να εφαρμοστεί, να μην μπορεί να πληρωθεί καμία δαπάνη, αν δεν έχει ανέβει στο Διαύγεια. Και αυτό είναι πολιτική μας βούληση και θα παραμείνει πολιτική μας!
Σήμερα, λοιπόν, καλέσαμε το Υπουργείο Οικονομικών να έρθει και να δώσει λύση στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε, όχι όμως καταστρατηγώντας το πρόγραμμα Διαύγεια.
Διότι με αυτό το νομοσχέδιο, περνάμε στην τρίτη φάση της Διαύγειας. Δηλαδή, στα απολογιστικά στοιχεία των ΜΚΟ. Διότι υπάρχουν ΜΚΟ, πολλές από τις οποίες κάνουν εξαιρετικό έργο, όπως π.χ., για την προστασία του περιβάλλοντος, για την πολιτιστική κληρονομιά, για το κοινωνικό έργο συμπαράστασης σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, για τους συμπολίτες μας.
Αλλά υπάρχουν και άλλες ΜΚΟ που απλώς λαμβάνουν κρατικές επιχορηγήσεις ή επιχορηγήσεις από τους δήμους και τις περιφέρειες. Είναι λοιπόν, σωστό και αυτό νομοθετούμε: Να αναρτώνται στη Διαύγεια τα απολογιστικά στοιχεία των δαπανών που έκαναν οι ΜΚΟ, για να δούμε πού πήγαν αυτά τα λεφτά, πού πήγαν τα λεφτά του δημοσίου, για ποιο σκοπό και πώς απορροφήθηκαν.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό θέμα είναι και η ρύθμιση για την ανάρτηση των στοιχείων εκτέλεσης όλων των προϋπολογισμών σε πραγματικό χρόνο (π.χ. του κρατικού προϋπολογισμού και των δημοτικών προϋπολογισμών).
Το ΥΔΜΗΔ, ήδη έχει εκτενέστατη συνεργασία με τη Βουλή των Ελλήνων. Η Βουλή είναι από τους πρωτοπόρους, σε σχέση με κοινοβούλια άλλων χωρών, σχετικά με τη Διαύγεια και τα ανοικτά δεδομένα.
Σχετικά με τις αλλαγές στο διαγωνισμό της ΕΣΔΔΑ, όπως καταδεικνύεται από τις νομοτεχνικές βελτιώσεις, ορισμένες επισημάνσεις συναδέλφων βουλευτών έγιναν δεκτές, όπως η συμμετοχή της ΑΔΕΔΥ, η προσθήκη στο διαγωνισμό της ΕΣΔΔΑ πολλαπλών ερωτήσεων των γραπτών στοιχείων για την επεξεργασία φακέλου επικαίρου θέματος ή στοιχείων για την ξένη γλώσσα. Θεωρώ ότι πράττουμε κάθε τι το δυνατόν, ούτως ώστε όχι μόνο να διατηρηθεί το αδιάβλητο αλλά να διατηρηθεί και το αξιόπιστο του διαγωνισμού με απλούστευση και με περαιτέρω, θωράκιση του δημοσίου παράγοντα.
Σχετικά με τη διάταξη που αφορά τον έλεγχο της γνησιότητας είτε για τις προσλήψεις είτε για τις μετατάξεις δεν είναι συγγνωστή πλάνη. Πρόκειται καθαρά για μη γνησιότητα, δηλαδή για πλαστότητα, για αξιόποινη πράξη. Δεν πρόκειται για συγγνωστή πλάνη, ούτε αναφερόμαστε πουθενά στη διάταξη γι’ αυτό το θέμα.
Σε ότι αφορά, το θέμα του συνταξιοδοτικού, δεν θίγεται από τη διάταξη του παρόντος νομοσχεδίου καθώς το γράμμα της διάταξης μιλάει για γνησιότητα. Είναι ακριβώς αυτό το κομμάτι του νομοσχεδίου που παραπέμπει σε αυτά που είπαν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης ότι «εμείς δεν θέλουμε τα πλαστά». Ακριβώς αυτό λέμε και εμείς.
Επομένως, γιατί δεν ψηφίζουν αυτές τις διατάξεις οι βουλευτές της αντιπολίτευσης; Οφείλουν να τις ξαναδούν. Το να λέγεται στη Βουλή από την αντιπολίτευση: «Τι κρίμα οι άνθρωποι αυτοί! Να δείξουμε επιείκεια» είναι λαϊκισμός.
Σε ένα κράτος δικαίου την επιείκεια στην επιμέτρηση της οποιασδήποτε ποινής για αξιόποινη πράξη την επιβάλλει το δικαστήριο, εάν έτσι κρίνει. Δεν είναι αρμοδιότητα της Βουλής να είναι επιεικής ή μη επιεικής ο νόμος.
Ο νόμος πρέπει να είναι δίκαιος, να έχει σχέση με το κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά δεν μπορεί από μόνος του, να εισάγει την επιείκεια μέσα στις διατάξεις, γιατί τότε θα διαφέρει εάν κάποιος είναι πραγματικά ανάπηρος και τελευταία στιγμή είχε ένα πλαστό πιστοποιητικό ή εάν κάποιος δεν έχει κανένα πρόβλημα και έχει πλαστό πιστοποιητικό. Αυτό θα το κρίνει το δικαστήριο. Εάν δύο άνθρωποι έχουν πλαστό πιστοποιητικό, δεν μπορεί να διακρίνεται ο ένας από τον άλλο με βάση την κοινωνική του κατηγορία. Τονίζω, ότι η αξιόποινη πράξη πρέπει να κριθεί από το δικαστήριο και να κριθεί με επιείκεια.
Τα υπόλοιπα είναι προφάσεις στο πλαίσιο του μηδενισμού και λαϊκισμού, που θεωρώ ότι δεν συνάδει με τις συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται η χώρα αυτήν τη στιγμή».