Μετά την ολοκλήρωση του 2ου διαγωνισμού διανομής φάσματος οι εταιρίες κινητής είναι έτοιμες να συνεχίσουν να δημιουργούν νέες υπηρεσίες και ακόμη καλύτερα δίκτυα, ανεβαίνοντας μία-μία τις γενιές. Αν και αυτό ακούγεται ειδυλλιακό, στην πραγματικότητα πολύ λίγα από τα εμπόδια που υπήρχαν για δεκαετίες έχουν αρθεί, ενώ μεγάλες επενδύσεις καρκινοβατούν, ακολουθώντας τον βηματισμό του εκσυγχρονισμού του νομοθετικού πλαισίου. Ο κ. Στεφανόπουλος, Γενικός Διευθυντής της Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας, εξηγεί πως η γραφειοκρατία ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΒΑΖΕΙ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ.
I-C: Tι θα μπορούσαν να έχουν μέχρι τώρα επενδύσει οι πάροχοι κινητής και δεν το έχουν πράξει εξαιτίας των προβλημάτων με την αδειοδότηση;
Θα ξεκινήσω την απάντησή μου υπογραμμίζοντας ότι το θέμα της αδειοδότησης δεν είναι ένα κλαδικό θέμα προς επίλυση, αλλά ένα θέμα που αφορά το σύνολο της οικονομίας και κοινωνίας, γιατί αν δεν υπάρχει δίκτυο, δεν υπάρχουν υπηρεσίες.
Καθυστερώντας την αδειοδότηση των υποδομών, χάνονται αναγκαίες και επιβεβλημένες επενδύσεις, ιδιαίτερα αν θέλουμε να μιλάμε για ψηφιακή οικονομία και στόχους Ψηφιακής Ατζέντας 2020. Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση σε βασικούς δείκτες – όπως είναι για παράδειγμα το ποσοστό των εσόδων από δεδομένα και άλλες υπηρεσίες – και συνεχίζει να αποκλίνει από τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους, σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα της Ψηφιακής ατζέντας 2020.
Αυτή η απόκλιση οφείλεται τόσο στην οικονομική κρίση (υψηλή ανεργία και κλείσιμο επιχειρήσεων, πτώση βιοτικού επιπέδου) όσο και στα διοικητικά εμπόδια που συναντούν οι πάροχοι για να αναβαθμίσουν τις υποδομές τους. Αυτό σημαίνει ότι ενώ οι εταιρείες προγραμματίζουν και προϋπολογίζουν την αναβάθμιση κάποιων περιοχών εντός ενός ημερολογιακού έτους, πχ 2013, η γραφειοκρατία και η άρνηση ορισμένων τομέων της Δημόσιας Διοίκησης να προχωρήσουν την αδειοδότηση, καταλήγει στο να αδειοδοτηθεί μόνο ένα μέρος των επενδύσεων, με αποτέλεσμα κάποιες περιοχές να παρουσιάζουν υστέρηση στην κάλυψη και τη χωρητικότητα του Δικτύου.
Άρα για να απαντήσω στην ερώτηση σας: Θα πρέπει να αθροίσουμε τις περιοχές που έχουν τέτοια προβλήματα στο δίκτυο τους, που κατά προσέγγιση υπολογίζεται ότι θα μπορούσαν να είχαν επενδυθεί 10 εκ. € ανά έτος ανά πάροχο, πλέον των υφιστάμενων επενδύσεων, αν είχαν λυθεί τα προβλήματα αδειοδότησης. Αν δε, το υπολογίσουμε στο σύνολο μιας τριετίας, το συγκεκριμένο νούμερο μεγαλώνει σημαντικά.
