Στο επίκεντρο έρευνας της ειδικής επιτροπής του Κογκρέσου βρίσκεται η Apple, καθώς κατηγορείται ότι χρησιμοποιήσει “παραθυράκια” και “γκρίζες ζώνες” των φορολογικών κανονισμών και να αποφύγει την καταβολή φόρων που εκτιμώνται σε αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια.
Σύμφωνα με την έκθεση της επιτροπής, ο τεχνολογικός κολοσσός δρομολογεί τις οικονομικές του δραστηριότητες μέσω σεβαστού αριθμού θυγατρικών εταιριών –κυρίως στην Ιρλανδία– οι οποίες δεν είναι καταγεγραμμένες ως «φορολογικοί κάτοικοι» καμίας χώρας και ως εκ τούτου δεν έχουν, καν, καταθέσει την τελευταία 5ετία δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ως “μη φορολογικά υπόχρεοι”.
Ο δαιδαλώδης μηχανισμός που έστησε η Apple και τον οποίο ο Πρόεδρος της επιτροπής του Κογκρέσου γερουσιαστής του Δημοκρατικού Κόμματος Καρλ Λιβάιν, χαρακτήρισε ως την “επιτομή της φοροδιαφυγής” περιλαμβάνει 3 θυγατρικές εταιρείες με έδρα την Ιρλανδία, οι οποίες φαίνονται να μην πληρώνουν φόρους πουθενά. Έτσι η Apple απέφυγε την καταβολή σημαντικών φόρων και σύμφωνα με την έκθεση «εξοικονόμησε 44 δισ. δολάρια, τα οποία διαφορετικά θα θεωρούνταν ”φορολογητέο εξωχώριο εισόδημα”»
Πάντως, ο επικεφαλής του ομίλου Τιμ Κουκ, σε χθεσινή κατάθεσή του ενώπιον της οικονομικής επιτροπής του Κογκρέσου, υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι η Apple είναι ο μεγαλύτερος επιχειρηματικός φορολογούμενος στις ΗΠΑ, έχοντας καταβάλει το έτος χρήσης 2011-12 το ποσό των έξι δισ. δολαρίων σε φόρους.
Προς την κατεύθυνση της νομιμότητας, συνηγορεί και η ίδια η επιτροπή, αφού παραδέχεται ότι η Apple, λειτούργησε εκμεταλλευόμενη νόμιμες οδούς και τις παρακάμψεις που επιτρέπει το Αμερικανικό, αλλά και το παγκόσμιο καθεστώς διακίνησης κεφαλαίων και φορολογικών υποχρεώσεων.
Από την πλευρά της η ιρλανδική κυβέρνηση ξεκαθάρισε σε ανακοίνωσή της ότι η Apple δεν απολαμβάνει ειδικό φορολογικό καθεστώς στη χώρα και φορολογείται με συντελεστή 12,5% και όχι 2% όπως είχαν αναφέρει δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου. Χαρακτηριστικά ο ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών της Ιρλανδίας δήλωσε πως «το ιρλανδικό φορολογικό σύστημα ορίζεται από συγκεκριμένους νόμους και δεν υπάρχει η δυνατότητα για συμφωνίες με ατομικούς φορολογικούς συντελεστές για συγκεκριμένες επιχειρήσεις».