Ένας νέος γύρος συζήτησης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) με τον ΟΤΕ και τους εναλλακτικούς φορείς, για το VDSL, ξεκίνησε, καθώς η επίμαχη απόφαση, για την οποία όλες οι εταιρείες χρειάσθηκαν αρκετές μέρες για να την αποκωδικοποιήσουν, βάλλεται από όλους τους ενδιαφερόμενους.
Η Ολομέλεια της ΕΕΤΤ συνεδρίασε την Πέμπτη (4.10) χωρίς, σύμφωνα με πληροφορίες, να γίνει συζήτηση για το VDSL.
Οι εναλλακτικοί πάροχοι απηύθυναν ή σχεδιάζουν να απευθύνουν διευκρινιστικά ερωτήματα στην ΕΕΤΤ ενώ συζητούν τις επόμενες κινήσεις τους. Μεταξύ άλλων προετοιμάζουν προσφυγή κατά της απόφασης (αίτηση θεραπείας) και δεν αποκλείουν να προχωρήσουν και σε σχετική καταγγελία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επίσημα ο ΟΤΕ συνεχίζει να τηρεί σιγήν ισχύος, στελέχη του ωστόσο δηλώνουν επίσης έντονη δυσαρέσκεια για το περιεχόμενο της απόφασης σημειώνοντας πως ουσιαστικά δεν επιτρέπει τη διάθεση της υπηρεσίας στο καταναλωτικό κοινό.
Από την πλευρά των εναλλακτικών η αντίδραση είναι πιο συγκεκριμένη και εστιάζεται κυρίως σε δύο ζητήματα: Στη μη διασφάλιση της ποιότητας της υπηρεσίας όσο αφορά τη χονδρική και στο ότι δεν εξασφαλίζεται επαρκές περιθώριο κέρδους για να παρέχουν την υπηρεσία στους πελάτες τους.
Σύμφωνα μάλιστα με τον Α. Τζωρτζακάκη, γενικό εμπορικό διευθυντή της Wind «αναλύσεις που έχουν κατατεθεί στην ΕΕΤΤ δείχνουν καταφανώς ότι στο σύνολο των υπηρεσιών VDSL διαθέσιμων από τις υπαίθριες καμπίνες (καφάο) υφίσταται συμπίεση περιθωρίου (margin squeeze), άρα ο ανταγωνισμός εξαναγκάζεται σε δραστηριοποίηση με ζημία, γεγονός πρωτοφανές, όχι μόνον από νομική, ρυθμιστική οπτική, αλλά και στοιχειωδώς από οικονομική, εμπορική πλευρά».
Άλλα στελέχη της αγοράς προσθέτουν ότι αν ο ΟΤΕ λανσάρει τις τιμές λιανικής που εμπεριέχονται στην απόφαση της ΕΕΤΤ τότε θα πιεστεί όχι μόνον η αγορά του VDSL, αλλά και του ADSL, με αποτέλεσμα οι εναλλακτικοί να αντιμετωπίσουν ουσιαστικά ζήτημα επιβίωσης εν μέσω μιας ιδιαίτερα δύσκολης οικονομικής συγκυρίας.
Από την πλευρά της Wind όμως τίθεται και ένα γενικότερο ζήτημα. Όπως λέγουν τα στελέχη της (όπως και στελέχη και άλλων εναλλακτικών φορέων) «για πρώτη φορά έχουμε έγκριση κυκλοφορίας προϊόντων του δεσπόζοντος παρόχου και πρώην μονοπωλίου χωρίς να έχει προηγηθεί έλεγχος συμπίεσης περιθωρίου (χονδρική προς λιανική) και χωρίς να έχει εκτελεστεί κοστολογικός έλεγχος της χονδρικής υπηρεσίας (VPU) προς τους παρόχους. Το δικαιολογητικό θεμέλιο της απόφασης της ΕΕΤΤ – όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο – είναι η ενθάρρυνση των επενδύσεων και λόγοι δημοσίου συμφέροντος. Η αιτιολογία αυτή, στο βαθμό που καταργεί τη ρυθμιστική εκ των προτέρων (ex ante) αρμοδιότητα της Αρχής, είναι πρωτοφανής και δημιουργεί ρυθμιστικό προηγούμενο που μπορεί κάλλιστα να εφαρμοστεί και σε άλλες αγορές και σε άλλες υπηρεσίες. Να δούμε δηλαδή το φαινόμενο της εμπορικής διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών από τον ΟΤΕ χωρίς να έχει προηγηθεί έλεγχος από τη ρυθμιστική αρχή. Πρακτικά χωρίς ρύθμιση».