Και η απώλεια επενδύσεων δεν σταματά εκεί. Γιατί στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε α) τα πρόστιμα και τις δικαστικές υποθέσεις, που όπως είχαμε προϋπολογίσει έφτανε τα 35 εκατ.€, β) το κόστος των 1.000 δικαστικών υποθέσεων που έφταναν στο ακροατήριο – και άλλες τόσες που δεν έφταναν – με αποτέλεσμα την τελευταία 10ετια να δημιουργηθεί ολόκληρη δικαστική παράδοση αδειοδότησης και γ) τα κόστη αποξηλώσεων και επαναλειτουργίας των εγκαταστάσεων. Το άθροισμα όλων των παραπάνω μας δίνει το νούμερο των επενδύσεων που χάθηκαν. Αρκεί να σας πω ότι μόνο το 2012, τα πρόστιμα ήταν περίπου 5 εκατ. €.
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι αποτελούμε έναν από τους μεγαλύτερους επενδυτές της Ελληνικής Οικονομίας. Μόνο την τελευταία τριετία, επενδύσαμε περισσότερα από 700 εκατ. € μέσω διαγωνισμών για την απόκτηση φάσματος. Παρόλα αυτά, από το 2011 μέχρι σήμερα οι εταιρείες δεν μπορούν να αδειοδοτήσουν το δίκτυο τους για να αξιοποιήσουν αυτές τις συχνότητες. Αποτέλεσμα είναι να μην έχουμε δει ακόμη μετρήσιμο-θετικό-αποτέλεσμα. Αυτή η αναποτελεσματικότητα μας στοιχίζει διπλά, και σε επενδύσεις και σε αξιοπιστία, που για να ανακτηθεί πρέπει να φτάσουμε να έχουμε ταύτιση λόγων και έργων. Και προς το παρόν έχουμε μείνει στα λόγια.
I-C: Γιατί κολλάει το θεσμικό πλαίσιο κατά τη γνώμη σας. Το πρόβλημα είναι νομοθετικό ή πρακτικό;
Ισχύουν και τα δυο. Ιδιαίτερα στη δική μας περίπτωση έχει συνταχθεί σχέδιο νόμου, που περιέχει καίριες ρυθμίσεις που διευκολύνουν την αδειοδότηση, αποτέλεσμα διαλόγου και εισηγήσεων όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτό το νομοσχέδιο ήταν να ψηφιστεί στο τέλος του 2013, όμως με τις συνεχείς αναβολές στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ψηφιστεί εντός του 2014.
Το παράδοξο σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι ζητήθηκε σε έναν Κλάδο να επενδύσει χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο για την επένδυση. Και η αλήθεια είναι ότι ο Κλάδος επένδυσε ήδη δυο φορές υπό αυτό το καθεστώς, το Νοέμβριο του 2011 και τον Οκτώβριο του 2014, δείχνοντας εμπιστοσύνη στην ελληνική αγορά και στην ανάκαμψη της. Αυτή η τακτική όμως δημιουργεί ασάφεια, γραφειοκρατία και συνθήκες συνεχούς κρίσης, με αποτέλεσμα να μειώνεται όχι μόνο η αξιοπιστία της Δημόσιας Διοίκησης απέναντί μας αλλά της ελληνικής αγοράς απέναντι σε δυνητικούς επενδυτές. Μην ξεχνάμε ότι ο Κλάδος της Κινητής στην Ελλάδα εκπροσωπείται από μεγάλους πολυεθνικούς Ομίλους.
Πρέπει λοιπόν να γίνει συνείδηση ότι ο επενδυτής χρειάζεται σταθερό και ξεκάθαρο θεσμικό πλαίσιο, μειωμένη γραφειοκρατία και μια Δημόσια Διοίκηση που θα εργαστεί για να υλοποιήσει τα όσα ο Νομοθέτης έχει αποφασίσει. Δεν μπορούμε να μιλάμε για επενδύσεις σε Δίκτυα, αν δεν υπάρχει ξεκάθαρη διαδικασία αδειοδότησης! Δεν μπορούμε να επενδύουμε συνεχώς σε μια αγορά που είναι γεμάτη κινδύνους.
