Χωρίς απάντηση μένει το ποιος θα καταβάλει τα κεφάλαια που απαιτούνται για τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα νέας γενιάς ώστε η χώρα να ανταποκριθεί στους στόχους του «Ψηφιακού Θεματολογίου 2020» και να μην χάσει για άλλη μια φορά το …τρένο της ανάπτυξης των Επικοινωνιών.
Στο ερώτημα αυτό επικεντρώθηκε η βασική συζήτηση μεταξύ των στελεχών των τηλεπικοινωνιακών εταιρειών στο 8ο Διεθνές Συνέδριο της ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) με θέμα «Ρύθμιση προς ένα έξυπνο ψηφιακό οικοσύστημα», με τους εναλλακτικούς παρόχους να λένε πως η τιμή του βρόχου θα πρέπει να μειωθεί και τα στελέχη του ΟΤΕ να παρατηρούν πως η τιμή του βρόχου είναι κάτω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Ο Ζ. Πιπερίδης, εκτελεστικός γενικός διευθυντής ΟΤΕ ανάφερε, ότι ο Οργανισμός σχεδιάζει επενδύσεις ύψους 170 εκατ. ευρώ στα δίκτυα νέας γενιάς το 2013 (VDSL) με την προϋπόθεση όμως ότι η ΕΕΤΤ θα του εγκρίνει τα κατάλληλα τιμολόγια και ότι θα υπάρξει και ανταπόκριση από το καταναλωτικό κοινό. Με άλλα λόγια ο Οργανισμός προγραμματίζει για φέτος σημαντικές επενδύσεις εφόσον όμως εξασφαλίσει ότι οι επενδύσεις αυτές θα έχουν επιστροφή (return on investment).
Είχε προηγηθεί κριτική του διευθύνοντος συμβούλου της hellas online Αντ. Κεραστάρη, ότι ο Οργανισμός έχει κάνει στο πρώτο τρίμηνο επενδύσεις μόνον 22 εκατ. ευρώ. Ο επικεφαλής της hol σημείωσε πως μόνον αν χωριστεί η υποδομή από τις υπηρεσίες θα είναι δυνατόν να γίνουν οι αναγκαίες επενδύσεις λέγοντας πως το πρώτο τρίμηνο του έτους οι εναλλακτικοί φορείς κατέβαλλαν στον ΟΤΕ για τον χαλκό που χρησιμοποιούν περί τα 52 εκατ. ευρώ. Κατά την άποψή του μέρος του ποσού αυτού θα έπρεπε να επενδύεται σε νέα δίκτυα.
Ο Χρίστος Λιμνατίτης γενικός διευθυντής της Cyta παρατήρησε ότι η αγορά στη χώρα μας δείχνει δείγματα που δεν είναι πολύ ενθαρρυντικά και μίλησε για λάθος στόχευση στα συνδυαστικά πακέτα σταθερής και κινητής τηλεφωνίας η οποία προκαλεί συμπίεση στα περιθώρια κέρδους των παρόχων.
Προηγουμένως στην εισαγωγική ομιλία του ο πρόεδρος της ΕΕΤΤ και των Ευρωπαίων Ρυθμιστών (BEREC) Λ. Κανέλλος αναφέρθηκε συνολικά στις δύο αγορές που ρυθμίζει η Επιτροπή λέγοντας ότι η συμβολή των Επικοινωνιών και των Ταχυδρομείων στην ελληνική οικονομία έχει μειωθεί στα 6,5 δις. λόγω της κρίσης έχει όμως προοπτικές ανάπτυξης.
Ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Στ. Καλογιάννης είπε πως η κυβέρνηση γνωρίζει ότι απαιτούνται ποσά της τάξεως από 1,5 έως 4,5 δισ. ευρώ μέχρι το 2020, για επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Ατζέντας. Αναφέρθηκε επίσης στο περιβόητο έργο του δικτύου οπτικών ινών (FTTH) λέγοντας πως ο σχετικός φάκελος ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα) ολοκληρώνεται από το υπουργείο έως τα τέλη του τρέχοντος μηνός ώστε στη συνέχεια να κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ο αναπληρωτής υπουργός χαρακτήρισε «μεγάλο στοίχημα» για το υπουργείο το έργο FTTH, σημειώνοντας ότι μπορεί να αποτελέσει την ραχοκοκαλιά στον τομέα της ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Πρέπει ωστόσο να λεχθεί ότι η αγορά δεν πείθεται πλέον πως το έργο αυτό θα υλοποιηθεί.
Δεν έλειψαν βεβαίως και σε αυτό το συνέδριο της ΕΕΤΤ οι αντιπαραθέσεις (ΟΤΕ και Εναλλακτικών και όλων κατά της ΕΕΤΤ) έστω και εμμέσως χωρίς να κατονομάζεται το που κατευθύνονται τα …βέλη.
«Η εταιρεία μας θα είναι εδώ και του χρόνου» είπε ο Ζ. Πιπερίδης, μετά από ερώτηση δημοσιογράφου για το εάν οι πάροχοι που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα είναι πολλοί.
