Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 κι έπειτα, ο ρυθμός ανάπτυξης στον χώρο της τεχνολογίας ήταν καταιγιστικός. Η ταχύτητα των επεξεργαστών, η χωρητικότητα των μνημών, ο αποθηκευτικός χώρος των σκληρών δίσκων και όλα όσα είχαν να κάνουν με τον τεχνολογικό τομέα και την πληροφορική, αυξάνονταν με… γεωμετρική πρόοδο και ο «νόμος του Moore» έπαιρνε σάρκα και οστά!
Οι νεότερες γενιές, μεγαλώνουν «μέσα» στην τεχνολογία και θεωρούν δεδομένα πράγματα που πριν από 25-30 χρόνια, δεν ήταν δυνατόν να υφίστανται ούτε καν σαν αισιόδοξες σκέψεις! Οι λίγο «παλαιότεροι» όμως, που βιώσαμε την εξέλιξη αυτή είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι σημαίνει ένας υπολογιστής να καταλαμβάνει ένα ολόκληρο δωμάτιο, να κάνει υπερβολικό θόρυβο σε κατάσταση λειτουργίας ή να προορίζεται μόνο για επαγγελματική χρήση, καθώς λόγω… απρόσιτου κόστους, η αγορά του για οικιακή χρήση δεν ενδείκνυτο.
Στη χώρα μας, η ιστορία της πληροφορικής βρήκε τη στέγη της στο «Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής», το οποίο φιλοξενεί εκθέματα που χρονολογούνται από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα ως τις μέρες μας. Όταν μάθαμε για την ύπαρξη του συγκεκριμένου χώρου και καθώς εμπλεκόμαστε ενεργά με τον τομέα των ΤΠΕ, σπεύσαμε να επισκεφτούμε το Μουσείο, για να δούμε τα εκθέματα και να θυμηθούμε… τα νιάτα μας!
Εκεί συναντήσαμε τον Γιώργο Τσεκούρα, έναν γνήσιο λάτρη της τεχνολογίας, εμπνευστή και ιδρυτή του Ελληνικού Μουσείου Πληροφορικής, με τον οποίο, στο περιθώριο της ξενάγησης που μας έκανε στο χώρο, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε μερικά ενδιαφέροντα θέματα τόσο για την τεχνολογία όσο και για τη δημιουργία του Μουσείου.
Πώς αναπτύχθηκε η σχέση σας με την τεχνολογία;
Από μικρός, όταν έβλεπα μια συσκευή, με ενδιέφερε να μάθω πως δουλεύει από μέσα. Ήθελα να ξέρω ποιος είναι ο μηχανισμός που την κάνει να λειτουργεί. Ακόμα κι αν επρόκειτο για ένα παιχνίδι! Έπαιζα για λίγο με αυτό, όμως στο τέλος το χαλούσα προκειμένου να δω τον τρόπο λειτουργίας του… εκ των έσω!
Το ίδιο συνέβη, μεγαλώνοντας, και με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Περνούσα αρκετές ώρες μπροστά σε μια οθόνη, με συνάρπαζε να παίζω καινούργια παιχνίδια ή να δουλεύω με νέα προγράμματα, αλλά πάντοτε είχα την περιέργεια να γνωρίσω τα μέρη που αποτελούσαν το εσωτερικό του. Αυτό με έκανε να γνωρίσω πιο καλά τους υπολογιστές και να τους αγαπήσω. Σπούδασα ηλεκτρονικός υπολογιστών κι επικοινωνιών. Ασχολήθηκα 5-6 χρόνια με την κινητή τηλεφωνία, κι εδώ και δέκα χρόνια εργάζομαι στο τμήμα πληροφορικής της Wind.
Πώς αποφασίσατε να ιδρύσετε το Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής;
Η δημιουργία ενός Μουσείου για την τεχνολογία και την Πληροφορική, ήταν όνειρο πολλών ετών. Ωστόσο σε μικρότερη ηλικία ήταν κάτι αδιανόητο τόσο για οικονομικούς λόγους, όσο και γιατί σαν εγχείρημα φαινόταν πελώριο! Αργότερα, όταν απέκτησα κάποια χρήματα μέσω της δουλειάς μου, και αφού το συζήτησα με κάποιους στενούς φίλους και είδα πως η ιδέα μου τους άρεσε, θεώρησα πως είχε έρθει η ώρα να το πραγματοποιήσω!