Πρέπει να γυρίσουμε σελίδα! Το νέο πλαίσιο αδειοδότησης και η υλοποίηση του οφείλει να συμβαδίζει αρμονικά με τα επενδυτικά πλάνα των επιχειρήσεων, χωρίς να αφήνει χώρο δυσλειτουργίας σε ορισμένους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης.
Πριν κλείσω όμως την απάντηση μου θέλω να τονίσω ότι υπάρχουν και πολύ θετικά παραδείγματα νομοθεσίας και υλοποίησης. Ήδη στον Κλάδο μας υλοποιούνται σημαντικοί νέοι θεσμοί όπως είναι το ΣΗΛΥΑ και ο θεσμός onestopshop της ΕΕΤΤ.
I-C: 21 χρόνια μετά την είσοδο της κινητής τηλεφωνίας σχεδόν το 99% του πληθυσμού χρησιμοποιεί κινητό τηλέφωνο, ενώ αντίστοιχο ποσοστό αντιτίθεται στην εγκατάσταση κεραιών. Υπάρχει κενό ενημέρωσης;
Και σε αυτήν την ερώτηση θα απαντήσω, τονίζοντας ότι οι Κινητές Επικοινωνίες παρουσιάζουν σημαντικές ευκαιρίες που επιτρέπουν ένα μετασχηματισμό που αφορά το σύνολο της οικονομίας και κοινωνίας. Ενδεικτικά θα αναφέρω το ρόλο που επιτελούν στη βελτίωση της λειτουργίας μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων (π.χ. βελτίωση κόστους, ανάπτυξη παραγωγικότητας και διεθνοποίηση νέων εγχώριων υπηρεσιών κ.λπ.), στην καλυτέρευση της ζωής των πολιτών (πχ παροχή ιατρικών υπηρεσιών, λύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης) ή στη βελτίωση της σχέσης μεταξύ Δημόσιας Διοίκησης και Πολίτη (υπηρεσίες διακυβέρνησης, έξυπνες πόλεις κ.λπ.).
Ακριβώς για αυτό το λόγο, οι κινητές επικοινωνίες θα έπρεπε να είναι μέρος του αναπτυξιακού σχεδίου κάθε χώρας, με οποιαδήποτε κυβέρνηση, και οι υποδομές ανάμεσα στις βασικές προτεραιότητες επενδύσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, δε γίνεται -θεωρητικά και πρακτικά- να αντιτιθέμεθα στους σταθμούς βάσης. Οι εταιρείες επενδύουν σε συχνότητες και εξοπλισμό γιατί υπάρχουν 11.000 σταθμοί βάσης που πρέπει να αναβαθμιστούν στην επόμενη γενιά. Δε γίνεται να μην υπάρχει ενημέρωση ότι χωρίς δίκτυο δεν υπάρχουν υπηρεσίες.
Η λειτουργία των δικτύων υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους από έγκριτους φορείς, που ερευνούν και αναλόγως των αποτελεσμάτων θεσμοθετούν, με κύριο στόχο την ασφάλεια των πολιτών. Τα δίκτυα στην Ελλάδα ακολουθούν την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία βασίζεται στις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ). Οι συστάσεις ασφαλείας καθορίζονται από διεθνείς εμπειρογνώμονες, αναθεωρούνται τακτικά από δημόσιους φορείς υγείας, όπως ο Π.Ο.Υ., και υπόκεινται σε κυβερνητικούς κανονισμούς. Τα πάντα είναι αναρτημένα στα site όλων των ευρωπαϊκών και εγχώριων φορέων όπως είναι η ΕΕΑΕ και η ΕΕΤΤ, ο ΠΟΥ, η SCENHIR, η ICNIRP και άλλοι έγκριτοι οργανισμοί.
