«Καυτό» θέμα της τάξεως των 85 εκατ. ευρώ που αγγίζει όλους τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, έχει να διαχειριστεί η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Αφορά στην Καθολική Υπηρεσία, την οποία παρέχει μόνο ο ΟΤΕ, και με βάση τη σχετική νομοθεσία από το 2007, θα έπρεπε να πληρώνουν στον Οργανισμό, αναλογικά με τον τζίρο τους, όλες οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου.
Στη φάση αυτή η υπόθεση της Καθολικής Υπηρεσίας έχει εξελιχθεί σε ένα ακόμα επεισόδιο της αντιπαράθεσης μεταξύ ΟΤΕ και ΕΕΤΤ.
Ο ΟΤΕ κατέθεσε στην Επιτροπή μελέτη με την οποία υπολογίζει το κόστος της Καθολικής Υπηρεσίας για το 2010 σε 85 εκατ. ευρώ. Η ίδια μελέτη αναφέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες και στην εκτίμηση του κόστους για τα έτη 2011 και 2012. Η ΕΕΤΤ μετά από τη συζήτηση του θέματος σε δύο συνεδριάσεις της Ολομελείας της δεν έλαβε – όπως ανέμενε ο ΟΤΕ – την απόφαση να ξεκινήσει τη διαδικασία επιμερισμού του κόστους στους υπολοίπους παρόχους. Οι λόγοι που επικαλείται η Επιτροπή, είναι τυπικού – νομικού χαρακτήρα ή όπως λέγουν ανώτατα στελέχη του Οργανισμού κινήθηκε με «νομικά τερτίπια». Συγκεκριμένα το νομικό τμήμα της ΕΕΤΤ γνωμοδότησε ότι η μελέτη που έχει υποβληθεί από τον ΟΤΕ δεν συνιστά αίτημα επιμερισμού του κόστους της Καθολικής Υπηρεσίας.
Αναμφισβήτητα δεν πρόκειται για μια απλή υπόθεση, τα νούμερα δεν είναι μικρά, ειδικά στην παρούσα οικονομική συγκυρία όπου όλες οι τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις θέτουν ως υπ΄ αριθμόν ένα ζήτημα την εξασφάλιση της αναγκαίας ρευστότητας.
Εγείρονται όμως και σειρά από ερωτηματικά.
1. Γιατί ο ΟΤΕ δεν κίνησε νωρίτερα τη διαδικασία μιας και το θεσμικό πλαίσιο υπάρχει από το 2007. Μέχρι τώρα δεν έχει πληρωθεί καθόλου για την Καθολική Υπηρεσία. Πληροφορίες πάντως αναφέρουν πως και πέρσι έκανε σχετική κρούση στην ΕΕΤΤ για το κόστος της Καθολικής Υπηρεσίας το 2009, η οποία και πάλι απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι αντιληπτό πως δύο φορείς όπως ο ΟΤΕ και η ΕΕΤΤ δεν μπορούν να συνεννοηθούν ώστε να προχωρούν διαδικασίες όπως της Καθολικής Υπηρεσίας.
2. Πως γίνεται η ΕΕΤΤ για τέτοιου μεγέθους θέματα να μένει στους τύπους και να μην συμβάλει ώστε να αναδειχθεί η ουσία, προς όφελος βεβαίως της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς;
3. Ποια θα είναι η εξέλιξη; Ξαφνικά οι άλλοι πάροχοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα τεράστιο χρέος το οποίο θα υποχρεούνται να ξοφλήσουν και μάλιστα εντός δύο μηνών όμως προβλέπεται; Πόσα χρόνια θα αφορά αυτό το χρέος;
4. Η ΕΕΤΤ έχει προχωρήσει στον υπολογισμό του μοντέλου για τον επιμερισμό του κόστους ανάμεσα στους παρόχους; Ένας τέτοιος υπολογισμός προφανώς θα πρέπει να τύχει και της αποδοχής της αγοράς, εφόσον θα καταβάλλεται τίμημα.
Σημειώνεται πως η Κοινή Υπουργική Απόφαση με την οποία ρυθμίζεται η διαδικασία επιμερισμού της Καθολικής Υπηρεσίας και αποζημίωσης του παρόχου της καθολικής υπηρεσίας (αρ. φύλλου Εφημερίδας της Κυβερνήσεως 876, 5 Ιουνίου 2007) δείχνει σε αρκετά σημεία της να είναι σαφής:
Αναλυτικότερα, τα βασικά σημεία της έχουν ως εξής:
– Ως Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας ορίζεται η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους λειτουργίας μιας καθορισμένης επιχείρησης με υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας (στην περίπτωση της χώρας μας είναι ο ΟΤΕ) και της λειτουργίας της χωρίς τις υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας. Για τον υπολογισμό του καθαρού κόστους πρέπει να συνεκτιμώνται τα οφέλη, συμπεριλαμβανομένων των άυλων ωφελειών, που αποκομίζει η καθορισμένη επιχείρηση.
– Το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επιμερίζεται μεταξύ των αδειοδοτημένων παρόχων που παρέχουν Υπηρεσίες Φωνής, Τηλεηχοπληροφόρησης, Οπτικής Τηλεπληροφόρησης, πρόσβασης στο Διαδίκτυο μέσω σταθερών και κινητών δικτύων και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στους τομείς έκδοσης και διάθεσης τηλεφωνικών καταλόγων ή και υπηρεσιών τηλεφωνικού καταλόγου.
– Στον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας συμμετέχουν μόνο οι επιχειρήσεις των οποίων ο συνολικός κύκλος εργασιών είναι μεγαλύτερος των 15 εκατ. Ευρώ. Στο συνολικό κύκλο εργασιών δεν συμπεριλαμβάνονται οι επιχορηγήσεις που λαμβάνουν τα πρόσωπα από συμμετοχή τους σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή αντίστοιχα Εθνικά, όπως επίσης και οι δαπάνες διασύνδεσης και εθνικής περιαγωγής. Για τη συμμετοχή στον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας από το συνολικό κύκλο εργασιών αφαιρείται το ποσό των 15 εκατ. Ευρώ. Το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επιμερίζεται στις υπόχρεες επιχειρήσεις κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο άθροισμα του κύκλου εργασιών όλων των υπόχρεων επιχειρήσεων.
– Όταν, κατόπιν αιτήματος αποζημίωσης της καθορισμένης επιχείρησης, η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι υφίσταται υπερβολική επιβάρυνσή της, οφείλει, εντός τριών μηνών από τη διαπίστωση αυτή, να υπολογίσει την ακριβή συνεισφορά κάθε μιας από τις υπόχρεες επιχειρήσεις και να την κοινοποιήσει σε αυτές.
– Οι υπόχρεες επιχειρήσεις υποχρεούνται να καταβάλλουν τη συμμετοχή τους στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών από την γνωστοποίηση της υποχρέωσής τους σε αυτές και στη συνέχεια η ΕΕΤΤ την αποδίδει στον πάροχο της Καθολικής Υπηρεσίας. Αν παρέλθουν οι ημερομηνίες καταβολής των οφειλομένων η Επιτροπή δύναται να επιβάλει στους υπόχρεους και διοικητικές κυρώσεις.