«Ο ρόλος του ρυθμιστή είναι να αναιρεί τον εαυτό του. Από την ευδαιμονία της απελευθέρωσης έχουμε καταλήξει σε απόντες ή υπερχρεωμένους παρόχους, ενώ παράλληλα έχει πλέον μειωθεί ουσιαστικά η θέση του incumbent», πρόσθεσε ο ίδιος και συμπλήρωσε : «Δε ζητάμε να μη ρυθμιζόμαστε. Αλλά την πλήρη απορρύθμιση έως την σκληρή εκ των προτέρων (ex ante) ρύθμιση που υφίσταται ο ΟTE σήμερα υπάρχει πολύς δρόμος. », ανέφερε χαρακτηριστικά.
Προηγουμένως ο εκτελεστικός γενικός διευθυντής του ΟΤΕ είχε ευχηθεί να στελεχωθεί η ΕΕΤΤ με ανθρώπους που έχουν εργαστεί στην αγοράς, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τα νέα δεδομένα στη Ρύθμιση δεν απαιτούν καθηγητές, αλλά στελέχη που έχουν κάποια χρόνια στην αγορά.»
Ο Θεμιστοκλής Γιαννακόπουλος, Regulatory Counsel & Corporate Security, της Vodafone σημείωσε πως η Ρύθμιση «θα πρέπει να είναι διάφανης και να προσφέρει ασφάλεια δικαίου. Να ξέρει ο επενδυτής ποιο είναι το ρυθμιστικό περιβάλλον και πώς θα μπορεί να αξιοποιήσει την επένδυσή του. Δεν νομίζω ότι η αγορά μπορεί να αυτορυθμιστεί. Είδαμε που κατέληξε η αυτορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Απορρύθμιση ναι, αλλά υπό προϋποθέσεις. Να ξέρει ο επενδυτής ποιο είναι το ρυθμιστικό πλαίσιο». Ο ίδιος παρατήρησε πως «η λειτουργία της ΕΕΤΤ ήταν και παραμένει πολύ καλύτερη, σε σχέση με όλες τις υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου. Όλα αυτά τα χρόνια, ο καταναλωτής ωφελήθηκε, επειδή η αγορά άνοιξε, δημιουργήθηκε ανταγωνισμός, ο οποίος έφερε νέες επενδύσεις. Η ρύθμιση έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο άνοιγμα της αγοράς».
Ο Αντ. Τζωρτζακάκης γενικός εμπορικός διευθυντής της Wind στην παρέμβασή του επεσήμανε ότι ο ρόλος της ΕΕΤΤ στη διαφύλαξη του υγιούς ανταγωνισμού είναι ιδιαίτερα κρίσιμος: «Διαπιστώνουμε ότι η πίεση για επενδύσεις σε δίκτυα νέας γενιάς έχει ως αποτέλεσμα την ανεπαρκή ρύθμιση της αγοράς. Νιώθουμε ότι βιώνουμε regulatory holidays το τελευταίο διάστημα σε βάρος του επιπέδου του ανταγωνισμού που έχουμε ως τώρα επιτύχει. Εγκυμονεί ο κίνδυνος να επικρατήσουν φαινόμενα μονοπωλιακών πρακτικών και συμπίεσης περιθωρίου κέρδους που θα καταστήσουν τους παρόχους από ανταγωνιστές υποδομών, σε μεταπωλητές του δεσπόζοντα παρόχου. Οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί απαιτούν αυξημένη υπευθυνότητα από τον Ρυθμιστή ώστε να μη δούμε εξελίξεις που θα είναι σε βάρος και της αγοράς και του καταναλωτή μακροπρόθεσμα».
Ο Γ. Καβακλής, Chief Strategy & Business Development Officer της Forthnet μίλησε για την ανάγκη μιας ενιαίας και μακρόχρονης ευρωπαϊκής στρατηγικής χωρίς αιφνιδιασμούς, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι γεωγραφικές και οι οικονομικές ιδιαιτερότητες ή ακόμα και το μέγεθος της αγοράς της κάθε χώρας, στοιχεία που επιβάλλουν την προσαρμογή της όποιας στρατηγικής». Και συνέχισε, «στην αγορά μας ακόμα δεν υπάρχει ισότιμη μεταχείριση του παλιού μονοπωλίου με τους υπόλοιπους παρόχους. Η καθυστέρηση στον τρόπο που επιλύονται τα θέματα, που δίνουν ουσιαστικό πλεονέκτημα στο λιανικό άκρο του κατόχου του ακραίου δικτύου, δημιουργούν συνθήκες στρεβλού ανταγωνισμού. Μία ενδεχόμενη απορύθμιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλήρη εξαφάνιση του ανταγωνισμού, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για την αγορά τηλεπικοινωνιών όσο και για τον τελικό ωφελούμενο, τον καταναλωτή, όσο και των θέσεων εργασίας στον κλάδο».
Ο Αντ. Κεραστάρης κλείνοντας τη συζήτηση ζήτησε διαφάνεια στη Ρύθμιση και τόνισε πως η λύση είναι όλες οι εταιρείες να σχεδιάσουν μαζί τα δίκτυα νέας γενιάς και να τα χρησιμοποιούν από κοινού.
Επίσης ο επικεφαλής της Cyta Χρ. Λιμνατίτης στο τέλος της συζήτησης απαντώντας στο ερώτημα για το αν οι πάροχοι είναι πολλοί σημείωσε πως το ζήτημα θα έπρεπε να τίθεται αλλιώς: αν οι πάροχοι θα καταφέρουν να δώσουν τις υπηρεσίες που ζητά ο καταναλωτής με το φθηνότερο κόστος.