Επιπλέον, η θέσπιση του Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικής Ακτινοβολίας πιστεύουμε ότι θα ενισχύσει το αίσθημα της ασφάλειας και της αξιοπιστίας. Το παρατηρητήριο αναμένεται να είναι σε πλήρη λειτουργία τον Οκτώβριο του 2015.
I-C: Από τη στιγμή που οι πάροχοι αντιμετωπίζουν τόσα προβλήματα για την επέκταση και αναβάθμιση των δικτύων τους, πως πιστεύετε ότι θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν αποτελεσματικά τις νέες φασματικές περιοχές που θα λάβουν;
Οι εταιρείες κινητής στα επενδυτικά τους σχέδια έχουν ήδη εντάξει τις νέες συχνότητες με τη λογική ότι στο σχεδιασμό του δικτύου τους έχουν ενσωματώσει τη νέα φασματική περιοχή. Με την οριστική απόκτηση του θα μπορούν να επιταχύνουν τις διαδικασίες αδειοδότησης και να επεκταθούν.
Το μόνο εμπόδιο είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της Δημόσιας Διοίκησης. Θα πρέπει να πάμε από έναν ρυθμό αδειοδότησης 100 περίπου σταθμών βάσης ανά μήνα στον τριπλασιασμό του.
I-C: Βλέπετε στον ορίζοντα να υπάρχει προοπτική κατάργησης του φόρου στο ειδικό τέλος ή ακόμα και την κατάργηση του ιδίου του ειδικού τέλους ή απλά θεωρείτε ότι έχει παγιωθεί και δεν είναι καν υπό συζήτηση;
Όπως γνωρίζετε, το ειδικό τέλος αποτελεί σημαντικό αντικίνητρο στη χρήση κινητών υπηρεσιών, ιδιαίτερα ενόψει της οικονομικής δυσκολίας που περνάει ο Έλληνας Πολίτης. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 1η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην 4η θέση στον κόσμο σε ότι αφορά την αναλογία των φόρων ως προς το συνολικό κόστος χρήσης κινητών (TCMO) με αναλογία 30,4% ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος ανέρχεται στο 18,1%. Σε ότι αφορά τους έμμεσους φόρους που επιβάλλονται,η Ελλάδα επιβαρύνει τους συνδρομητές κινητής τηλεφωνίας με 36-48% αθροιστικές επιβαρύνσεις (ΦΠΑ 23% και ειδικό τέλος 12-20%). Σε επίπεδο ΕΕ το συνολικό ποσοστό φόρου δεν ξεπερνάει το 25%.
Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι αυτή η πρακτική φορολόγησης τελικά δεν ωφελεί κανέναν. Ο καταναλωτής υπερφορολογείται και ταυτόχρονα τα δημόσια έσοδα βαίνουν μειούμενα φτάνοντας τα επίπεδα του 2009, όπως αναφέρεται και στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, (β τρίμηνο 2013).
Αυτή η μείωση αναμένεται να συνεχιστεί. Ήδη η ευρωπαϊκή οδηγία, με την κατάργηση του roaming στην Ελλάδα βγάζει ξανά στο «ξέφωτο» το θέμα. Ο εν λόγω κανονισμός θα επιτρέψει σε κάποιο πάροχο υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας από το εξωτερικό να αξιοποιήσει τις χαμηλότερες τιμές που παρέχονται από άλλες εταιρείες κινητής στην ΕΕ, λόγω των χαμηλότερων έμμεσων φόρων, και να αποφύγει με αυτό τον τρόπο τη χρέωση του ειδικού τέλους κινητής τηλεφωνίας και το ΦΠΑ.