Έτσι, το Μάιο του 2008 ξεκίνησα να ψάχνω αν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα. Πίστευα πως το Πολυτεχνείο ή το Πανεπιστήμιο Αθηνών θα είχε ήδη κάνει κάτι ανάλογο. Όταν διαπίστωσα πως τελικά δεν υπήρχε κάτι παρόμοιο, θεώρησα πως υπάρχει «πολιτισμικό κενό» και πως ήταν ή κατάλληλη στιγμή να «καλυφθεί» με την ίδρυση ενός Μουσείου αφιερωμένου στην Πληροφορική.
Είχε γίνει από την πλευρά σας κάποιος προϋπολογισμός για το συνολικό κόστος ενός τόσο μεγαλεπήβολου εγχειρήματος;
Όχι, πήγαινα στο άγνωστο. Είπα: «ξεκινάμε και βλέπουμε». Ήξερα εκ των προτέρων ότι επρόκειτο για μια επένδυση που δεν θα «έφερνε» ποτέ πίσω τα χρήματα τα οποία θα δαπανούσα, αλλά δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά. Πιστεύω μου είναι πως η γνώση είναι δύναμη και πρέπει να τη μοιράζεσαι με το κοινωνικό σύνολο.
Ποιες ήταν οι κινήσεις που κάνατε για την έναρξη λειτουργίας του Μουσείου;
Στις αρχές του 2009 απευθύνθηκα σε δικηγόρο προκειμένου να βρεθεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο στο οποίο θα ενταχθεί το Μουσείο. Συντάξαμε το καταστατικό για το «Ίδρυμα Πληροφορικής» και το στείλαμε στο Υπουργείο Οικονομικών για έγκριση.
Παράλληλα, με τη βοήθεια των συνεργατών μου, προσπαθήσαμε να συγκεντρώσουμε όσο περισσότερα αντικείμενα μπορούσαμε, καθώς τα εκθέματα που είχαμε αρχικά, χωρούσαν μέσα σε ένα… συρτάρι! Σταδιακά, τα αντικείμενα αυξάνονταν και ενοικίασα έναν χώρο, χωρίς ρεύμα, μονάχα για την αποθήκευσή τους. Δεν ήταν κατάλληλος ο χώρος για να εκτεθούν. Σκεφτείτε ότι προκειμένου να τα καταγράψω και να τα φωτογραφήσω τα πηγαινοέφερνα στο σπίτι μου!
Το 2012 ήρθε η απόρριψη της αίτησης που είχαμε κάνει στο Υπουργείο Οικονομικών, λόγω χαμηλής προσωπικής περιουσίας, η οποία θεωρήθηκε ανεπαρκής για τις ανάγκες ενός Ιδρύματος. Ωστόσο μέσα σε αυτά τα 3 χρόνια, καταφέραμε να συγκεντρώσουμε χιλιάδες αντικείμενα και πάνω από εκατό υπολογιστές. Το Μουσείο Πληροφορικής, έστω και χωρίς την τυπική «έγκριση» του Ελληνικού κράτους, ήταν πραγματικότητα.
Πότε άρχισε να μαθαίνει ο κόσμος για την ύπαρξη του Μουσείου;
Αρχικά η διάδοση του Μουσείου γινόταν από στόμα σε στόμα και από γνωστό σε γνωστό. Το μεγάλο «μπαμ» έγινε έπειτα από μια δημοσίευση στην ηλεκτρονική έκδοση του «Πρώτου Θέματος», με αποτέλεσμα να γίνει γνωστό στο ευρύ κοινό. Από το σημείο αυτό κι έπειτα, ο κόσμος επικοινωνούσε μαζί μας, προκειμένου να δωρίσει αντικείμενα προς έκθεση στο Μουσείο. Ένας από τους αναγνώστες του άρθρου, μάλιστα, ο Νοέλ Κουτλής, όταν ήρθε σε επαφή μαζί μας για να μας χαρίσει δύο προσωπικούς του υπολογιστές για εκθεσιακό σκοπό, μας εκμυστηρεύτηκε την πίστη του για τη δημιουργία του Μουσείου. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως κάτι τέτοιο μας τιμούσε ιδιαίτερα, ενώ παράλληλα έριχνε στις πλάτες μας μεγάλη ευθύνη.
Αυτή τη στιγμή διαθέτουμε πάνω από 2700 αντικείμενα από το χώρο πληροφορικής που προέρχονται από 150 διαφορετικούς δωρητές! Όλα τα εκθέματα προέρχονται από δωρεές. Είναι πολιτική του Μουσείου να μην αγοράζει τα εκθέματα.
