Μια νέα μελέτη που διεξήχθη εκ μέρους της Ericsson δείχνει ότι η αύξηση των επενδύσεων στην ποιότητα και τις επιδόσεις ενός δικτύου δημιουργεί μακροπρόθεσμα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και βελτιωμένα οικονομικά αποτελέσματα για τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας.
Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από τον Δρ. Raul Katz, Πρόεδρο της Telecom Advisory Services και Διευθυντή Ερευνών Επιχειρησιακής Στρατηγικής στο Columbia Business School, διερεύνησε τη σχέση μεταξύ της επένδυσης κεφαλαίων σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας και των τεχνικών, εμπορικών και οικονομικών αποτελεσμάτων για τους παρόχους.
Ο Δρ. Katz πραγματοποίησε εκτεταμένη στατιστική ανάλυση σε ένα μεγάλο σύνολο μετρήσεων, συγκεκριμένα τρία χρόνια τριμηνιαίων στοιχείων από τρεις διαφορετικές αγορές, Βραζιλία Μεξικό και Ηνωμένες Πολιτείες.
Κατασκευάστηκε ένα μοντέλο προσομοίωσης για να εκτιμήσει τα αποτελέσματα των αυξημένων κεφαλαιακών δαπανών στις ελεύθερες ταμειακές ροές των παρόχων κινητής τηλεφωνίας, το οποίο τους επιτρέπει να αξιολογήσουν τα εμπορικά και οικονομικά οφέλη που απορρέουν από αυτές τις επενδύσεις.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι ένας πάροχος στη Βραζιλία, αυξάνοντας τις επενδυτικές δαπάνες κατά 10%, κατάφερε να αυξήσει το μερίδιό του στην αγορά, να βελτιώσει σημαντικά το μέσο όρο εσόδων ανά χρήστη και να περιορίσει το ρυθμό αποσυνδέσεων. Δεδομένης της βελτιωμένης εμπορικής απόδοσης, ο πάροχος αναμένεται να αποκομίσει αυξήσεις τις τάξης του 5,5% στα έσοδα από υπηρεσίες, 6,4% στο περιθώριο κέρδους προ φόρων και 6,7% σε ελεύθερες ταμειακές ροές από λειτουργικές δραστηριότητες.
Η ανάλυση στο Μεξικό και στις Ηνωμένες Πολιτείες αναδεικνύει τον ίδιο ισχυρό δεσμό μεταξύ επενδύσεων, απόδοσης δικτύου και οικονομικών αποτελεσμάτων όπως στη Βραζιλία, με τον Δρ. Katz να διαπιστώνει κάποιες διαφορές στον τρόπο που λειτουργεί η αιτιότητα σε κάθε αγορά.
Ο Johan Haeger, Head of Tactical Marketing, Business Unit Networks στην Ericsson είπε: «Τα αποτελέσματα αυτής της ποσοτικής μελέτης επιβεβαιώνουν ξεκάθαρα αυτό που υποψιαζόμασταν και συζητάγαμε με κορυφαίους παρόχους κινητής τηλεφωνίας εδώ και καιρό. Ότι κατάλληλα στοχευμένες κεφαλαιακές δαπάνες οδηγούν σε βελτίωση των επιδόσεων του δικτύου, το οποίο μεταφράζεται σε καλύτερη απόδοση στην αγορά και ενίσχυση των οικονομικών αποτελεσμάτων.»
«Προηγούμενες έρευνες του Ericsson Consumer Lab είχαν δείξει ότι οι επιδόσεις του δικτύου είναι ο κύριος παράγοντας που διαμορφώνει την αφοσίωση των συνδρομητών. Συνδυάζοντας αυτά τα ευρήματα, καταλήγουμε με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι οι στοχευμένες επενδύσεις κεφαλαίου οδηγούν σε καλύτερα δίκτυα και, άρα, αυξημένη αφοσίωση από τους συνδρομητές, βελτιωμένη απόδοση στην αγορά και βελτιωμένα οικονομικά αποτελέσματα».
Για παράδειγμα, η μείωση του ρυθμού αποσυνδέσεων κατά 1% οδήγησε ένα πάροχο από τη Βραζιλία σε 6,86 αύξηση των εσόδων από υπηρεσίες, δύο τρίμηνα αργότερα. Δηλαδή, τα βελτιωμένα οικονομικά αποτελέσματα δεν απορρέουν μόνο από τη μείωση των λειτουργικών δαπανών αλλά και από τα αυξημένα έσοδα.
Τα στατιστικά αποτελέσματα που περιγράφονται στη μελέτη μπορούν να εφαρμοστούν σε ανάλυση σεναρίων για μεμονωμένες επιχειρήσεις. Οι προσομοιώσεις δείχνουν ότι μια στρατηγική ανάπτυξης που επικεντρώνει στις επενδύσεις οδηγεί σε σημαντικές αποδόσεις κεφαλαίου και παρέχει μακροπρόθεσμα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα όπως χαμηλότερο ρυθμό αποσυνδέσεων, μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά και αύξηση του μέσου όρου εσόδων ανά χρήστη. Τα πλεονεκτήματα αυτά παγιώνονται γρήγορα, προτού ο ανταγωνισμός βρει το χρόνο να απαντήσει.