Με το Υπουργείο είμαστε σε επικοινωνία για το συγκεκριμένο θέμα, όμως τα επιτελεία της Κυβέρνησης που εισηγούνται τέτοιες αλλαγές είναι επιφυλακτικά ως προς τις καταργήσεις φόρων γιατί φοβούνται επιπλέον απώλεια εσόδων. Πρόταση μας είναι η κατάργηση του σε δυο φάσεις. Εντός του 2015 προτείνουμε τη μείωση του ειδικού τέλους (ώστε στο μεσοδιάστημα να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των φορολογικών αρχών ότι η επανάκαμψη της αγοράς θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα) και σε 2-3 χρόνια την κατάργησή του.
I-C: Ειδικά με την είσοδο της τεχνολογίας LTE καθώς και των εφαρμογών Μ2Μ, θεωρείτε ότι η πύκνωση της κάλυψης των δικτύων περνάει μέσα από υλοποιήσεις smallκαι microcells. Ποιο θα ήταν το νομοθετικό καθεστώς υλοποιήσεων σε αυτή τη μικροκλίμακα;
Η αρχιτεκτονική των δικτύων αλλάζει. Μεγαλώνει σημαντικά ο αριθμός των μικρών κατασκευών (microcells, picocells και femtocells) που δίνουν κάλυψη σε επίπεδο δρόμου, κτιρίου, κατοικίας, κ.λπ.
Οι υποδομές αυτές καλύπτονται από νομοθετικό πλαίσιο μικρών κατασκευών το οποίο λειτουργεί αρκετά καλύτερα από την υπόλοιπη διαδικασία αδειοδότησης. Το θέμα έχει ήδη αναδειχθεί και είμαστε σε συζήτηση με την ΕΕΤΤ και το Υπουργείο, για να αναθεωρηθούν ΚΥΑ, ΥΑ και κανονισμοί όπου υπάρχει ανάγκη. Ειδικά για τα Μ2Μ, η ανάπτυξη τους εξαρτάται και από τις συνεργασίες που θα γίνουν μεταξύ εταιρειών Κινητής, μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και μέρος του Δημόσιου τομέα. Οι υπηρεσίες M2M έχουν εξαιρετική επικαιρότητα και είναι σε εξέλιξη έργα όπως οι έξυπνοι μετρητές της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ.
Προϋπόθεση βέβαια για όλα τα παραπάνω είναι η ύπαρξη σύγχρονων Δικτύων και η εποικοδομητική συνεργασία παρόχων, Δημοσίου και επιχειρήσεων ώστε να αγκαλιάσουν άμεσα τέτοιες τεχνολογικές εξελίξεις γιατί ήδη βρισκόμαστε σημαντικά πίσω σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ. Η τεχνολογία οδηγεί στον πλήρη εκμοντερνισμό των δικτύων, με τη χρήση τεχνολογίας IP σε όλα τα επίπεδα, με τη μετάβαση πολλών λειτουργιών των δικτύων σε cloud αρχιτεκτονικές, με τη χρήση των δικτύων LTE για κάθε είδους υπηρεσία (είτε προς απλούς χρήστες είτε προς εταιρικούς πελάτες κάθε μεγέθους).
Οι αρχιτεκτονικές cloud στοχεύουν στην καλύτερη αξιοποίηση των πόρων και των εφαρμογών με στόχο τη μείωση του κόστους και του χρόνου εισαγωγής νέων υπηρεσιών. Οι αναγκαίες επενδύσεις για να ακολουθήσει η Ελλάδα αυτή την εξέλιξη, θα μπορέσουν να γίνουν μόνο εφόσον διασφαλιστεί ένα σταθερό και ξεκάθαρο πλαίσιο ανάπτυξης των δικτύων πρόσβασης ώστε αυτά να επεκταθούν και να πυκνώσουν για να μπορούν να καλύψουν τις νέες ανάγκες. Οι εταιρείες κινητής προγραμματίζουν τις επόμενες επενδύσεις τους, με στόχο να είναι σε θέση να προσφέρουν στον καταναλωτή μια σειρά εντελώς νέων, πρωτοποριακών υπηρεσιών που ήδη εξαπλώνονται σε ολόκληρη την Ευρώπη.