Ποιος μπορεί να επισκεφτεί το χώρο του Μουσείου;
Το Μουσείο είναι ανοιχτό σε όλον τον κόσμο, αλλά κύριοι επισκέπτες μας είναι μαθητές σχολείων, τους οποίους υποδεχόμαστε στο χώρο με όρεξη και κέφι. Θεωρούμε ότι ένας από τους κύριους λόγους ύπαρξης του Μουσείου είναι να δώσει στη νέα γενιά τη γνώση σχετικά με τη διαδρομή της τεχνολογίας και το κάνουμε με πολύ μεράκι.
Τι προξενεί μεγαλύτερη εντύπωση στα παιδιά που επισκέπτονται το Μουσείο;
Πολλά πράγματα… Τους εντυπωσιάζει στους παλαιούς υπολογιστές, το γεγονός πως την οθόνη αποτελούσε η τηλεόραση. Ακόμα τους φαίνεται περίεργο το φαινόμενο εγγραφής δεδομένων σε κασέτα! Αλγεινή εντύπωση προκαλεί η αναμονή προκειμένου να «φορτώσει» ένα παιχνίδι στον υπολογιστή για να μπορέσεις να παίξεις ή ακόμα το γεγονός πως χρειαζόταν να διαβάσεις τόμους για να χειριστείς ένα μηχάνημα… Ασφαλώς και η «απουσία» του internet είναι κάτι το οποίο φαντάζει πέρα από κάθε λογική, στα σημερινά παιδιά.
Για να καταδείξουμε το πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα τα τελευταία τριάντα χρόνια, τους λέμε χαρακτηριστικά πως: «Αν αθροίσετε τις μνήμες RAM των παλιών υπολογιστών που έχουμε εδώ μέσα είναι πολύ μικρότερη από αυτήν που έχει το κινητό που κρατάτε στα χέρια σας!»
Όσο βέβαια εξελίσσεται η ξενάγηση και προχωράμε σε νεότερης γενιάς υπολογιστές που έχουν φαινομενικά παρόμοια χαρακτηριστικά με τους σημερινούς, τα παιδιά νιώθουν περισσότερο οικεία.
Παράλληλα ξεκινήσαμε μια σειρά ξεναγήσεων αποκλειστικά για εταιρείες πληροφορικής, προκειμένου να δουν την προσπάθειά μας. Πρόσφατα μας επισκέφτηκε η Quest και μπορώ να πω ότι ήταν από τις ωραιότερες ξεναγήσεις που έχουμε κάνει, με τους επισκέπτες να γίνονται σε κάποιες περιπτώσεις οι ίδιοι ξεναγοί… Σταματούσαμε συχνά πυκνά την ξενάγηση και συζητούσαμε για τις τάσεις της αγοράς σε παλαιότερες δεκαετίες.
Τι θεωρείτε εσείς «Μουσειακό» αντικείμενο;
Για μας, άτυπο ορόσημο είναι το 1995, τότε δηλαδή που περάσαμε από τους 486 επεξεργαστές στους Pentium. Οποιοδήποτε αντικείμενο πριν το 1995, το θεωρούμε «Μουσειακό». Σε γενικές γραμμές δηλαδή, τα 18-20 χρόνια από το εκάστοτε «σήμερα». Τα πράγματα βέβαια πήραν άλλη τροπή μετά το 2000 – από τα τέλη του ‘90 έδειξε να «ξεφεύγει» η κατάσταση. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται: Τα αντικείμενα στο χώρο της πληροφορικής μπαίνουν πολύ γρήγορα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας!
Ποιο είναι το πιο παλιό έκθεμα που υπάρχει στο χώρου του Μουσείου και ποιο το «αγαπημένο» του Γιώργου Τσεκούρα;
Το παλαιότερο έκθεμα είναι μια Magnetic-core memory, δηλαδή μια μνήμη φερρίτη που κατασκευάστηκε στα μέσα του ’50. Εσωτερικά περιλαμβάνει δακτυλίους φερρίτη που πολώνονται με ρεύμα και παίρνουν τιμές 0 και 1. Χρησιμοποιούνταν σε mainframes -είναι σπάνιο αντικείμενο- και επί της ουσίας αποτελεί τον «πρόγονο» των μνημών RAM. Τώρα για το αγαπημένο μου έκθεμα… Ξεχωρίζω έναν υπολογιστή Apple IIc του 1984. Χαίρομαι που τον έχουμε στο Μουσείο και λειτουργεί!
Είναι όλα τα εκθέματα λειτουργικά;
Το 90% εξ’ αυτών ναι! Σε κάποιες περιπτώσεις έχουμε παραπάνω από ένα αντικείμενο σε κάθε είδος γιατί είναι παλιά μηχανήματα, μπορεί να χαλάσουν και θέλουμε να έχουμε backup. Επίσης, όταν συμμετάσχουμε σε εκθέσεις μπορούμε να τα διαθέσουμε χωρίς να μετακινήσουμε κάτι από τις προθήκες του Μουσείου. Έτσι έγινε και το 2011 κατά τη συμμετοχή μας στην Έκθεση Άβαξ: «Πλευρές της ιστορίας των υπολογιστών στην Ελλάδα», του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Στην οροφή του Μουσείου κρέμεται ένα φωτιστικό που μοιάζει με ιπτάμενο δίσκο. Τι ακριβώς είναι αυτό;
Αυτό είναι μια φέτα από παλιό σκληρό δίσκο το οποίο είχε γίνει… τραπεζάκι για τον κήπο από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη του! Όταν πέρασε στην κατοχή μας, δεν είχε την εκθεσιακή αξία που του άρμοζε, γιατί είχε τρύπες από την προηγούμενη χρήση του. Έτσι αποφασίσαμε να του βάλουμε LED φώτα, να τον κρεμάσουμε από το ταβάνι και να τον κάνουμε Ιπτάμενο Σκληρό δίσκο! Είναι η ατραξιόν του Μουσείου!
Εκτός από αντικείμενα τεχνολογίας τι άλλα εκθέματα μπορεί να δει κανείς;
Διαθέτουμε πολλά βιβλία, manuals, παιχνίδια και περιοδικά παλαιότερων εποχών. Επί παραδείγματι, έχουμε στη συλλογή μας όλη τη σειρά του περιοδικού «Pixel», από το πρώτο τεύχος (Οκτώβριος-Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1983), μέχρι το τελευταίο! Από τα περιοδικά καταλαβαίνεις ποια πράγματα ήταν στην επικαιρότητα τότε, ποιες ήταν οι τάσεις και ποιες οι τιμές της εποχής. Προσωπικά τα θεωρώ μεγαλύτερο «θησαυρό» γνώσεων κι από τα βιβλία.
Ποιο είναι το όραμα του Γιώργου Τσεκούρα για το Μουσείο Πληροφορικής;
Όραμά μου για το Μουσείο Πληροφορικής είναι, πρακτικά, να μεγαλώνει διαρκώς, ούτως ώστε να αποκτήσει τον πολιτισμικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα που του αρμόζει. Να αποτελεί τον πυρήνα για την ιστορία της πληροφορικής ώστε οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται να συγκεντρώνονται εδώ και να μαθαίνουν το παρελθόν της και να συζητούν για το μέλλον της. Να είναι κάτι «ζωντανό», να δίνει γνώσεις και εμπειρίες στον επισκέπτη και όταν φεύγει από το χώρο να νιώθει «γεμάτος» και να θέλει να ξανάρθει.
Όσοι δεν έχετε ακόμα επισκεφτεί τις εγκαταστάσεις του Μουσείου, μην το καθυστερείτε! Αξίζει πραγματικά τον κόπο, και θα αποζημιωθείτε, ακόμα κι αν δεν συγκαταλέγετε τους εαυτούς σας στους… techmaniacs! Να σημειωθεί πως η είσοδος στο Μουσείο είναι ελεύθερη, καθώς δεν υπάρχει εισιτήριο, γεγονός που αποδεικνύει την πραγματική αγάπη του ιδρυτή του Μουσείου για την Πληροφορική και την ειλικρινή διάθεση μεταλαμπάδευσης γνώσεων στις νέες γενιές! Ολόκληρη η συνέντευξη του Γιώργου Τσεκούρα, θα δημοσιευτεί στο επόμενο τεύχος του περιοδικού InfoCom.
Επικοινωνία με το Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής:
Διεύθυνση: Λεωφόρος Κηφισού 58, Αιγάλεω, Τ.Κ. 12241
url: www.elmp.gr
e-mail: info@elmp.gr
Τηλέφωνο: 6932 333 264
Νόμιμος εκπρόσωπος: Γεώργιος Τσεκούρας
Λεπτομέρειες ξεναγήσεων:
Διάρκεια ξεναγήσεως: 1 ώρα
Μέγιστος αριθμός επισκεπτών/επίσκεψη: 30 άτομα
Ώρες επισκέψων σχολείων: Πρωϊνές ή απογευματινές ώρες (κατόπιν συνεννοήσεως)